«Του δίνω δίκιο που σκότωσε το γιο μου»: Το στυγερό έγκλημα αντεκδίκησης που όλη η Μάνη χειροκρότησε τον φονιά

Μια υπόθεση τόσο τραγική που έγινε σενάριο σε 2 τηλεοπτικές σειρές

Η εκδικητική απονομή δικαιοσύνης είναι ένας κοινωνικός κώδικας που αναπτύχθηκε κυρίως σε μεσογειακές και αραβικές χώρες και ως γνωστόν στην Ελλάδα ευδοκίμησε στα ορεινά χωριά της Κρήτης και στη Μάνη.

Σε πολλές περιπτώσεις εξελίχθηκε σε βεντέτα, με διαιωνισμό του κύκλου της βίας και αρκετά θύματα μεταξύ οικογενειών. Υπάρχει ωστόσο και μια περίπτωση, μάλλον μοναδική στα χρονικά, που μια δολοφονική ενέργεια αντεκδίκησης συγχωρέθηκε άμεσα από τον πατέρα του δεύτερου θύματος, ο οποίος υπερασπίστηκε μάλιστα στο δικαστήριο το φονιά του γιου του. Στη δικαστική αίθουσα, περίπου 1000 άτομα ξέσπασαν σε επευφημίες και χειροκροτήματα για τον «αυτόκλητο τιμωρό» κατά την ανακοίνωση της σχεδόν αθωωτικής απόφασης.

Το κακό ξεκίνησε τον Μάιο του 1983, ανήμερα Πάσχα, σε μια κωμόπολη της λακωνικής Μάνης. Μετά το παραδοσιακό γλέντι στο σπίτι μιας εξαμελούς οικογένειας, το μεγαλύτερο αγόρι αυτής, ηλικίας 14 ετών, κατευθύνθηκε σε μία από τις κεντρικές καφετέριες της περιοχής. Εκεί, απόγευμα πια, συνάντησε έναν γνωστό του 23χρονο, ο οποίος του πρότεινε να πάνε σε ένα απομονωμένο μέρος για να μπορούν με την ησυχία τους να πιουν αλκοόλ.

Περνώντας μπροστά από ένα από τα νυχτερινά κέντρα της περιοχής, ο 23χρονος παρότρυνε τον 14χρονο να μπει από την πίσω πόρτα και να κλέψει δύο μπουκάλια ουίσκι και ξηρούς καρπούς. Εκείνος υπάκουσε και λίγο αργότερα οι δυο τους κάθονταν στην όχθη του ποταμού, πίνοντας και συζητώντας. Είχε σουρουπώσει πια όταν υπό την επήρεια του αλκοόλ ο νέος έπεισε το αγόρι να γδυθούν και να βουτήξουν στον ποταμό.

Ήταν η στιγμή που ο μεγάλος της παρέας αποκαλύφθηκε. Σκοπός του ήταν να αποπλανήσει τον 14χρονο, που όταν κατάλαβε τις προθέσεις του δεν αντέδρασε ψύχραιμα. Βάσει της μετέπειτα μαρτυρίας του 23χρονου, ο μικρός άρχιζε να τον βρίζει και να τον απειλεί ότι θα αποκαλύψει σε όλους ότι είναι ομοφυλόφιλος. Ο νέος άνδρας εξοργίστηκε και θόλωσε τόσο που αντέδρασε με τον πιο βίαιο τρόπο. Άρπαξε έναν τσιμεντόλιθο και άρχισε να χτυπά τον 14χρονο στο κεφάλι μέχρι που τον άφησε αναίσθητο. Νομίζοντας ότι τον είχε σκοτώσει, έριξε το σώμα του στο ποτάμι. Ο μικρός ήταν όμως ακόμα ζωντανός και αιτία θανάτου του ήταν ο πνιγμός, όπως απεφάνθη αργότερα ο ιατροδικαστής.

Ο Η.Κ. δεν είχε καθαρό μυαλό για να κρύψει τα ίχνη του. Το ίδιο βράδυ περιπατητές εντόπισαν το άψυχο σώμα του 14χρονου στο ποτάμι και κάλεσαν τις αρχές. Παράλληλα, γείτονες είδαν τον 23χρονο να επιστρέφει βιαστικά στο σπίτι του μέσα στα αίματα κι έτσι η δουλειά των αστυνομικών ήταν εύκολη. Προτού ξημερώσει, ο δράστης είχε συλληφθεί και μετά από πολύωρη ανάκριση ομολόγησε το έγκλημα με κάθε λεπτομέρεια.

Την επόμενη μέρα, στην κηδεία του 14χρονου, η κωμόπολη ήταν ένα καζάνι που έβραζε. Το πένθος είχε αναμιχθεί με την οργή και το μένος για εκδίκηση. «Σε όλη τη διάρκειά της κηδείας ακούγονταν κατάρες κατά του δράστη και οι συγγενείς ζητούσαν εκδίκηση», ανέφερε την επόμενη μέρα το ρεπορτάζ της εφημερίδας «τα Νέα».

Η αστυνομία, θορυβημένη από το κλίμα, αιτήθηκε τη μεταφορά του δράστη στις φυλακές Τίρυνθας. Η διαδικασία της μετακίνησης του όμως σχεδιάστηκε με εντελώς ερασιτεχνικό τρόπο, που αποδείχτηκε εγκληματικός. Αντί για υπηρεσιακό όχημα, ο Η.Κ. θα ταξίδευε με ΚΤΕΛ και τη συνοδεία δύο χωροφυλάκων! Η πληροφορία αυτή διέρρευσε και έφτασε στα αυτιά του πατέρα του 14χρονου, ο οποίος αποφάσισε να πάρει το νόμο στα χέρια του. Την ημέρα της μεταφοράς, ο 40χρονος, συνοδευόμενος από δύο αδερφούς του, ακολούθησαν με αυτοκίνητο το λεωφορείο, γνωρίζοντας ότι τα μέτρα ασφαλείας δεν ήταν καν υποτυπώδη. Περίμεναν την κατάλληλη ευκαιρία και αυτή ήρθε όταν ο οδηγός έκανε στάση στους Μύλους Αργολίδας. Οι τρεις άνδρες μπήκαν στο λεωφορείο και υπό την απειλή όπλου ο πατέρας ακινητοποίησε τους δύο χωροφύλακες. Ακολούθως έστρεψε την κάνη στον δολοφόνο του γιου του και τον εκτέλεσε εν ψυχρώ με δύο σφαίρες στο κεφάλι.

Μετά το νέο φονικό, οι τρεις άνδρες παραδόθηκαν στους αστυνομικούς. Ο πατέρας κρίθηκε φυσικά προφυλακιστέος, ενώ τα δύο αδέλφια του κατέβαλαν εγγύηση 150.000 δραχμών και αφέθηκαν ελεύθεροι.

Όπως συμβαίνει πάντα σε τέτοιες περιπτώσεις, σε Κρήτη και Μάνη, οι τοπικές Αρχές τέθηκαν σε επιφυλακή, υπό το φόβο να ανοίξει ένας κύκλος αίματος, με τη δυναμική αντίδραση της άλλης οικογένειας. Ωστόσο, ο πατέρας του 23χρονου επεφύλασσε μια… ευχάριστη έκπληξη. Οι δηλώσεις του ήταν είτε απολύτως καθησυχαστικές (το πιθανότερο), είτε άκρως παραπλανητικές. «Είχε δίκιο που σκότωσε το γιο μου. Στο δικαστήριο, αν μπορέσω, θα πάω να τον φιλήσω. Ακόμα, αν μου δώσουν το δικαίωμα, θα πάω στη δίκη να ελαφρύνω τη θέση του»!

Όπως αποδείχτηκε ενάμιση χρόνο αργότερα, ο πατέρας του 23χρονου κυριολεκτούσε, τήρησε κατά γράμμα την υπόσχεση του. Η δίκη έγινε τον Οκτώβριο του 1984, χωρίς μάρτυρες κατηγορίας. Όσοι κλήθηκαν να καταθέσουν υπερασπίστηκαν τον 40χρονο δολοφόνο, μεταξύ των οποίων και ο πατέρας του Η.Κ. «Και τα δύο εγκλήματα ήταν άδικα. Άδικα πήγε ο μικρός, άδικα και ο δικός μου γιος. Τώρα πρέπει εμείς οι δύο οικογένειες να κλείσουμε τις πληγές μας, να ξεχάσουμε και να ζήσουμε στο ίδιο χωριό. Το παιδί μου, όταν σκότωσε τον μικρό, ήταν μεθυσμένο, μπορεί να το είχαν ποτίσει και ναρκωτικά. Δίνω 60% δίκιο στον Π.Π. που σκότωσε τον γιο μου και 40% άδικο. Αλλά σας λέω, κύριοι δικαστές, ότι αν ήξερα ότι ο γιος μου σκότωσε τον μικρό Π., θα είχα σκοτώσει εγώ ο ίδιος το παιδί μου. Τώρα ας μας κρίνει όλους ο Θεός»….

Ύστερα από 12 ώρες καταθέσεων και αγορεύσεων, το Κακουργιοδικείο Τρίπολης εξέδωσε την ετυμηγορία. Ο Π.Π. έπεσε στα μαλακά, καθώς του επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2,5 ετών. Στην αίθουσα δεν έπεφτε καρφίτσα, ακόμα και έξω από αυτή ο χώρος ήταν γεμάτος από συντοπίτες του δράστη. Όταν ανακοινώθηκε η απόφαση, επιδόθηκαν εν χορώ σε πανηγυρισμούς.

Την επόμενη ημέρα, τα πρωτοσέλιδα έγραφαν ότι «Η Μάνη χειροκροτεί το φονιά». Η υπόθεση είχε απασχολήσει έντονα τότε τον Τύπο και την κοινή γνώμη και οχτώ χρόνια μετά την καταδίκη, η τηλεοπτική σειρά «Ανατομία ενός εγκλήματος» πρόβαλε ένα επεισόδιο με τον τίτλο «Εν βρασμώ ψυχής», που εξιστορούσε τη διπλή δολοφονία. Το 2006 η υπόθεση μεταφέρθηκε ξανά στη μικρή οθόνη, με τον Πάνο Κοκκινόπουλο να βασίζει πάνω της ένα επεισόδιο της «10ης Εντολής».

Στην πραγματικότητα όμως, σε καμία από τις δύο μεταφορές, δεν αναδείχτηκε όπως του έπρεπε, ο ηρωικός ρόλος του πατέρα που μετέτρεψε μια εν δυνάμει φονική βεντέτα σε μια ανεπανάληπτη επίδειξη μεγαλοψυχίας.