Σήμερα ο Παρθενώνας (και γενικότερα ο ιερός βράχος της Ακρόπολης) θεωρείται ένα μνημείο παγκόσμιας κληρονομιάς, κατασκευασμένο από Έλληνες, αλλά περιουσιακό στοιχείο του ανθρώπινου πολιτισμού στο σύνολό του.
Πλέον θεωρείται αδιανόητο να δοκιμάσει κανείς να καταστρέψει έστω κι ένα κομματάκι του ναού ή οποιουδήποτε άλλου κτηρίου, όμως γνωρίζουμε καλά πως τα πράγματα δεν ήταν πάντοτε έτσι.
Πριν από περίπου 350 χρόνια η διατήρηση των μνημείων δεν αποτελούσε προτεραιότητα σχεδόν για κανέναν. Ούτε βέβαια για τους Τούρκους κατακτητές που τον Σεπτέμβριο του 1685 προετοιμάζονταν για την τελική μάχη απέναντι στο αποβατικό σώμα του Ενετού στρατηγού Μοροζίνι.
Οι δυνάμεις του (περίπου 10.000 άντρες) είχαν ήδη καταλάβει την Πελοπόννησο και βάδιζαν με προορισμό τη σημερινή πρωτεύουσα του σύγχρονου ελληνικού κράτους, την οποία οι Τούρκοι προσπαθούσαν να οχυρώσουν όσο το δυνατόν καλύτερα.
Έτσι, για τις ανάγκες της δικής τους γραμμής άμυνας, υποχρέωσαν τους κατοίκους να εργαστούν σκληρά προκειμένου να αναστηλώσουν τα τείχη του βράχου, θυσιάζοντας και κομμάτια από τον ναό της Απτέρου Νίκης, ενώ κυριεύονται από πανικό όταν βλέπουν τον στρατό του Μοροζίνι στον Ισθμό.
Οι περίπου 500 Οθωμανοί στρατιώτες (και άλλα 2.000 γυναικόπεδα) συγκεντρώνονται στην Ακρόπολη, στην οποία μεταφέρουν όπλα και πολεμοφόδια, ενώ την ίδια ώρα οι Τούρκοι πολίτες εγκαταλείπουν την πόλη.
Μένουν μόνο οι 7.000 – 8.000 Χριστιανοί κάτοικοι, οι οποίοι προσπαθούν να κρύψουν ό,τι πολύτιμο έχουν μέσα σε πηγάδια και λάκκους, ενώ την ίδια στιγμή τρέμουν από τον φόβο τους για το μέλλον καθώς ξέρουν ότι θα βρεθούν ανάμεσα στα πυρά, τη στιγμή μάλιστα που οι Τούρκοι περίμεναν ενισχύσεις από την Βοιωτία, με επικεφαλής τον διαβόητο Σερασκέρη, ο οποίος θα στρατοπέδευε στα σπίτια της πόλης.
Τη νύχτα της 23ης Σεπτεμβρίου ο Καίνιξμαρκ, ως αρχηγός της πολιορκίας, τοποθετεί 15 κανόνια στο σημείο που σήμερα είναι το εκκλησάκι του Άι Δημήτρη του Λουμπαρδιάρη, 9 κανόνια στην Πνύκα, 3 όλμους στον Άρειο Πάγο και ακόμη 2 στη συμβολή των σημερινών οδών Βουλής και Κυδαθηναίων.
Όλα στοχεύουν προς ένα σημείο. Την Ακρόπολη…
Οι Τούρκοι πίστευαν πως Ευρωπαίοι –και μάλιστα Χριστιανοί- δεν θα τολμούσαν να χτυπήσουν τον Παρθενώνα. Αποδείχτηκε πως η πρόβλέψή τους ήταν εντελώς λανθασμένη.
Επί τρεις μέρες ακολουθεί ένα διαρκές σφυροκόπημα από τους Ενετούς, οι οποίοι αλλάζουν θέσεις στα κανόνια τους, στοχεύοντας τις αποθήκες όπου βρίσκονταν θαμμένα τα πυρομαχικά. Βομβαρδίζουν δίχως να δείχνουν το παραμικρό έλεος για τις γυναίκες, τα παιδιά ή τα 2.500 χρόνια ιστορίας που κουβαλά αυτός ο ιερός χώρος.
Όταν κάποιος τους δίνει την πληροφορία ότι οι πυριτιδαποθήκες είναι μέσα στον ίδιο τον Παρθενώνα, δεν διστάζουν στιγμή. Στοχεύουν εκεί και ένα ολόκληρο μερόνυχτο βομβαρδίζουν και από τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα τον ναό. Η μεγαλύτερη βεβήλωση και το μεγαλύτερο κακό στο πέρασμα του χρόνου είναι έτοιμο να συμβεί. Αρκεί μία βόμβα, ένας όλμος, μια σπίθα…
Και πραγματικά έτσι γίνεται. Τα ξημερώματα της 27ης Σεπτεμβρίου, μια νύχτα με πανσέληνο, ο ουρανός γίνεται ακόμη πιο φωτεινός, αλλά για όλους τους λάθος λόγους. Η οβίδα βρίσκει στόχο, περνώντας μέσα από έναν φεγγίτη της κορυφής. Μια αποθήκη γεμάτη μπαρούτι εκρήγνυται και παίρνει μαζί της αναρίθμητες ζωές, απειλώντας παράλληλα να θέσει τέλος σε μια σειρά 2.137 χρόνων διαρκούς ύπαρξης του Παρθενώνα.
Πρόκειται για την μεγαλύτερη ζημιά που είχε υποστεί ποτέ το μνημείο. Είχε αντέξει σεισμούς και βαρβάρους, αλλά έμελλε να γίνει θύμα όχι αλλόθρησκων, αλλά «φίλων» Ευρωπαίων.
Του Μοροζίνι και των στρατηγών του, που «κέρδισαν» έτσι μια θέση ανάμεσα στους τόσους δαίμονες που δεν έδειξαν σεβασμό στο μεγαλείο που διαμόρφωσε τον παγκόσμιο πολιτισμό και επομένως ακόμη και τους ίδιους.