«Καρφί και πρόκα...»: Η πολιτική δολοφονία που θα στοιχειώνει για πάντα την Νέα Δημοκρατία

Η δολοφονία του Νίκου Τεμπονέρα στοίχειωσε για πάντα τα ελληνικά 90s...

Οι αρχές της δεκαετίας του ’90 αποτελούσαν μια πολύ έντονη περίοδο για την ελληνική κοινωνία: μπορεί να έχει περάσει στα ψιλά αλλά οι διεργασίες που εξελίσσονταν στο εσωτερικό της ήταν πολύ συγκρουσιακές και αποτελούσαν την συσσώρευση του κλίματος πόλωσης αλλά και απόλυτης ΠΑΣΟΚ-ικής ηγεμονίας στα 80s.

Είναι μια περίοδος κατά την οποία η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη απολαμβάνει την κυβερνητική εξουσία έπειτα από μια δεκαετία απανωτών εκλογικών ηττών από το ΠΑΣΟΚ. Ο Μητσοτάκης έχει μπει στη διαδικασία να αναδεικνύει ξανά και ξανά την πρόθεσή του να μιμηθεί τις πολιτικές της Μάργκαρετ Θάτσερ στην Βρετανία και να προωθεί νεοφιλελεύθερα νομοσχέδια, ενώ σε όλο αυτό το κλίμα συνεισφέρει και η κλιμακούμενη κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης που μεταφέρει το λεγόμενο ηθικό πλεονέκτημα στην δεξιά.

Όμως, παρά τις εκτιμήσεις της Νέας Δημοκρατίας που κάνουν λόγο για «αναίμακτη» επιβολή νεοφιλελεύθερων πολιτικών, οι κοινωνικές αντιστάσεις προέκυψαν από εκεί που κανείς δεν το περίμενε: από τον χώρο της εκπαίδευσης και πιο συγκεκριμένα, από τους μαθητές και τους φοιτητές. Παιδιά που δεν κουβαλούσαν κανένα ίχνος ηττοπάθειας εξαιτίας της επαναφοράς της δεξιάς στην κυβέρνηση μετά τα χρόνια του ΠΑΣΟΚ, που δεν ένιωθαν κανένα αρνητικό συναίσθημα εξαιτίας της παρακμής της Σοβιετικής Ένωσης (διότι άλλωστε δεν είχαν μεγαλώσει έχοντας εναποθέσει σε αυτή κάποια ελπίδα), παιδιά απαλλαγμένα από ψυχολογικά βάρη, προκάλεσαν ακομπλεξάριστα πολιτικό κόστος στην κυβέρνηση Μητσοτάκη.

Αφορμή υπήρξε το πολυνομοσχέδιο που κατέθεσε το φθινόπωρο του 1990 η κυβέρνηση Μητσοτάκη αναφορικά με την Παιδεία, το οποίο προέβλεπε μεταξύ άλλων λειτουργία ιδιωτικών ΑΕΙ, κατάργηση της δωρεάν παροχής συγγραμμάτων, επιβολή χρονικού ορίου στις σπουδές, πιθανό περιορισμό του πανεπιστημιακού ασύλου, επιβολή ομοιόμορφης ενδυμασίας, έπαρση της σημαίας και μια σειρά από άλλα, αντίστοιχα μέτρα που γυρνούσαν την εκπαίδευση κάπου στα μέσα των 60s.

Τα σχολεία και οι σχολές προχώρησαν σε μαζικές καταλήψεις τον Οκτώβριο του 1990. Όταν μπήκε το 1991, οι καταλήψεις συνεχιζόντουσαν, οι πορείες, οι διαδηλώσεις, οι συγκρούσεις με τα ΜΑΤ είχαν γίνει μια εδραιωμένη πραγματικότητα: είτε το νομοσχέδιο θα αποσυρόταν είτε δεν θα ξαναγινόταν μάθημα, ήταν ξεκάθαρο αυτό. Ο υπουργός Παιδείας, Βασίλης Κοντογιαννόπουλος ρίχνει κι άλλο λάδι στη φωτιά όταν δηλώνει ότι όσοι μαθητές συμπληρώσουν 50 αδικαιολόγητες απουσίες λόγω των καταλήψεων θα χάσουν τη χρονιά: η Νέα Δημοκρατία κοντεύει να πέσει από την κυβέρνηση.

Η 7η Ιανουαρίου του 1991 έμεινε στην ιστορία ως μία από τις πιο άγριες μέρες εκείνης της συνεχιζόμενης σύγκρουσης. Οι πιο παλιοί γνωρίζουν πως ό,τι υπήρξε σε επίπεδο ακροδεξιάς βίας η φασιστική Χρυσή Αυγή μερικά χρόνια αργότερα, υπήρξαν στα τέλη των 80s και στις αρχές των 90s οι «Κένταυροι» και οι «Rangers», ομάδες κρούσης με ακροδεξιά ιδεολογία που δρούσαν κατά βάση στην Πελοπόννησο, τα μέλη των οποίων άνηκαν κατά βάση στην ΟΝΝΕΔ. Αυτά τα «μπουμπούκια» όρισαν την 7η Ιανουαρίου του 1991.

Οι ακροδεξιοί τραμπούκοι μπουκάρουν σε ένα σχολείο της Πάτρας για να «σπάσουν» την κατάληψη: για να δείρουν τους καταληψίες δηλαδή. Στο διάβα τους βρέθηκε ο Νίκος Τεμπονέρας, ένας καθηγητής που βρισκόταν στο σχολείο στηρίζοντας την σχολική κατάληψη, ο οποίος δέχθηκε σιδερολοστό στο κεφάλι από τους επιτιθέμενους και έπεσε νεκρός. Επρόκειτο για ένα από τα πιο χαρακτηριστικά πολιτικά εγκλήματα της Μεταπολίτευσης.

Ο δολοφόνος Ιωάννης Καλαμπόκας συλλαμβάνεται αλλά η πολιτική διάσταση της δολοφονίας στέλνει το θερμόμετρο στα ύψη: η δολοφονία του Τεμπονέρα κάνει το κίνημα καταλήψεων να θεριέψει, κάθε πιθανότητα γεφύρωσης ανάμεσα στις καταλήψεις και την κυβέρνηση παύει να ισχύει. Το νομοσχέδιο αποσύρεται, το κίνημα νικάει, η Νέα Δημοκρατία γνωρίζει ένα τεράστιο πολιτικό πλήγμα που ποτέ δεν κατάφερε να ξεπεράσει.

28 χρόνια μετά, η δολοφονία Τεμπονέρα παραμένει ένα από τα μεγαλύτερα πολιτικά φαντάσματα στην ιστορία της Νέας Δημοκρατίας, μια από τις πιο «σκοτεινές» σελίδες της. Οι «Κένταυροι» και οι «Rangers» μπορεί να μην υπάρχουν πλέον, μπορεί ο δολοφόνος Καλαμπόκας να μπήκε φυλακή για χρόνια, όμως δεν είναι λίγοι εκείνοι που ισχυρίζονται πως οι ηθικοί αυτουργοί και πολιτικοί καθοδηγητές των παρακρατικών επιθέσεων όχι απλά έμειναν ατιμώρητοι αλλά έκαναν και πολιτική καριέρα στην Νέα Δημοκρατία.

Μέχρι και σήμερα πάντως, πολλές μαθητικές και φοιτητικές γενιές αργότερα, κάθε πανεκπαιδευτικό συλλαλητήριο δονείται από ένα πολύ χαρακτηριστικό σύνθημα: «Ζει! Ζει! Ο Τεμπονέρας ζει»! Και σχεδόν πάντα, ακολουθεί και ένα σύνθημα οργής για τον δολοφόνο του: «Καρφί και πρόκα σε κάθε Καλαμπόκα».