Το «δράμα» των αφεντικών που δεν βρίσκουν υπαλλήλους στην Ελλάδα της κρίσης

Ο «τεμπέλης Έλληνας» ναι, εξακολουθεί να σουλατσάρει σε διόλου αμελητέο βαθμό στις δημόσιες υπηρεσίες και να παρασιτεί σε βάρος του συνόλου, αλλά μην τον ψάχνετε εκεί έξω, στη «ζούγκλα» της πραγματικής αγοράς.

Τον τελευταίο καιρό ακούγεται από όλο και περισσότερους η άποψη ότι δουλειές υπάρχουν και ότι οι τεμπέληδες Έλληνες δεν καταδέχονται να τις κάνουν, γιατί δεν θέλουν να ρίξουν τα μούτρα τους. Φτάσαμε μάλιστα στο σημείο να διαβάζουμε για το «δράμα των αφεντικών» που δεν μπορούν να βρουν έναν ντελιβερά για τη δουλειά τους. Είναι όμως έτσι τα πράγματα; Ο μέσος άνεργος δεν θέλει να γίνει… ντελιβεράς επειδή βαριέται ή για μια σειρά άλλων λόγων;

Ασφαλώς όλα αυτά είναι σαχλαμάρες. Υπάρχουν τρεις κατηγορίες ανθρώπων σε σχέση με την εργασία. Αυτοί που δεν έχουν ανάγκη να δουλέψουν, αυτοί που έχουν την πολυτέλεια ή έστω μία ακόμα ευκαιρία να ζυγίσουν αν αξίζει με τους προσφερόμενους όρους να δουλέψουν και αυτοί που δεν έχουν καμία επιλογή, παίρνοντας «γουρούνι στο σακί», διότι πρέπει να θρέψουν ένα ή παραπάνω στόματα.

Επειδή στην τρίτη κατηγορία ανήκουν πάρα πολλοί, δεν υπάρχει κανείς επιχειρηματίας τη σήμερον ημέρα που να προσφέρει στοιχειωδώς «κανονικές» συνθήκες εργασίας και να ξεμένει από υπαλλήλους.

Ο συγκεκριμένος, που βγήκε σε γνωστό μέσο για να μας δηλώσει ότι δεν βρίσκει διανομέα, δεν μας είπε ποτέ αν παρέχει ασφάλιση και αν ναι, τι είδους ασφάλιση παρέχει.

Όπως επίσης δεν μας είπε αν βάζει αυτός το μέσο και τη βενζίνη (διότι υπάρχουν κατά κόρον και αυτά τα φαινόμενα πια), αν πληρώνει έξτρα, όπως προβλέπεται τα Σαββατοκύριακα, και διάφορα άλλα «αν» που έχουν καταστρατηγηθεί στην εργασιακή ελληνική πραγματικότητα.

Σε απεικόνιση αυτής, οι μισθοί της αναξιοπρέπειας και η ημιασφάλιση ή παντελής έλλειψη χορήγησης της, έχουν βαφτιστεί ευέλικτη εργασία. Τα μεγάλα θύματα είναι οι ανειδίκευτοι και αυτοί που το χαρτί Πανεπιστημίου –κυρίως θεωρητικών επιστημών – απαξιώθηκε στα χρόνια της κρίσης.

Για όλους αυτούς έχει καταστεί ευσεβής πόθος να δημιουργήσουν ένα –λειψό έστω- μικροαστικό όνειρο ζωής, αν δεν έχουν πλάτες από κάποιον συγγενή πρώτου βαθμού. Ο πολυμήχανος Έλληνας εργοδότης έχει καταφέρει να ρίξει κάτω και από το μίνιμουμ το ελάχιστο προσφερόμενο όριο διαβίωσης.

Ο βασικός μισθός έχει ταβάνι τα 480 ευρώ (και το μέσο ενοίκιο ενός δυαριού κάπου εκεί επίσης), αλλά σε πάμπολλες περιπτώσεις δεν συνοδεύεται καν με ολοκληρωμένη ασφάλιση. Βέβαια, ο αντίλογος εδώ είναι ότι το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι. Όταν η φορολογία και η φορολόγηση είναι στα ύψη και η αγοραστική δύναμη των πολιτών αντιστρόφως ανάλογη, ο πνιγμένος θα πιαστεί από τα μαλλιά του υπαλλήλου.

Στις αγγελίες ευρέσεως εργασίας προβάλλεται πλέον ως δέλεαρ το «ολόκληρο ένσημο». Υπάρχουν δε περιπτώσεις που το δώρο επιστρέφεται από τον εργαζόμενο στον εργοδότη χέρι με χέρι, αφότου (για νομικούς λόγους) του έχει καταβληθεί στην τράπεζα!

Ο «τεμπέλης Έλληνας» ναι, εξακολουθεί να σουλατσάρει σε διόλου αμελητέο βαθμό στις δημόσιες υπηρεσίες και να παρασιτεί σε βάρος του συνόλου, αλλά μην τον ψάχνετε εκεί έξω, στη «ζούγκλα» της πραγματικής αγοράς.

Εκεί έξω, είναι πάμπολλα τα παιδιά που εξ’ ανάγκης και μόνο κάνουν κάτι για το οποίο μόνο περήφανοι δεν είναι. Φλερτάρουν με απώλεια της αυτοεκτίμησης, προσφέροντας 40 και 45 ώρες εβδομαδιαίως από τη ζωή τους, μόνο και μόνο για τα βασικά έξοδα διαβίωσης. Ενδεχομένως ούτε καν για αυτά.

«Ο κίνδυνος ακόμη και με σταθερή εργασία να συγκαταλεχθεί κανείς στους φτωχούς στην Ελλάδα είναι τόσο μεγάλος, όσο πουθενά αλλού στην ΕΕ», ανέφερε προ καιρού το «Spiegel», κάνοντας παράλληλα μια σύγκριση ανάμεσα σε Γερμανία και Ελλάδα, σε ότι αφορά το κόστος ζωής. «Στο Βερολίνο οι τιμές για προϊόντα καθημερινής κατανάλωσης είναι μόλις 14,5% υψηλότερα από ότι στην Αθήνα, παρότι στη γερμανική πρωτεύουσα η αγοραστική δύναμη είναι 117% μεγαλύτερη»!

Το «δράμα» των αφεντικών που δεν βρίσκουν υπαλλήλους προφανώς δεν συγκινεί κανέναν. Διότι αν δεν μπορείς να εξασφαλίσεις όρους επιβίωσης στον εργαζόμενό σου, τότε ή κλείσε την επιχείρηση ή δούλεψε την μόνος σου.

Η προσφορά στην αγορά είναι τεράστια, αυτό που μειοδοτεί είναι οι «ανθρώπινες» θέσεις εργασίας. Συνηγορούν άλλωστε και τα επίσημα στοιχεία. Σύμφωνα με τη Eurostat, στην Ελλάδα καταγράφεται το χαμηλότερο ποσοστό (0,7%) διαθέσιμων θέσεων εργασίας στην ΕΕ κατά το β’ τρίμηνο του 2018. Παρότι το ποσοστό ανεργίας έχει (καμουφλαρισμένα) αποτυπωθεί στο 19%, θέσεις εργασίας δεν υπάρχουν. Τουλάχιστον «κανονικές», αυτές δηλαδή που μπορούν να εντοπιστούν από τα επίσημα στοιχεία…

Η Ελλάδα έχει γεμίσει, στο κοινωνικό υπογάστριο της, δουλευταράδες. Όχι από άποψη, αλλά από ανάγκη. Ανθρώπους που κάνουν ακόμα και δύο δουλειές την ημέρα για να τα βγάλουν πέρα.

Είναι όλοι αυτοί που… γελούν μαζί τους οι διάφοροι μετακλητοί, αυλικοί, προνομιούχοι των ΔΕΚΟ και δημόσιοι (υπο)λειτουργοί, που εξακολουθούν να απολαμβάνουν παχυλούς μισθούς για να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε αυτούς που θα διατηρήσουν ως έχει το ζύγι.

Όταν κάποιος προτιμάει να αφήσει απλήρωτη τη δόση του δανείου και το κινητό, να μην πάει διακοπές ή να μην πάρει ποτέ ένα δώρο στην κοπέλα του, απ’ το να ενταχθεί σε ένα καθεστώς εργασιακής εξαθλίωσης, δεν είναι ντε και καλά αργόσχολος.

Μάλλον κάτι παραπάνω θα ξέρει. Ίσως ότι το πρώτο του προκαλεί μικρότερη κατάθλιψη από το δεύτερο…

 

 

TAGS: