Το πρωινό της 24ης Απριλίου 1998 ο Πέτρος Σπυρόπουλος εμφανίζεται κανονικά για υπηρεσία στον Α’ Πυροσβεστικό Σταθμό Πειραιά. Οι συνάδελφοί του, οι ελάχιστοι που βρίσκονται ακόμη στα γραφεία, απορούν με την παρουσία του, αφού έχει ρεπό. «Εδώ ο κόσμος καίγεται κι εγώ θα καθίσω στο σπίτι μου;», απαντά το 27χρονο παλικάρι… Λίγες ώρες αργότερα θα γινόταν ακόμη ένας ήρωας που θα έπεφτε την ώρα του καθήκοντος.
Από τα ξημερώματα εκείνης της αποφράδας ημέρας είχε ξεσπάσει συναγερμός στο σώμα. Ήδη από τις 06.20 είχαν ενημερωθεί για μεγάλη πυρκαγιά που μαινόταν στις εγκαταστάσεις της γνωστής εταιρείας επίπλων «SATO», που βρίσκονταν στην περιοχή του Μοσχάτου στην Αττική. Ο φύλακας τηλεφώνησε έντρομος στην υπηρεσία της οποίας επιτελείς και προσωπικό πολύ γρήγορα αντιλαμβάνονται τις δυσκολίες της επιχείρησης. Τα εύφλεκτα υλικά, η θέση του εργοστασίου αλλά και οι καιρικές συνθήκες που επικρατούν δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο το έργο τους και σύντομα γίνεται αντιληπτό ότι από αυτή την μάχη δεν είναι δυνατό να λείψει κανείς.
Από το σπίτι του όπου βρίσκεται, ο Πέτρος Σπυρόπουλος μαθαίνει μέσω των δελτίων ειδήσεων το συμβάν και δεν διστάζει ούτε μια στιγμή. Σπεύδει αμέσως να παράσχει τις δυνάμεις του και να τις ενώσει με εκείνες των συναδέλφων του χωρίς δισταγμό. Δίχως, φυσικά, να γνωρίζει ότι αυτή η πράξη ηρωισμού και αυτοθυσίας θα ήταν και η τελευταία της ζωής του.
Η φωτιά μαίνεται στα υπόγεια του κτηρίου όπου βρίσκονται οι αποθήκες και πολύ γρήγορα καταβροχθίζει τα πάντα στο πέρασμά της, ενώ λόγω της φύσης των προϊόντων δημιουργεί ένα αδιαπέραστο πέπλο καπνού που γίνεται ορατό σχεδόν από κάθε σημείο της πρωτεύουσας. Πολλοί είναι εκείνοι που κοιτούν τον μαύρο ουρανό και προσεύχονται κιόλας για τους πυροσβέστες. Την ίδια ώρα οι επαγγελματίες του χώρου έχουν μόνο ένα πράγμα στο μυαλό τους. Το πώς θα περιορίσουν τις φλόγες πριν αυτές φτάσουν στο παρακείμενο κτήριο της «Σύδρα Α.Ε». Μιας βιομηχανίας που εξειδικεύεται στην παραγωγή χημικών προϊόντων. Εάν δεν τα καταφέρουν, οι συνέπειες για την υγεία των πολιτών θα ήταν αδιανόητες και πιθανότατα η περιοχή θα μετατρεπόταν σε κόλαση επί της Γης.
Από την πρώτη στιγμή κιόλας που έφτασαν τα πυροσβεστικά οχήματα, οι άνδρες της υπηρεσίας αντιλαμβάνονται ότι τα πάντα θα κριθούν σε ένα πράγμα. Στο πόσο γρήγορα θα καταφέρουν να φτάσουν στο υπόγειο και στο ισόγειο των εγκαταστάσεων της οδού Πειραιώς. Το επιχειρησιακό σχέδιο περιλαμβάνει την δημιουργία δύο ξεχωριστών ομάδων κρούσης. Η μία δοκιμάζει (και καταφέρνει) να παραβιάσει την είσοδο του ισογείου, την ίδια ώρα που ένα δεύτερο γκρουπ πηγαίνει στο πίσω μέρος και συγκεκριμένα σε ένα τσιμεντένιο υπόστεγο που χρησιμοποιούσαν οι υπάλληλοι για τη μεταφορά των εμπορευμάτων στα φορτηγά. Λυγίζοντας λαμαρίνες, με φουλ εξοπλισμό, εισέρχονται ο ένας πίσω από τον άλλον και ξεκινούν την μάχη…
«Ακούω ένα μεγάλο κρότο και σταματάω. Κάνω σήμα και στους άλλους να βγούμε έξω, ο Πέτρος ήταν πιο μπροστά, τον είχα χάσει. Είχε πολύ καπνό. Τρέξαμε προς την έξοδο και βγήκαμε. Σε δευτερόλεπτα η στέγη κατέρρευσε», λέει αργότερα συντετριμμένος ένας συνάδελφος του 27χρονου πυροσβέστη. Η μοναδική γυναίκα της δύναμης προσθέτει: «Δεν βγήκε μαζί μας, ίσως να έχει τραυματιστεί». Δυστυχώς, η καταμέτρηση που ακολουθεί επιβεβαιώνει τους αρχικούς φόβους. Ο Πέτρος Σπυρόπουλος δεν βρίσκεται ανάμεσα σε αυτούς που κατόρθωσαν να βγουν έξω. Την ώρα που οι συνάδελφοί του συνεχίζουν να παλεύουν με τις φλόγες, μαθαίνουν και τα τραγικά νέα.
Ο Σπυρόπουλος βρέθηκε καταπλακωμένος από μπάζα και μια σιδεροδοκό. Έχει τραυματιστεί σοβαρά και παρά τις απέλπιδες προσπάθειες των γιατρών και των νοσηλευτών στο «Τζάνειο» νοσοκομείο, υποκύπτει στα τραύματά του. Σύμφωνα με το ιατρικό ανακοινωθέν, αιτία του θανάτου του ήταν οι βαρύτατες κακώσεις στον θώρακα και την κοιλιά.
Η είδηση βυθίζει στο πένθος και τις δύο οικογένειες του νεαρού. Τόσο την φυσική, στην περιοχή της Λάρισας από όπου καταγόταν, όσο και εκείνη του πυροσβεστικού σώματος που –δυστυχώς- λόγω της φύσης της δουλειάς, είναι εξοικειωμένο με την έννοια του θανάτου. Δύο χρόνια μετά το θάνατο του ο Σπυρόπουλος προήχθη για ανδραγαθία στο βαθμό του αρχιπυροσβέστη, ενώ με απόφαση του δήμου Μοσχάτου η οδός Πάρνηθος, που ξέσπασε η φωτιά μετονομάστηκε σε οδό Αρχιπυροσβέστη Πέτρου Σπυρόπουλου. Μια τιμή στη μνήμη του, ελάχιστη μπροστά στην δική του θυσία…