Ευτυχώς για τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις, μια χούφτα άνδρες του Πολεμικού Ναυτικού, το πλήρωμα του θρυλικού «Βέλους», τίμησαν την στολή, το εθνόσημο και κυρίως τον όρκο τους περί υπεράσπισης του Συντάγματος και της πατρίδας, την ώρα που άλλοι την αμαύρωναν, επιβάλλοντας στρατιωτική δικτατορία στην Ελλάδα.
Σήμερα το συγκεκριμένο αντιτορπιλικό λειτουργεί ως μουσείο του αντιδικτατορικού αγώνα και είναι επισκέψιμο για το κοινό (αυτό το διάστημα βρίσκεται στη Νέα Παραλία Θεσσαλονίκης) και υπενθυμίζει την πράξη ανδρείας, όταν πίσω στο 1973 διατράνωσε με τρόπο που είχε απίστευτο αντίκτυπο την αντίθεση των Ελλήνων στη Χούντα.
Άλλωστε το Ναυτικό εξαρχής ήταν το Σώμα που εξέφρασε την έμπρακτα την αντίδρασή του στην υφαρπαγή της εξουσίας και στην κατάλυση του πολιτεύματος. Η παραίτηση του αρχηγού ΓΕΝ, Κωνσταντίνου Εγκολφόπουλου ήταν άμεση, ενώ τον Δεκέμβριο του 1967 εκδηλώθηκε και το αποτυχημένο αντικίνημα, ξανά από ανώτερους αξιωματικούς του Ναυτικού, που έμειναν πιστοί στην Δημοκρατία, οι οποίοι ακόμη και μετά την καταστολή του, συνέχιζαν να αναζητούν τρόπους δράσης, χωρίς φυσικά να γίνουν αντιληπτοί από τους Συνταγματάρχες, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση, η εκτέλεσή τους για «προδοσία» θα ήταν δεδομένη.
Ήδη από το 1969 οι πλωτάρχες Παππάς, Μάλιαρης, Σέκερης, Παπαθανασίου, Σταθόπουλος, Παπαδόγκωνας, Γκιόγκεζας, Κουσουρής αλλά και άλλοι εξέταζαν τις επιλογές τους, μεταξύ των οποίων ήταν και η κατάληψη της Σύρου και η εκεί σύσταση κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας, με επικεφαλής κάποιο κοινά αποδεκτό πρόσωπο, όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που γνώριζε τις προθέσεις του. Στην πορεία –και κάτω από συνθήκες άκρας μυστικότητας- στο Κίνημα εντάχθηκαν και αξιωματικοί άλλων σωμάτων, όμως τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως θα ήθελαν οι συμμετέχοντες.
Τα σχέδια τους διέρρευσαν και μόλις δύο μέρες πριν την ημερομηνία που είχε οριστεί για την εκδήλωσή του, ήρθαν οι συλλήψεις και τα βασανιστήρια από τους Χουντικούς. Συνολικά φυλακίσθηκαν 63 αξιωματικοί του ναυτικού, πέντε αεροπόροι, πέντε του στρατού ξηράς και έξι πολίτες. Εκείνη την μέρα (23 Μαΐου 1973), το αντιτορπιλικό «Βέλος» έπλεε ανοιχτά της Σαρδηνίας, συμμετέχοντας σε άσκηση του ΝΑΤΟ, με κυβερνήτη τον Νίκο Παππά. Τα τραγικά νέα έφτασαν ως εκεί και πλέον ο έμπειρος ναυτικός γνώριζε πως δεν υπήρχε επιστροφή για εκείνον και τους άνδρες του στην Ελλάδα.
Το αντιτορπιλικό τύπου Fletcher, ένα από τα μόλις τέσσερα που υπάρχουν πια στον πλανήτη, άρχισε να απομακρύνεται από τον ΝΑΤΟϊκό σχηματισμό, χωρίς τα κατώτερα μέλη του πληρώματος να γνωρίζουν τι συμβαίνει. Τότε, όπως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, ο καπετάνιος έκανε ένα βήμα μπροστά και ανέλαβε το βάρος, συναισθανόμενος τις ώρες ευθύνης που ζούσε.
Οι 7 αξιωματικοί και οι 25 υπαξιωματικοί πλέον γνώριζαν τι είχε συμβεί πίσω στην πατρίδα. Γνώριζαν για την προδοσία από τους συναδέλφους τους και επιπλέον ήταν υποχρεωμένοι να μαθαίνουν ότι οι επίορκοι χουντικοί είχαν το θράσος να χαρακτηρίζουν αυτούς «προδότες», κάνοντας λόγο για «οπερέτα ναυτικού κινήματος ολίγων αποστράτων αξιωματικών»…
Όμως ο Νίκος Παππάς και οι άνδρες του, από την Ιταλία πλέον όπου βρίσκονταν, είχαν επιτέλους φωνή. Και φυσικά πάμπολλα στοιχεία για τις θηριωδίες του καθεστώτος πίσω στην Ελλάδα. Διοργανώνοντας συνεχείς συνεντεύξεις Τύπου, έχοντας αιτηθεί πολιτικού ασύλου, κατέδειξαν την κατάσταση πίσω στην πατρίδα και αναγκάζοντας την Ευρώπη και τον υπόλοιπο κόσμο να ακούσει και κυρίως να πιστέψει.
Μερικούς μήνες αργότερα, ήταν ένα από τα πλοία που έσπευσαν προς υπεράσπιση της Κύπρου, όταν οι θρασύδειλοι πραξικοπηματίες παρέδιδαν ξανά την εξουσία, έχοντας προλάβει να προδώσουν και την Κύπρο. Αυτοί οι άθλιοι, αυτόκλητοι σωτήρες, που εξευτέλισαν την στολή και τους όρκους του…