«Έναν τελευταίο αγώνα για να ταΐσω τα παιδιά μου»: Η ιστορία του θρυλικού πυγμάχου Μπίλι Μισκ

Το 2010 μπήκε στο Hall Of Fame του αθλήματος, ενώ είναι να απορεί κανείς με το γεγονός ότι το Χόλιγουντ δεν έχει κάνει την περίπτωσή του ταινία.

Ο Μπίλι Μισκ κοιτάζει τον γιατρό στα μάτια. Προσπαθεί να χωνέψει τα λόγια που μόλις βγήκαν από το στόμα του. Η επιστήμη του δίνει περίπου μια πενταετία ζωής ακόμα. Πάσχει από μια θανατηφόρο ασθένεια στους νεφρούς. Ο πυγμάχος με περισσότερες από 70 νίκες στο παλμαρέ του καταλαβαίνει πως πλέον έχει στριμωχθεί για τα καλά στα σκοινιά από έναν αντίπαλο που νομοτελειακά θα τον έβγαζε νοκ άουτ. Την νόσο του Μπράιτ, μια μορφή νεφρικής ανεπάρκειας που δεν δείχνει τον παραμικρό οίκτο απέναντί του.

Είναι μόλις 24 ετών, αλλά έχει προλάβει να φτιάξει οικογένεια… Ο νους του τρέχει στην γυναίκα του και τα τρία παιδιά τους. Τι θα γίνει με αυτούς, εάν (ακολουθώντας τις εντολές των γιατρών) σταματούσε να πυγμαχεί. Όχι. Η απόσυρση δεν είναι επιλογή. Ειδικά από την στιγμή που η επιχείρησή του πώλησης αυτοκινήτων τον έχει φέρει κοντά στην καταστροφή. Βλέπεις, στις πωλήσεις δεν είχε ούτε την μισή επιτυχία σε σχέση με εκείνη που γνώριζε στα ρινγκ. Ήταν ένας απαίσιος πλασιέ, αλλά ένας εξαιρετικός μποξέρ. Αλλά η μόνη δουλειά που έκανε σωστά απειλούσε να τον σκοτώσει μια ώρα αρχύτερα.

Παρά την διάγνωση, ο Μπίλι δεν σταμάτησε να αγωνίζεται. Άλλωστε μέσα σε αυτή την πενταετία που μεσολάβησε από την ώρα της διάγνωσης μέχρι την στιγμή του θανάτου του, καταγράφηκαν και οι περισσότερες από τις 13 -συνολικά- ήττες του. Ήταν η εποχή που θα έκανε οτιδήποτε και θα αντιμετώπιζε οποιονδήποτε προκειμένου να εξασφαλίσει λίγα παραπάνω χρήματα. Ο Μισκ, ο «Κεραυνός του Σεντ Πολ», γέννημα-θρέμμα της Μινεσότα, πλέον ήταν ένας πυγμάχος που αγωνιζόταν ενώ είχε μια θανατική καταδίκη να κρέμεται πάνω από το κεφάλι του και καθώς η υγεία του χειροτέρευε, το ίδιο συνέβαινε και με το ρεκόρ του.

Βέβαια, εκείνον ελάχιστα τον απασχολούσε η αθλητική υστεροφημία του. Το μόνο που τον ενδιέφερε ήταν τι άλλο (εκτός από χρέη) θα άφηνε πίσω στα παιδιά και την γυναίκα του.

Οι ειδικοί του χώρου θεωρούν ότι ο Μισκ, ο οποίος έπαιζε στα μεσαία και τα βαρέα βάρη, ήταν ένας από τους πλέον υποτιμημένους πυγμάχους της εποχής του. Οι ικανότητες και τα ρεκόρ του ήταν τέτοια που θα έπρεπε να του εξασφαλίσουν μια ευκαιρία για κάποια ζώνη. Τελικά, η μία και μοναδική φορά που του δόθηκε, ήταν το 1920. Όταν, δηλαδή, ανεβαίνοντας στο ρινγκ δεν είχε να αντιμετωπίσει μόνο τον Τζακ Ντέμπσι, αλλά και την ασθένεια που του έτρωγε τα σωθικά. Φυσιολογικά ηττήθηκε σε έναν αγώνα που ήταν ο πρώτος που μεταδόθηκε ραδιοφωνικά στις ΗΠΑ και επίσης ο μόνος στην διαδρομή του Μπίλι Μισκ στον οποίο βγήκε νοκ άουτ.

Τα Χριστούγεννα του 1923 πλησιάζουν κι έχει περάσει σχεδόν ένας ολόκληρος χρόνος από την τελευταία φορά που είχε μπει σε ρινγκ. Φανερά αδυνατισμένος και καταβεβλημένος παίρνει τα αποτελέσματα των εξετάσεων και μαζί με αυτά την πρόβλεψη του γιατρού του. «Έχεις δυο μήνες ζωής»… Ο Μπίλι επισκέπτεται τον πρώην ατζέντη του και πέφτει στα γόνατα. Τον εκλιπαρεί με δάκρυα στα μάτια. «Σε παρακαλώ… Έναν τελευταίο αγώνα για να ταΐσω τα παιδιά μου τώρα στις γιορτές»… Ο Τζακ Ρέντι του απαντά πως σε αυτήν την κατάσταση θα τον σκότωνε οποιοσδήποτε αντίπαλος. «Και τι σημασία έχει; Έτσι κι αλλιώς πεθαίνω», απάντησε ο Μισκ.

Ο τελευταίος αγώνας της ζωής του ορίζεται για τις 7 Νοεμβρίου 1923. Η προετοιμασία του μελλοθάνατου μποξέρ δεν έχει την παραμικρή σχέση με αυτήν που θα περίμενε κανείς. Ούτε γυμναστήρια, ούτε προπονήσεις, ούτε σπάρινγκ. Μόνο κοτόσουπες, παυσίπονα και ανάπαυση στο κρεβάτι, προκειμένου να μην εξαντληθεί κι άλλο ο οργανισμός του. Όταν τελικά στέκεται απέναντι στον Μπρέναν (που το 1920 είχε χάσει τον παγκόσμιο τίτλο στον τελευταίο γύρο του αγώνα του με τον Ντέμπσι) η διαφορά μοιάζει να είναι χαώδης. Κι όμως… Στο τέλος εκείνης της βραδιάς ο Μπίλι Μισκ φεύγει νικητής και -ακόμη σπουδαιότερα- με μια επιταγή 2.400 δολαρίων. Ήταν μια βραδιά θαυμάτων στη διάρκεια της οποίας ο τσακισμένος Μισκ κατάφερε να ρίξει στο καναβάτσο δυο φορές τον αντίπαλό του. Πρώτα με ένα αριστερό κροσέ στο ζυγωματικό, στον τρίτο γύρο, και στη συνέχεια με ένα άπερκατ στο σαγόνι, στον τέταρτο, από το οποίο ο Μπρέναν δεν σηκώθηκε ποτέ.

Περίπου 40 μέρες μετά οι γιορτές στο σπίτι της οικογένειας είναι όπως τις είχε ονειρευτεί. Ένα τεράστιο χριστουγεννιάτικο δέντρο, πλούσιο τραπέζι και δώρα για όλους. Την επόμενη μέρα ο Μισκ τηλεφωνεί στον ατζέντη του. «Πεθαίνω» του λέει. Και έχει δίκιο. Μεταφέρεται στο νοσοκομείο, αλλά οι γιατροί δεν μπορούν να κάνουν τίποτα γι’ αυτόν. Την Πρωτοχρονιά του 1924 απλά υπογράφουν το πιστοποιητικό θανάτου του.

Η ιστορία γράφει ότι ο Μισκ τελείωσε την καριέρα του με ένα επίσημο ρεκόρ 72 νικών (με 33 νοκ άουτ), 15 ισοπαλιών και 13 ηττών. Όπως είπαμε, οι πιο πολλές από τις ήττες ήρθαν μετά την διάγνωση, γεγονός που δικαιώνει εκείνους που κάνουν λόγο για έναν αδικημένο μποξέρ, ο οποίος άξιζε περισσότερα, όχι μόνο από τον κόσμο της πυγμαχίας, αλλά και την ίδια την ζωή.

Το 2010 μπήκε στο Hall Of Fame του αθλήματος, ενώ είναι να απορεί κανείς με το γεγονός ότι το Χόλιγουντ δεν έχει κάνει την περίπτωσή του ταινία. Αν και κάποτε προτάθηκε ο ρόλος στον Σαμ Ρόκγουελ σε ένα πρότζεκτ που τελικά δεν ολοκληρώθηκε ποτέ επειδή κόλλησε στο σενάριο. Λες και ο Μισκ δεν έκανε αρκετά για να «γεμίσει» τόμους ολόκληρους…