«Θα εκραγεί, γυρίστε πίσω»: Η αναγκαστική προσγείωση του Boeing της Ολυμπιακής λόγω...βόμβας

Η ψυχραιμία του πιλότου και ο πανικός των επιβατών

Ο πιλότος της πτήσης 864 της Ολυμπιακής Αεροπορίας ακούει προσεκτικά τον πύργο ελέγχου του αεροδρομίου του Ελληνικού. Τον ενημερώνουν πως ελάχιστα λεπτά πριν κάποιος άγνωστος είχε τηλεφωνήσει, υποστηρίζοντας πως στο αεροσκάφος έχει τοποθετηθεί βόμβα

Από εδώ κι εμπρός κάθε λεπτό μετράει και οι στιγμές είναι τέτοιες που απαιτείται… ολύμπια ψυχραιμία από τον κυβερνήτης του αεροσκάφους τύπου Boeing 737 της Ο.Α, που ποτέ στο παρελθόν δεν είχε ζήσει κάτι ανάλογο. Η εταιρεία που είχε ιδρύσει ο Ωνάσης και είχε περάσει στα χέρια του ελληνικού δημοσίου (πριν ιδιωτικοποιηθεί ξανά πριν μερικά χρόνια) είχε ένα σχεδόν αψεγάδιαστο ρεκόρ σε ό,τι αφορούσε θέματα ασφάλειας, καθώς «μετρούσε» ελάχιστα ατυχήματα, ενώ στο παρελθόν δεν είχε αντιμετωπίσει ανάλογα περιστατικά σχετιζόμενα με τρομοκρατική δράση.

Παρά το γεγονός, λοιπόν, πως όλοι οι εμπλεκόμενοι ήταν εντελώς πρωτάρηδες σε τέτοιες καταστάσεις, τα πάντα κυλούν βάσει σχεδίου.

Ο πιλότος του αεροπλάνου που είχε μόλις απογειωθεί από το Ελληνικό μένει ψύχραιμος και ακολουθεί κάθε βήμα που προβλέπεται στα πρωτόκολλα. Άλλωστε το μόνο που μπορεί να κάνει πια είναι να οδηγήσει το αεροσκάφος πίσω στον αεροδιάδρομο, κάτι για το οποίο ενημερώνει πλήρωμα και επιβάτες, χωρίς φυσικά να αποκαλύπτει την πραγματική αιτία για αυτήν την εξέλιξη.

Αρκείται στο να πει από το μικρόφωνο πως έχει προκύψει ένα μικρό θέμα, το οποίο μπορεί να λυθεί μόνο από τους μηχανικούς εδάφους, ότι δεν συντρέχει κανένας λόγος ανησυχίας και καταλήγει στο ότι το Boeing θα επιστρέψει στην Αθήνα, αντί να συνεχίσει την πτήση του.

Όπως είναι λογικό, αρκετοί από τους επιβαίνοντες δυσανασχετούν για το «πήγαινε-έλα» και την δεδομένη καθυστέρηση, αλλά κανείς δεν μπορεί να φανταστεί τον πραγματικό λόγο για αυτή την απρόσμενη εξέλιξη. Κανείς δεν φαντάζεται ότι λίγη ώρα πριν κάποιος είχε κάνει προειδοποιητικό τηλεφώνημα για τοποθέτηση βόμβας σε ένα αεροσκάφος ελληνικών συμφερόντων το μακρινό 1980, μια εποχή κατά την οποία δεν είχαν δοθεί «δικαιώματα» σε ξένες τρομοκρατικές δυνάμεις ώστε αυτές να προχωρήσουν σε μια τέτοια πράξη μίσους.

Κι ενώ πάνω στον αέρα όλα κυλούν ομαλά και ο κυβερνήτης πραγματοποιεί με απόλυτη ηρεμία την στροφή και βάζει το αεροπλάνο σε διαδικασία προσγείωσης χωρίς «παρατράγουδα», κάτω στη γη τα πράγματα εξελίσσονται διαφορετικά.

Οι άνδρες της ασφάλειας του αεροδρομίου, αλλά και οι υπεύθυνοι της εταιρείας μέσω του τηλεφωνήματος έχουν λάβει την πληροφορία πως η βόμβα θα μπορούσε να εκραγεί από λεπτό σε λεπτό. Έτσι παίρνουν μια απόφαση, που αργότερα θα αποδειχθεί εντελώς λανθασμένη.

Όταν τελικά το Boeing σταματήσει μετά την τροχιοδρόμησή του, οι σκάλες αποβίβασης δεν φτάνουν ποτέ. Οι υπεύθυνοι θεωρούν ότι δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο και δίνουν εντολή στον πιλότο να ανοίξει τις εξόδους κινδύνου, προκειμένου να κατέβουν οι ειδικές φουσκωτές τσουλήθρες και να αποβιβαστεί ο κόσμος όσο το δυνατό πιο σύντομα.

Όμως η εικόνα και μόνο προκαλεί αυτό που ο πιλότος είχε κατορθώσει να αποφύγει όλο το προηγούμενο διάστημα: Πανικό!

Στη θέα της φουσκωτής τσουλήθρας πολλοί είναι εκείνοι που χάνουν την ψυχραιμία τους, παρασύροντας με τον πανικό τους και τους υπόλοιπους, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει ένας… αγώνας δρόμου για το ποιος θα προλάβει να κατέβει πρώτος.

Οι επιβάτες στριμώχνονται, σπρώχνονται και το αίσθημα της επιβίωσης νικά την λογική. Ακολουθούν αψιμαχίες και το «σώζων εαυτόν σωθήτο» είναι η μόνη σκέψη που περνά από το μυαλό των πανικοβλημένων επιβατών. Σύμφωνα με τον Τύπο της εποχής, θύματα ήταν ένα παιδί κι ένας άντρας μεγαλύτερης ηλικίας, που κατέληξαν στο νοσοκομείο με σπασμένο χέρι και πόδι, αντίστοιχα, ενώ αρκετοί ήταν εκείνοι που μεταφέρθηκαν στα εξωτερικά ιατρεία για τις πρώτες βοήθειες, φέροντας μώλωπες και τραύματα από την «μάχη» που είχε προηγηθεί κατά την εσπευσμένη εγκατάλειψη του Boeing.

Όταν το αεροπλάνο επιθεωρήθηκε από τις ειδικές μονάδες της αστυνομίας και τους τεχνικούς δεν βρέθηκε τίποτα. Ούτε… υποψία βόμβας δεν υπήρχε τοποθετημένη εκεί… Αποδείχθηκε ότι ήταν μια καθόλου αθώα φάρσα, που θα μπορούσε να είχε προκαλέσει, εκτός από πανικό, και τον θάνατο κάποιου. Από ένα απλό, αλλά διεστραμμένο, τηλεφώνημα.