«Βρήκαμε φλέβα μαύρου χρυσού»: Η μέρα που οι Αθηναίοι κοιμήθηκαν φτωχοί και πίστεψαν ότι ξύπνησαν ζάμπλουτοι

Άνθρακες ο θησαυρός...

Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 οι μισοί Έλληνες (και βάλε) είχαν πειστεί ότι θα γίνουν πλούσιοι από το χρηματιστήριο. Αρκετοί τα κατάφεραν, οι περισσότεροι όμως εγκλωβίστηκαν και το φιάσκο έμεινε στην ιστορία ως σκάνδαλο.

Πολλά χρόνια πριν, οι παππούδες των προσκυνητών της Σοφοκλέους είχαν πιστέψει ότι είχαν βρει μια άλλη «φλέβα χρυσού». Η διαφορά είναι ότι εκείνη την εποχή οι μεγάλες προσδοκίες είχαν συνυφαστεί με την έξοδο από τη φτώχεια και όχι με την επίδειξη του κοινωνικού και οικονομικού status.

Βρισκόμαστε στην Αθήνα του 1933. Η φτώχεια μαστίζει την πλειονότητα του πληθυσμού, σε πολλές περιοχές δε είναι έντονο το πρόβλημα της λειψυδρίας. Μία από αυτές και το Μοσχάτο, όπου το κοινό δίκτυο της «Ούλεν» μπορεί να καλύψει μόνο το 1/3 του συνόλου των κατοίκων. Το Μοσχάτο εκείνης της εποχής δεν είχε βέβαια καμία σχέση με αυτό που είναι σήμερα. Επρόκειτο για μια αραιοκατοικημένη περιοχή γεμάτο από μικρούς λαχανόκηπους, που έθρεφαν τα λιγοστά φτωχόσπιτα. Η περιοχή ήταν πάντως υπό ανάπτυξη, φιλοξενώντας κάμποσα εργοστάσια και βιομηχανίες.

Οι περισσότεροι κάτοικοι προσπαθούσαν να αντιμετωπίσουν την έλλειψη ύδρευσης με αυτοσχέδια πηγάδια στις αυλές των σπιτιών τους. Αλλά ακόμα και αυτό το νερό ήταν υφάλμυρο, που σημαίνει ότι δεν πινόταν. Στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, το νερό από τα πηγάδια χρησίμευε στο πότισμα, στο μαγείρεμα και την καθαριότητα.

Ένας από αυτούς που προσπάθησαν να φτιάξουν στο Μοσχάτο το δικό τους πηγάδι ήταν και ο Χαράλαμπος Ζαμπέλης, υπάλληλος σε ένα καφενείο στο κέντρο της Αθήνας. Σκάβοντας την αυλή του σπιτιού του, βρήκε νερό στα πέντε μέτρα βάθος. Όλα κυλούσαν φυσιολογικά όταν ξαφνικά από την τρύπα που είχε ανοίξει άρχισε εκτός από νερό να αναβλύζει και πετρέλαιο! Η αρχική σκέψη που έκανε ήταν ότι επρόκειτο για δολιοφθορά ή κακόγουστη φάρσα από κάποιον γείτονά του. Ήταν αδύνατο να πιστέψει σε πρώτη φάση την… τύχη που τον είχε βρει.

Ο Ζαμπέλης έφτασε έως τον κοινοτάρχη του Μοσχάτου για να διαμαρτυρηθεί και να ζητήσει βοήθεια ώστε να βρεθεί ο «ένοχος». Όταν ο κοινοτάρχης, Δημήτρης Μιχαλοδημητράκης, πήγε μαζί του στο πηγάδι για «αυτοψία», έμεινε άναυδος από την ανακάλυψη. Δεν επρόκειτο για… οφθαλμαπάτη, αλλά για… ολόμαυρο, ατόφιο πετρέλαιο! Ο Ζαμπέλης ξεπερνά την αρχική αμηχανία του «είναι πολύ καλά για να είναι αληθινό» και μαζί με τον κοινοτάρχη ξεσπούν σε πανηγύρια.

Η είδηση για την ανακάλυψη πετρελαιοπηγής στο Μοσχάτο γίνεται πρώτο θέμα συζήτησης στην Αθήνα. Δημοσιογράφοι από τις εφημερίδες της εποχής σπεύδουν στην περιοχή για να κάνουν ρεπορτάζ, ενώ ο Χαράλαμπος Ζαμπέλης ιδρύει εταιρία με τρεις συνεταίρους για να επενδύσει πάνω στον απροσδόκητο πλούτο που βρέθηκε κάτω από τα πόδια του.

Ο Τύπος δημοσιεύει φωτογραφίες με εργάτες να βγάζουν με τους κουβάδες το πετρέλαιο από την πηγή. Κάποιοι – οι πιο δύσπιστοι – κάνουν πρόχειρα πειράματα, βουτώντας πανιά στο μαύρο υγρό για να διαπιστώσουν με… ηδονή ότι η σπίθα ενός σπίρτου τα μετατρέπει σε παρανάλωμα του πυρός.

Όλη η Αθήνα κατακλύζεται από μια άνευ προηγουμένη φρενίτιδα για το μαύρο χρυσό, που από στόμα σε στόμα εξαπλώνεται σιγά – σιγά και στην υπόλοιπη Ελλάδα. Στο Μοσχάτο οι κάτοικοι σκάβουν μανιασμένα απ’ άκρη σε άκρη, πεπεισμένοι ότι η χώρα είναι ήδη μια μικρή… Σαουδική Αραβία.

Ένας πρόσθετος λόγος που συνέβαινε αυτό είναι ότι όσο προχωρούσε η εκσκαφή στο πηγάδι του Ζαμπέλη τόσο μεγαλύτερη ποσότητα… γάργαρου πετρελαίου έβγαινε στην επιφάνεια! Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής μέσα σε μόλις δύο ημέρες είχαν εξαχθεί 1.200 οκάδες. Επιπλέον, ο γερουσιαστής Αττικοβοιωτίας και χημικός στο επάγγελμα Δημήτρης Ζαμάνος έδωσε στη δημοσιότητά τα αποτελέσματα των πρώτων αναλύσεων. Σύμφωνα με αυτά το δείγμα πετρελαίου που είχε εξετάσει ήταν εξαιρετικής ποιότητας.

Όπως αποδείχτηκε όμως, το παραμύθι είχε… δράκο. Ο Ζαμάνης είχε προειδοποιήσει με… ψιλά γράμματα ότι για να τεκμηριωθεί η ύπαρξη κοιτάσματος θα έπρεπε οι εργάτες να ψάξουν σε 300 μέτρα βάθος. Το γεγονός ότι το ίδιο φαινόμενο παρουσιαζόταν και στο πηγάδι μιας εταιρείας φαρμακευτικών και χημικών προϊόντων, που βρισκόταν σε 300 μέτρα απόσταση από το οικόπεδο του Ζαμπέλη, δεν ήταν για τους ειδικούς «ενισχυτικό» αισιοδοξίας.

Όσο πιο βαθύ γινόταν το πηγάδι τόσο λιγόστευε το πετρέλαιο ολοένα και λιγόστευε. Ο Ζαμπέλης είχε ξοδέψει όλες τις οικονομίες του και είχε πάρει δάνεια για να σκάψει το χωράφι και να συστήσει την εταιρία που θα αξιοποιούσε το κοίτασμα. Το όνειρο για μια καλύτερη ζωή, που είχαν μοιραστεί και οι συντοπίτες του, κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος. Πετρέλαιο υπήρχε, όχι όμως και πετρελαιοπηγή. Όπως διαπιστώθηκε δεν ήταν… παρθένο. Προερχόταν από τη διαρροή που υπήρχε στο παρακείμενο εργοστάσιο, η οποία είχε τροφοδοτήσει και το αντίστοιχο πηγάδι της εταιρίας χημικών προϊόντων.

Τα επόμενα χρόνια η πετρελαιοπηγή του Μοσχάτου πέρασε στη λαϊκή κουλτούρα ως ανέκδοτο. Και ως μία ακόμα απόδειξη ότι ο Έλληνας ενθουσιάζεται πολύ εύκολα όταν μπροστά του ξεδιπλώνεται απλόχερα κατά τα φαινόμενα η προοπτική του εύκολου κέρδους.