Το ερειπωμένο «φάντασμα» της Δραπετσώνας

Ένας αιώνας ιστορίας που έγινε χαλάσματα

Σχεδόν έναν αιώνα έμεινε σε λειτουργία και μέσα σε αυτό το διάστημα πρόλαβε να κάνει την διαδρομή από το ζενίθ στο απόλυτο ναδίρ. Το εργοστάσιο λιπασμάτων της Δραπετσώνας (ή ότι απέμεινε από αυτό) στέκει για να υπενθυμίζει την υποβάθμιση μιας ολόκληρης περιοχής που συνδέθηκε όσο ελάχιστες με την βιομηχανική κληρονομιά του τόπου μας.

Στις αρχές του 20ου αιώνα, σε μια Ελλάδα πολύ διαφορετική από κάθε άποψη από την σημερινή, ξεκινά την λειτουργία της η Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Χηµικών Προϊόντων και Λιπασµάτων ή αλλιώς Α.Ε.Ε.Χ. Π & ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ.

Μια παραθαλάσσια έκταση συνολικού εμβαδού 245 στρεμμάτων δεσμεύεται για τις ανάγκες των εργασιών του και μέχρι το τέλος του 1909, υψώνονται κτίρια και τσιμινιέρες (το σήμα κατατεθέν της περιοχής) που δίνουν ζωή στην περιοχή, προσφέροντας δουλειά σε πολλούς κατοίκους, την ίδια ώρα που φυσικά επιβαρύνουν περιβαλλοντικά με τα απόβλητά τους.

Το «τίμημα» είναι μεν μεγάλο, αλλά για το σχετικά νεοσύστατο σύγχρονο ελληνικό κράτος μια τέτοια επένδυση θεωρείται άκρως σημαντική στην προσπάθεια εκβιομηχάνισης και ανοικοδόμησης της χώρας. Μια ομάδα επιχειρηματιών, με πρόσβαση σε τραπεζικά κεφάλαια και επικεφαλής τον Νικόλαο Κανελλόπουλο ιδρύουν την εταιρεία η οποία παράγει οξέα, χημικά λιπάσματα και φυτοφάρμακα, ενώ στις εγκαταστάσεις του συμπεριλαμβάνεται και υαλουργείο. Μέσα σε μερικά χρόνια η μονάδα γιγαντώνεται, δίνοντας τον τόνο της ανάπτυξης και μετατρέπεται σε μια από τις σημαντικότερες βιομηχανίες στην Ελλάδα.

Ωστόσο ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αφήνει έντονα τα σημάδια του και στην μονάδα της Δραπετσώνας, που παρά τις μεγάλες ζημιές που υπέστη, συνεχίζει την λειτουργία της. Πλέον, όμως, χρειάζεται νέα κεφάλαια για την επανεκκίνησή της. Τότε είναι που ένας δεύτερος γνωστός επιχειρηματίας, ο Πρόδρομος Μποδοσάκης Αθανασιάδης διακρίνει την ευκαιρία. Το σχέδιο Marshal για την ανοικοδόμηση της ρημαγμένης από τους Ναζί Ευρώπης φέρνει νέο χρήμα και δυνατότητες. Έτσι το 1947 το εργοστάσιο αλλάζει χέρια και ιδιοκτησία και κατά την διάρκεια της δεκαετίας του ’50 ζει πραγματικές μέρες δόξας.

Στην περίοδο της ακμής της η Α.Ε.Ε.Χ. Π & ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ σχεδόν μονοπωλεί την παραγωγή και στις 109 διαφορετικές μονάδες της, συνολικής δομημένης επιφάνειας 146.000 τετραγωνικών μέτρων βρίσκουν δουλειά περίπου 4.000 άνθρωποι. Εκείνη την εποχή τίποτα δεν δείχνει ικανό να σταματήσει την πορεία του. Όπως, όμως, συνέβη και με πολλές άλλες επιχειρήσεις, μέσα στην δεκαετία του ’70 η μεγάλη πετρελαϊκή κρίση (σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες) βάζει εμπόδια που μελλοντικά θα αποδειχτούν ανυπέρβλητα.

Στα χρόνια που ακολούθησαν οι αρχικά μικρές ζημίες γίνονται μεγαλύτερες, συσσωρεύονται και τελικά οδηγούν την «φάμπρικα», την μεγαλύτερη της Δραπετσώνας και κάποτε την μεγαλύτερη της Ελλάδας, σε μαρασμό.

Μέσα σε αυτό το κλίμα έρχεται και η δολοφονία του Αλέξανδρου Μποδοσάκη (τότε κληρονόμου και βασικού μετόχου της επιχείρησης) από την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη να συμβάλλει στην παρατεταμένη κρίση, αφού το εργοστάσιο μένει πίσω σε τεχνολογικούς όρους έναντι του ανταγωνισμού και πλέον η λειτουργία του καθίσταται διαρκώς ζημιογόνος, χωρίς να φαίνεται να υπάρχει ελπίδα ανάκαμψης.

Έτσι, το 1992 η Ανώνυμη Ελληνική Εταιρεία Χηµικών Προϊόντων και Λιπασµάτων βαρύνεται από τεράστια χρέη και τελικά περνά στα χέρια της Εθνικής Τράπεζας που την εξαγοράζει μέσω της θυγατρικής της, της «Πρότυπος Κτηµατική και Τουριστική Α.Ε».

Το νέο εγχείρημα δεν θα καταφέρει να ορθοποδήσει ποτέ… Μόλις επτά χρόνια αργότερα και οι τελευταίες εναπομείνασες λειτουργικές μονάδες κατεβάζουν «ασφάλειες» και το κάποτε μεγαλοπρεπές βιομηχανικό συγκρότημα παραδίδεται στη λήθη και στην εγκατάλειψη.

Εκείνη την περίοδο οι πρώτοι που αντέδρασαν ήταν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι που έμεναν στον δρόμο, ενώ όταν αποδείχτηκε πως δεν ήταν δυνατή η επανέναρξη των εργασιών, πολλοί ήταν εκείνοι που ζήτησαν την μετατροπή του χώρου ώστε τουλάχιστον να παραδοθεί ξανά στην περιοχή για άλλη χρήση, επιστρέφοντας σε αυτήν κάτι από όσα είχε πάρει κατά την διάρκεια της λειτουργίας του.

Οι προσπάθειες πέφτουν στο κενό και τελικά το 2003 το μεγαλύτερο μέρος των εγκαταστάσεων ισοπεδώνεται, παρά τις φωνές ότι αποτελούσε ένα «ζωντανό βιομηχανικό μουσείο» το οποίο θα μπορούσε να γίνει ξανά εκμεταλλεύσιμο, όπως για παράδειγμα συνέβη στο Παρίσι με το κάποτε εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο της Ρενό που μετατράπηκε σε χώρο πρασίνου και πολιτισμού και το αντίστοιχο βιομηχανικό κέντρο του Μπιλμπάο, στο οποίο αποφασίστηκε να στεγαστεί το Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης. Ή, για να μην πάμε τόσο μακριά, ορισμένοι πρότειναν κάτι αντίστοιχο με αυτό που συνέβη στο κέντρο της Αθήνας με την περιοχή στο Γκάζι.

Τελικά, μόλις τον περασμένο Μάιο, το Περιφερειακό Συμβούλιο Αττικής αποφάσισε την αναγκαστική απαλλοτρίωση 204 στρεμμάτων της περιοχής, στην οποία σώζονται πια ελάχιστα κτήρια, όπως την μονάδα του υαλουργείου και το Ινστιτούτο Χημείας και Γεωργίας, ενώ πραγματοποιήθηκε και διαγωνισμός αρχιτεκτονικής στη βάση των ιδεών του οποίου εκπονήθηκε ένα σχέδιο ανάπλασης που το μέλλον θα δείξει εάν είναι αυτό που αξίζει στην πολύπαθη και χιλιοτραγουδισμένη Δραπετσώνα και τους κατοίκους της.