«Δεν ξέραμε πού πηγαίνουμε»: Η ταινία με τους 46 νεκρούς απ’ το «κτήνος» που απελευθέρωσε ο άνθρωπος

Ήταν καταδικασμένοι από την μέρα που ξεκίνησαν τα γυρίσματα, χωρίς να το γνωρίζουν

Δεν είναι τόσο σπάνιο το φαινόμενο του να περιβάλλεται μια ταινία από αστικούς μύθους (ή και παράξενα γεγονότα) που συνδέουν τους συντελεστές της με μια (τουλάχιστον) κακοδαιμονία.

Συνήθως, οι αναφορές σχετίζονται με φιλμ τα οποία καταπιάνονται με μεταφυσικού χαρακτήρα υποθέσεις, οδηγώντας ένα μέρος του κοινού να κάνει λόγο για κάποιου είδους «κατάρα» που κυνηγά τους πρωταγωνιστές.

Ένα κλασικό τέτοιο παράδειγμα θεωρείται ο Εξορκιστής, ενώ κατά καιρούς φήμες αναπτύχθηκαν και για την τύχη ηθοποιών που έχουν υποδυθεί ρόλους του Χριστού, με τα σενάρια σχεδόν πάντα να είναι εντελώς αβάσιμα και να απέχουν πολύ από την αλήθεια.

Ωστόσο κάποιες άλλες καταγεγραμμένες περιπτώσεις δύσκολα μπορούν να αμφισβητηθούν. Και προφανώς δεν συνδέονται με παραφυσικές ενέργειες και το… υπερπέραν, αλλά με τον ίδιο τον άνθρωπο και τις δραστηριότητές του. Σε αυτήν την κατηγορία ανήκει και η «καταραμένη» ταινία «The Conqueror» (Ο Κατακτητής). Στην Ελλάδα η ταινία παραφράστηκε ως ο «Δαίμων της Ασίας», με τον… δαίμονα της υπόθεσης να μην έχει την παραμικρή σχέση με το τέρας της Αποκάλυψης, αλλά να είναι η ραδιενέργεια…

 

Τα γυρίσματα έγιναν το 1955 και το μεγαλύτερο μέρος τους έλαβε χώρα στο Σεντ Τζορτζ της Γιούτα, μια απομακρυσμένη περιοχή η οποία περιβαλλόταν από έρημο. Για τον σκηνοθέτη και τους υπεύθυνους η τοποθεσία θεωρήθηκε τέλεια, όμως λιγότερο από 150 χιλιόμετρα μακριά ο αμερικανικός στρατός επί μία δεκαετία τέσταρε το πυρηνικό οπλοστάσιο του, πραγματοποιώντας δοκιμές στις νέες βόμβες του.

Τότε –και παρά τα καταστροφικά αποτελέσματα σε Χιροσίμα και Ναγκασάκι μία δεκαετία πριν- το ευρύ κοινό δεν είχε ιδέα για τις μακροχρόνιες συνέπειες του «κτήνους» που είχε απελευθερώσει ο άνθρωπος.

Η ταινία «θάφτηκε» από κοινό και κριτικούς και θεωρήθηκε μία από τις χειρότερες της εποχής. Για ονόματα όπως αυτό του Τζον Γουέιν, που ήταν ο βασικός πρωταγωνιστής, αυτό δεν ήταν πρόβλημα. Η καριέρα του συνεχίστηκε με τα πάνω της (κυρίως) και τα κάτω της, μέχρι να τον χτυπήσει ο καρκίνος και να φύγει από την ζωή.

Κι ενώ για έναν άνθρωπο που υπήρξε για δεκαετίες μανιώδης καπνιστής (κάποιες περιόδους κατανάλωνε περίπου 5-6 πακέτα τσιγάρα την ημέρα) ο καρκίνος είναι ένα ενδεχόμενο που συγκεντρώνει πολλές πιθανότητες να συμβεί, δεν ισχύει το ίδιο με τους υπόλοιπους 90 ανθρώπους που βρέθηκαν κοντά του στα γυρίσματα κι επίσης νόσησαν χωρίς να έχουν τις ίδιες κακές συνήθειες.

Την ίδια τύχη είχε και η συμπρωταγωνίστριά του, Σούζαν Χέιγουορντ, η οποία περίπου 15 χρόνια μετά το φιλμ διεγνώσθη με όγκο στον εγκέφαλο. Η μάχη αποδείχθηκε άνιση και σύντομη. Πέθανε τελικά το 1975, σε ηλικία μόλις 57 ετών, ενώ ο Τζον Γουέιν ήταν επίσης σχετικά νέος καθώς έφυγε από αυτόν τον κόσμο στα 72 χρόνια του.

Οι γιοι του επέμεναν για καιρό ότι ο θάνατος οφειλόταν στα υψηλά επίπεδα ραδιενέργειας στην περιοχή και μάλιστα έφτασαν στο σημείο να μεταβούν εκεί με μετρητές, πολλά χρόνια αργότερα, με αποτέλεσμα να αναπτύξουν και οι ίδιοι όγκους, οι οποίοι ευτυχώς αποδείχθηκαν καλοήθεις.

Αν και πολλοί ακόμη και σήμερα επιμένουν να κάνουν λόγο για ατυχείς συγκυρίες και συμπτώσεις, οι αριθμοί είναι συγκλονιστικοί. Από τους 220 ανθρώπους που εργάστηκαν κατά την διάρκεια των γυρισμάτων στην έρημο της Γιούτα, νόσησαν με διάφορες μορφές καρκίνου οι 91. Και από αυτούς οι 46 πέθαναν. Ανάμεσά τους, εκτός των μεγάλων πρωταγωνιστών Γουέιν και Χέιγουορντ, για τον ίδιο λόγο έφυγε από την ζωή και ο σκηνοθέτης Ντικ Πάουελ.

Επίσης αμείλικτοι είναι οι αριθμοί που σχετίζονται με τις πυρηνικές δοκιμές λίγα μίλια μακριά από τα σκηνικά. Μόνο το 1953 είχαν πραγματοποιηθεί 11, ενώ μέσα στη δεκαετία του ’50 καταγράφηκαν περισσότερες από 100…

Οι συσχετισμοί και οι συνειρμοί είναι αναπόφευκτοι, κάτι που αντιλήφθηκε και ο παραγωγός της ταινίας, Χάουαρντ Χιους. Από τις αρχές του ’70 έβλεπε τους συντελεστές να νοσούν και να πεθαίνουν ο ένας μετά τον άλλον και σύμφωνα με τον αστικό μύθο, οι τύψεις του ήταν τέτοιες που τον οδήγησαν να δαπανήσει περίπου 12 εκατομμύρια δολάρια για να αγοράσει όλα τα εναπομείναντα αντίγραφα της «καταραμένης» ταινίας.

Φήμες, πάντως, λένε πως γνώριζε πολύ καλά πού έστελνε τα κινηματογραφικά συνεργεία, καθώς είχε απόλυτη επίγνωση του τι συνέβαινε στην διπλανή Νεβάδα…