Τα ζελέ του ψιλικατζίδικου που βάζαμε μικροί με τις χούφτες και μας έκαναν το μαλλί «κάγκελο»!

Μια γερή φτυαριά με τα δάχτυλα και… δεν σου ‘πεφτε με τίποτα!

Μπορεί την ώρα που διαβάζεις αυτές τις γραμμές να χαμογελάς και τα δάχτυλα να παιχνιδίζουν στο πλούσιο στιλπνό μαλλί σου.

Μπορεί πάλι να καταριέσαι και να χαϊδεύεις μελαγχολικά τη βούλα του πέναλτι που έχει σχηματιστεί στο πίσω μέρος της καυκάλας σου.

Όπως και να ‘χει όμως -είτε χρειάζεσαι ακόμα βούρτσα για να χτενιστείς, είτε χρειάζεσαι τριχοδάνειο για να μαζέψεις τα ασυμμάζευτα- ένα είναι βέβαιο:

Σε περίπτωση που είσαι πάνω από 30 χρονών, ΑΠΟΚΛΕΙΕΤΑΙ να μην έχει «κοκαλώσει» και το δικό σου μαλλί από ζελέ ψιλικατζίδικου!

Συσκευασμένο σε διάφανο πλαστικό βαζάκι μέσα από το οποίο μπορούσες εύκολα να ξεχωρίσεις τη διαστημική υφή του, το (συνήθως ροζ ή κοκκινωπό) τζελ μπορούσε να έχει διάφορα ονόματα.

Σύμφωνοι, το θρυλικό «Flipper» ήταν το πιο αγαπημένο και το πιο δημοφιλές. Υπήρχαν όμως δεκάδες σχετικές παραλλαγές που κυκλοφορούσαν στα ράφια και υπόσχονταν μαλλί «κάγκελο».

Εξάλλου σε μια εποχή που τα «καρφάκια» θεωρούνταν μοδάτα (είτε επρόκειτο για έφηβο της α’ λυκείου, είτε για ΕΠΟΠ σε μαυρισμένο στρατόπεδο στην πινέζα του χάρτη) η ζήτηση ήταν τεράστια.

Κάθε προϊόν που εγγυόταν μαλλί αντίστοιχα σκληρό με το εργαλείο της δουλειάς του Ρόκο Σιφρέντι (ακόμα κι αν ήταν αμφιβόλου ποιότητας) μπορούσε να πουληθεί.

Κι επειδή, ως γνωστόν, ο άντρας ο σωστός παίζει 500 ευρώ μια μπιλιά στο καζίνο της Πάρνηθας αλλά χοροπηδάει πάνω στο σωληνάριο της οδοντόκρεμας για να αντλήσει και το τελευταίο της ίχνος, η χαμηλότατη τιμή του αποτελούσε έναν ακόμα λόγο να καμφθούν οι ενδοιασμοί μήπως δεν σου μείνει τρίχα στο κεφάλι σε δέκα χρόνια.

 

Πόσα εφηβικά κεφάλια λοιπόν δεν παστώθηκαν με ζελέ του ψιλικατζίδικου πριν από κάποια χοροεσπερίδα όπου ήλπιζαν να «ψήσουν» το γκομενάκι από το Β2;

Πόσοι επίδοξοι «μπήχτες» δεν εμπιστεύτηκαν το wet look για να προκαλέσουν… παρόμοια κατάσταση στη σύντροφο με την οποία θα έβγαιναν ραντεβού;

Πόσες φράντζες αρρωβωνιάρηδων δεν κοκάλωσαν, ώστε να μπορεί χαρούμενη η μουτσούνα τους να ξεπροβάλλει πίσω από την ανθοδέσμη, όταν άνοιγε την πόρτα ο πεθερός;

Το μόνο που χρειάζονταν ήταν λίγα ευρώ (ή και δραχμές παλιότερα). Μια γενναία φτυαριά με το χέρι μέσα από το ευρύχωρο στόμιο. Και ένα μερακλίδικο άπλωμα στο φρεσκολουσμένο μαλλί…

Η ψευδαίσθηση ότι έμοιαζες με τον Λεονάρντο Ντι Κάπριο στη σκηνή που τον λάτρεψαν όλα τη θηλυκά της εποχής (λίγο πριν βουλιάξει στον «Τιτανικό») άξιζε την αγωνία για το τι χημείες άπλωνες στο κεφάλι σου.

Ακόμα κι αν σήμερα -γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο- τα κινηματογραφικά σου είδωλα είναι αναγκαστικά ο Μπρους Γουίλις και ο Τζέισον Στέιθαμ…