Ο απόλυτος οδηγός επιβίωσης σε κρητικό γλέντι!

«Όχι» μη λες, να τρως πολύ, μην προκαλείς «δεν πίνεις», αν θες σε γλέντι κρητικό όρθιος να παραμείνεις…

Είναι ευλογία να βρεθείς στην Κρήτη ως ξένος. Πιθανότατα δεν υπάρχει άλλο μέρος στον κόσμο όπου φιλοξενούμενος νιώθει περισσότερο «σαν στο σπίτι του».

Είτε πας ως τουρίστας, είτε ταξιδέψεις για επαγγελματικούς λόγους, είτε βρεθείς για κάποια κοινωνική υποχρέωση, ένα είναι σίγουρο (εκτός από το ότι θα ερωτευτείς το νησί):

Οι άνθρωποι θα σε υποδεχθούν θερμά. Θα σου ανοίξουν το σπίτι τους. Θα σε κεράσουν ό,τι μπορείς να φανταστείς. Και θα σε κάνουν να νιώσεις ένας απ’ αυτούς…

Το μόνο που έχεις να κάνεις εσύ είναι να πας με τα νερά τους. Να μην τους πας κόντρα (ειδικά στο νησί τους).

Και προπαντός να μην τους λες «όχι». Ειδικά αν βρεθείς σε γλέντι!

Γιατί ok, αν είσαι καλεσμένος σε γάμο ή βαφτίσια σε κάποια από τις τέσσερις πόλεις του νησιού κάπως μπορείς να ελιχθείς.

Τηρούνται μεν όλα τα έθιμα, αλλά είναι κάπως πιο χαλαρά τα πράγματα.

Αν βρεθείς όμως σε γνήσιο παραδοσιακό γλέντι που γίνεται σε χωριό (ειδικά σε κάποιο από τα σκληροπυρηνικά) οφείλεις να είσαι τυπικός.

Πρέπει να πας με τη συνείδηση ότι εκεί παίζεις εκτός έδρας. Και παρόλο που είναι μια δύσκολη έδρα, μπορεί εντέλει να φύγεις… αλώβητος:

Να σε λατρέψουν. Να τους λατρέψεις. Και να περάσετε μια βραδιά που θα τη θυμάσαι και θα τη διηγείσαι για χρόνια.

Αρκεί να ακολουθήσεις τους παρακάτω απλούς κανόνες επιβίωσης…

-Κατά την προσέλευση στο γλέντι σταματάμε σε κάθε διασταύρωση, σε κάθε στενό και κάνουμε στην άκρη σε κάθε δρόμο που χωράει ένα μόνο αυτοκίνητο να περάσει. Στο χωριό του έχει ΠΑΝΤΑ προτεραιότητα αυτός.

-Δεν αρνούμαστε ποτέ κέρασμα. Είτε αφορά υπερμέγεθες άγαρμπα κομμένο κομμάτι κρέας που προσφέρεται με τα χέρια (γνωστό και ως γουλίδι), είτε κούπα με κρασί. Καλύτερα να τον βρίσεις (που λέει ο λόγος, μην κάνεις καμιά μαλακία), λιγότερο θα προσβληθεί!

-Δεν το παίζουμε αλάνια και πότες και -προς Θεού- δεν ανταγωνιζόμαστε στην κατανάλωση αλκοόλ. Εκτός κι αν έχουμε τάσεις αυτοκτονίας ή θέλουμε ν’ ανακαλύψουμε το μυστήριο του να πέφτεις σε κώμα και τη μαγεία της πλύσης στομάχου.

-Αποφεύγουμε να παρουσιαστούμε με ροζ μπλουζάκι, μπορντό παντελόνι ή πουκάμισο με λουλουδάκια και πεταλουδίτσες. Όχι επειδή θα σε πουν ντιγκιντάγκα, αλλά επειδή θα (τους) τραβήξεις την προσοχή. Θα πήγαινες στο «Καραϊσκάκη» με πράσινο πόλο; Όχι! Ε, τότε γιατί να βουτήξεις στα μαύρα πουκάμισα με φλοράλ ζακετάκι ριγμένο στους ώμους;

-Έχουμε πάντα στο νου μας το ενδεχόμενο μπαλωθιάς. Προσπαθούμε να φερθούμε φυσιολογικά, δεν πανικοβαλλόμαστε και δεν τρυπώνουμε κάτω από τραπέζια. Η χρήση κράνους που έχεις φέρει μαζί σου ειδικά για τη συγκεκριμένη περίπτωση θα εκληφθεί ως χιούμορ. Και δεν θα εκτιμηθεί ιδιαίτερα…

-Δεν κοιτάμε ποτέ στα μάτια τα κορίτσια. Φροντίζουμε όταν κατά λάθος πέσει το βλέμμα μας πάνω σε διερχόμενο κώλο (άνθρωποι είμαστε) η παρακολούθηση να μην ξεπερνάει τα πέντε δέκατα του δευτερολέπτου.

-Δεν λέμε ποτέ «όχι» σε πρόταση να χορέψουμε. Δεν έχει σημασία αν ξέρεις, αν η κοιλιά σου είναι νταούλι από το αντικριστό ή αν τα πόδια σου έχουν φουσκάλες επειδή περπάτησες το Φαράγγι της Σαμαριάς. Θα χορέψεις και θα πεις κι ένα τραγούδι (επίσης δεν αποκλείεται).

-Δεν αντιστεκόμαστε στο έθιμο του κοψίματος της γραβάτας. Αφού έχουν ανέβει τα μποφόρ από κρασά και ρακές κι έχουν ξεκινήσει οι μαντινάδες, ενδέχεται κύριος με βαριά προφορά, μαύρο πουκάμισο, καδένα στο δασύτριχο μπέτι και 2,5 κιλά μουστάκι να έρθει με ψαλίδι για να σου πάρει τη μισή γραβάτα. Μετά την προηγούμενη περιγραφή δεν χρειάζεται να σου πω εγώ ότι καλό θα ήταν να μην αντιδράσεις…

-Δεν απαντάμε ποτέ ειρωνικά στην κλασική ερώτηση «μπρε συ, τίνος είσαι»; Εξηγούμε ευγενικά ότι είμαστε ξένοι. Και δεν δυσανασχετούμε όταν καλούμαστε να αναπτύξουμε αναλυτικά τη σχέση συγγένειας ή φιλίας με το πρόσωπο εξαιτίας του οποίου βρισκόμαστε στο γλέντι.

-Τα ξημερώματα που σερβίρονται μακαρόνια με ανθότυρο για να ισιώσει το στομάχι από κρασιά, ρακές και ουίσκια δεν αρνούμαστε ΠΟΤΕ να φάμε. Όχι ότι υπάρχει περίπτωση να πεις «όχι» σε αυτό το ΑΓΙΑΣΜΑ, ακόμα κι αν στο στομάχι σου γίνεται πόλεμος. Αλλά αν το πεις, κινδυνεύεις να φύγεις (σύμφωνα με το έθιμο σε κάποιες περιοχές) με τα μακαρόνια στις τσέπες.