Τον Μάρτιο του 1969 φτάνουν στην χώρα δύο Γερμανοί, οι Χανς Μπασενάουερ και Χέρμαν Ντουφτ. Είναι συνομήλικοι (32 ετών) και δηλώνουν υδραυλικοί. Υποτίθεται πως έρχονται για τουρισμό κι ας βρισκόμαστε μόλις στην πρώτη μέρα της Άνοιξης. Όπως θα αποδειχθεί αργότερα, στις αποσκευές τους περνούν μια καραμπίνα Winchester και μαχαίρια. Οι έλεγχοι εκείνη την εποχή είναι ακόμη χαλαροί, ακόμη και στην Ελλάδα της Χούντας των Συνταγματαρχών. Θα χρειαστούν μόνο μερικές μέρες για να διαπράξουν τον πρώτο από τους έξι συνολικά φόνους που έκαναν μέσα σε ελάχιστο διάστημα πριν συλληφθούν και οδηγηθούν στο εκτελεστικό απόσπασμα. Ήταν οι τελευταίοι αλλοδαποί για τους οποίους ίσχυσε η θανατική ποινή…
Ποιοι ήταν
Ο Χέρμαν Χουφτ είχε γεννηθεί στην Φρανκφούρτη το 1938 και -σύμφωνα με την Interpol- δεν ήταν άγνωστος στις Αρχές. Είχε συλληφθεί στο παρελθόν στην Μασσαλία και στη Νάπολη, έχοντας στο βιογραφικό κάμποσες ληστείες, ενώ είχε υπηρετήσει για δύο χρόνια στην Λεγεώνα των Ξένων κατά την διάρκεια του Γαλλοαλγερινού πολέμου. Ωστόσο από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 και μετά δήλωνε υδραυλικός.
Σύμφωνα με την αστυνομία αυτός ήταν και ο ιθύνων νους του εγκληματικού διδύμου που συνέθεσε με τον Χανς Μπασενάουερ. Ο τελευταίος -σε αντίθεσή με τον σύντροφό του στο έγκλημα- ήταν παντρεμένος και είχε τρία παιδιά. Ούτε το δικό του ποινικό μητρώο ήταν καθαρό καθώς είχε περάσει μερικά χρόνια της ζωής του ως νέος σε αναμορφωτήριο. Οι δυο τους ήταν μια κλασική περίπτωση serial killers, όπου ο ένας κινούσε τα νήματα και ο άλλος ακολουθούσε. Ωστόσο και οι δύο λέρωσαν τα χέρια τους με το αίμα αθώων τους οποίους σκότωσαν χωρίς κανένα προφανή λόγο. Απλά για ευχαρίστηση.
Η σύλληψη
Το ημερολόγιο γράφει 16 Απριλίου 1969 όταν η αστυνομία δέχεται ένα τηλεφώνημα. Στην άλλη άκρη της γραμμής είναι έντρομη μια γυναίκα, η Μαρία Κωνσταντάρα Ταμπουράκη. Τους λέει πως κοντά στο σπίτι της στο Χαϊδάρι έχει σταθμεύσει ένα αυτοκίνητο πάνω στο οποίο παρατήρησε κηλίδες που της φάνηκαν να προέρχονται από αίμα. Οι αστυνομικοί έστησαν ενέδρα και συνέλαβαν τους δύο Γερμανούς, χωρίς να γνωρίζουν ακόμη την πλήρη δράση τους.
Αυτή θα αποκαλυφθεί κατά την διάρκεια της ανάκρισης. Οι… υδραυλικοί είχαν διαπράξει συνολικά 6 φόνους και 5 ληστείες. Χρειάζονταν τα χρήματα για να ζουν πλουσιοπάροχα και να συντηρούν το απαιτητικό life style τους, έχοντας νοικιάσει μάλιστα και σπίτι στο Κολωνάκι με 3.000 δραχμές τον μήνα. Τις δολοφονίες τις έκαναν απλά για προσωπική ευχαρίστηση.
Η μακάβρια λίστα
Τα θύματά τους δεν είχαν την παραμικρή σχέση μεταξύ τους. Όπως άλλωστε και τα σημεία στα οποία έδρασαν.
Στις 5 Μαρτίου σκότωσαν τον ιδιοκτήτη πρατηρίου καυσίμων, Νικόλαο Κανάρη, στους Αγίους Θεοδώρους. Άρπαξαν 12.100 δραχμές από το ταμείο και με μία σφαίρα αφαίρεσαν και την ζωή του 22χρονου στρατιώτη Κωνσταντίνο Κούλη που βρισκόταν εκεί ψάχνοντας κάποιον που θα τον πήγαινε με ότο-στοπ στην μονάδα του. Μόλις 8 μέρες αργότερα εισέβαλαν στο σπίτι του επιχειρηματία Παντελή Αθηναίου στην Βούλα. Τον οδήγησαν στην τουαλέτα όπου ο Μπασενάουερ τον σκότωσε με ρόπαλο. Πήραν 11.000 δραχμές και 312 δολάρια. Η υπόθεση προκάλεσε αίσθηση, καθώς επρόκειτο για γνωστό Ελληνοαμερικανό της εποχής, γεγονός που τους οδήγησε σε ένα μικρό διάλειμμα. Επανήλθαν στις 8 Απριλίου, αυτή την φορά στο Μεγάλο Καβούρι. Θύμα τους ο ταξιτζής Γιάννης Φραγκιαδάκης. Προσποιούμενοι τους πελάτες, τον πήραν από το ξενοδοχείο Χίλτον και τον οδήγησαν σε ερημική περιοχή. Τον σκότωσαν, αφαίρεσαν τις εισπράξεις (περίπου 400 δραχμές), έκρυψαν το πτώμα και σαν να μην συνέβαινε τίποτα, επιβιβάστηκαν στο αμάξι του κι επέστρεψαν στην βάση τους.
Στις 10 Απριλίου σταμάτησαν σε βενζινάδικο της εθνικής οδού Αθηνών-Λαμίας. Η μοίρα του 40χρονου υπαλλήλου ήταν προδιαγεγραμμένη. Αφού πήραν τις εισπράξεις, 3.850 δραχμές, υποχρέωσαν τον Γιάννη Τσουτσάνη να τους ακολουθήσει σε ένα κοντινό αλσύλλιο. Δεν συγκινήθηκαν ούτε από το γεγονός ότι με δάκρυα στα μάτια τους παρακαλούσε να τον αφήσουν γιατί είχε μικρό παιδί. Τα «πίκολο, πίκολο» που βγήκαν από το στόμα του δεν τους εμπόδισαν να τον σφάξουν.
Και την επόμενη μέρα κιόλας κατευθύνθηκαν προς την Πάτρα. Στον δρόμο την Μερσεντές την οποία οδηγούσαν προσπέρασε μια BMW με γερμανικές πινακίδες. Λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω οι ρόλοι άλλαξαν και οι δύο δολοφόνοι σταμάτησαν προσποιούμενοι πως ζητούν βοήθεια. Ο 40χρονος μετανάστης Γιώργος Παπαγεωργίου σταμάτησε. Εκτελέστηκε εν ψυχρώ από τον Μπασενάουερ για τα 100 μάρκα και τις 500 δραχμές που είχε μαζί του. Στη συνέχεια πήραν το αυτοκίνητό του. Ήταν το μοιραίο λάθος τους καθώς σε αυτό υπήρχαν ακόμη τα ίχνη αίματος που παρατήρησε η γυναίκα αργότερα.
Δίκη, καταδίκη, εκτέλεση
Στο δικαστήριο εμφανίστηκαν μεταμελημένοι. Ζήτησαν επιείκεια. Δεν έπεισαν όμως κανέναν. Κυρίως, δεν έπεισαν τους δικαστές που τους επέβαλαν πεντάκις (μία για κάθε επίθεση) την θανατική ποινή. Η ετυμηγορία δεν άλλαξε παρά τις προσπάθειες των συνηγόρων τους στο εφετείο και τον Άρειο Πάγο. Η τελευταία «ζαριά» τους ήταν να αιτηθούν μετατροπή της ποινής σε ισόβια. Η ελληνική δικαιοσύνη το αρνήθηκε και αυτό. Οι δύο κατά συρροή δολοφόνοι οδηγήθηκαν σε ξεχωριστές φυλακές και η εκτέλεσή τους ορίστηκε για τις 4 Δεκεμβρίου.
Το μεσοδιάστημα μεταξύ της απόφασης και της εκτέλεσης προκλήθηκαν αρκετές αναταράξεις στις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών. Στην Γερμανία άλλωστε είχε καταργηθεί η θανατική ποινή, γεγονός που οδήγησε σε αντιδράσεις. Σε μια κίνηση στην οποία χωρούν πολλές ερμηνείες, η εκτέλεσή τους αναβλήθηκε. Κάποιοι είπαν πως η Χούντα πίεζε μέσω αυτών την γερμανική κυβέρνηση ώστε να την αναγνωρίσει, κάτι που δεν συνέβη. Την ίδια ώρα ο γερμανικός Ερυθρός Σταυρός έτρεχε έναν έρανο για τους συγγενείς των θυμάτων. Μαζεύτηκαν μόλις 7.522 μάρκα…
Τελικά στις 15 Δεκεμβρίου 1969 δύο εκτελεστικά αποσπάσματα στήνονται χαράματα. Το ένα στην Αίγινα για τον Μπασενάουερ, που έφυγε από τον κόσμο κλαίγοντας με λυγμούς που διακόπηκαν μόνο από τους ήχους των πυροβολισμών. Το άλλο στον Άγιο Ιωάννη της Κέρκυρας για τον Ντουφτ. Επιβεβαιώνοντας τον χαρακτηρισμό του πιο σκληρού και αδίστακτου, δεν δέχτηκε να του κλείσουν τα μάτια, ρώτησε αν το πτώμα του θα επέστρεφε στην Γερμανία και πριν ακουστεί το «πυρ», αποχαιρέτισε τους εκτελεστές του στα ελληνικά λέγοντας απλά «Γεια σας»…
Οι Μπασενάουερ και Ντουφτ έγιναν έτσι εκείνο το πρωί οι τελευταίοι αλλοδαποί που εκτελέστηκαν ποτέ στην Ελλάδα.