Η μέρα που ο Σόρος «στραγγάλισε» την αγγλική λίρα

Κερδοσκόπος ή επενδυτής;

Το όνομα του Τζορτζ Σόρος είναι από εκείνα που τα γνωρίζουν όλοι, χωρίς πάντως να είναι σε θέση να σου πουν πολλά για τις επιχειρηματικές δραστηριότητές του. Στην αφήγηση της κοινής γνώμης ο Αμερικανός με ουγγρική καταγωγή επιχειρηματίας είναι απλά ένας άνθρωπος που κατορθώνει να βγάζει λεφτά όταν ο απλός κόσμος τα χάνει και οι οικονομίες βυθίζονται σε ύφεση.

Συνήθως, μάλιστα, σε αυτόν χρεώνονται συχνά και οι ίδιες οι κρίσεις. Πέρα από τις γνωστές θεωρίες συνωμοσίας στις οποίες πρωταγωνιστεί έτσι κι αλλιώς και λόγω της εβραϊκής πίστης του, η αλήθεια είναι ότι επενδυτές του δικού του μεγέθους έχουν την δύναμη και την οικονομική ισχύ να επηρεάσουν καταστάσεις προς όφελός τους.

Μπορεί ο ίδιος να απαντά ότι απλά έχει το ταλέντο και την τύχη να προβλέπει τους κύκλους και τις τάσεις στο διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα, αλλά δίχως αμφιβολία το να διαθέτεις σχεδόν απεριόριστο κεφάλαιο μέσω συνεργασιών με άλλους μεγιστάνες σου επιτρέπει πολλές φορές το να διαμορφώσεις συνθήκες οι οποίες οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια σε αλυσιδωτές αντιδράσεις που θα σε βγάλουν κερδισμένο.

Άλλωστε πλέον τα λεγόμενα επενδυτικά fund, εκμεταλλεύονται τους χαλαρούς νόμους, τα παραθυράκια τους ή ευνοϊκές διατάξεις που εντελώς… συμπτωματικά ψηφίστηκαν «εν αγνοία σου» και προστατεύουν τα συμφέροντά τους. Έτσι πάνε αυτά… Και έχοντας συγκεντρώσει τόσο «χαρτί» και διαπραγματευτική δύναμη στα χέρια τους, μπορούν να τα βάλουν ακόμη και με κυβερνήσεις κρατών, όχι μόνο του μεγέθους της Ελλάδας αλλά και με κραταιές οικονομίες σαν αυτήν της Μεγάλης Βρετανίας.

Η μεγάλη κρίση της προηγούμενης δεκαετίας δεν ήταν η πρώτη που γνώριζε ο κόσμος. Στο σύστημα της ανοιχτής οικονομίας ο φαύλος κύκλος μεταξύ ύφεσης και ανάπτυξης θεωρείται άλλωστε δεδομένος και αέναος. Απλά, ορισμένες φορές κάποιοι μπορούν να εκμεταλλεύονται τις καταστάσεις και να βγαίνουν κερδισμένοι πάντα και ειδικά όταν οι στρεβλώσεις γίνονται ακόμη πιο αισθητές.

Το 1992 η Ευρώπη, λοιπόν, έρχεται ξανά αντιμέτωπη με ακόμα μία κρίση ρευστότητας. Πριν την νομισματική ενοποίηση και το ευρώ η κάθε χώρα έχοντας το δικό της νόμισμα, διέθετε και την ευχέρεια να χρησιμοποιήσει τα διαθέσιμα εργαλεία ώστε να αντεπεξέλθει στις προκλήσεις. Ένα δικαίωμα που όπως γνωρίζουμε όλοι πεισματικά αρνήθηκε να εκχωρήσει στην Ο.Ν.Ε η Μεγάλη Βρετανία (μέχρι που τελικά τέθηκε και εκτός Ε.Ε) ακολουθώντας μέχρι τέλους το δόγμα που δεκαετίες πριν είχε καθορίσει η αμφιλεγόμενη Μάργκαρετ Θάτσερ.

Ο τότε υπουργός Οικονομικών της χώρας γνώρισε ότι είχε δύο διαθέσιμες επιλογές προκειμένου να αντέξει το κράτος στις πιέσεις που δημιουργούσε η κατάσταση. Είτε να αυξήσει τα επιτόκια δανεισμού, ελέγχοντας έτσι την κυκλοφορία του χρήματος, είτε να προχωρήσει σε υποτίμηση της στερλίνας. Η δεύτερη εκδοχή συχνά είναι η προτιμότερη, αλλά πάντα υπάρχει σε αυτές τις περιπτώσεις η πιθανότητα τα βραχυχρόνια κέρδη από μια τέτοια κίνηση να εξατμιστούν λόγω της ανησυχίας που θα προκαλούσε το «μήνυμα» προς τις αγορές από το πληγέν προφίλ της χώρας.

Υπό αυτό το καθεστώς αποφάσισε να… μην αποφασίσει τίποτα, πέφτοντας και εκείνος στην παγίδα ότι το μέγεθος της βρετανικής οικονομίας ήταν τέτοιο που θα μπορούσε έστω και με αναταράξεις να αντέξει στις πιέσεις που θα ασκούσαν επενδυτές (ή απλά κερδοσκόποι) όπως ο Τζορτζ Σόρος.

Όμως αυτή η «αλεπού» της ελεύθερης οικονομίας του απέδειξε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο ότι έσφαλε. Ακολουθώντας μάλιστα μια δοκιμασμένη συνταγή την οποία είχε χρησιμοποιήσει νωρίτερα με άλλα, πιο ευάλωτα, εθνικά νομίσματα. Τι έκανε; Το εξής απλό όσο και ιδιοφυές τρυκ. Γνωρίζοντας ότι την δεδομένη χρονική στιγμή η λίρα ήταν υπερτιμημένη «δανείστηκε» τεράστιες ποσότητες λίρας, στηρίζοντας ουσιαστικά με αυτό τον τρόπο και την υπερτίμηση και δίνοντας την ψευδαίσθηση και στο οικονομική επιτελείο της κυβέρνησης ότι όλα πηγαίνουν καλά. Το δεύτερο στάδιο της στρατηγικής του, όμως, δεν θα αργούσε να υλοποιηθεί.

Βάσει αυτού του σχεδίου, ο Τζορτζ Σόρος είχε συγκεντρώσει στα χέρια του πάνω από 7.000.000.000 λίρες (επτά δισεκατομμύρια) και την Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 1992 προχωρά στην κίνηση που κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί. Δίνει εντολή να ξεφορτωθεί από το χαρτοφυλάκιό του τις στερλίνες, μετατρέποντάς τες σε άλλα νομίσματα, κυρίως γερμανικά μάρκα και γαλλικά φράγκα. Η αναστάτωση που προκαλείται στην αγορά είναι τεράστια και οι πωλήσεις τόσο μεγάλες που η αξία της λίρας κατρακυλά, ενώ οι εξελίξεις έρχονται σαν χιονοστιβάδα. Η κεντρική τράπεζα διαπιστώνει ότι το νόμισμα χάνει αυτόματα το 15% της αξίας του και προκειμένου να μπει ένα τέλος στην ελεύθερη πτώση δαπανά σχεδόν 50.000.000.000 (πενήντα δις) για να βάλει φρένο στην ντε φάκτο υποτίμηση.

Ακόμη και αυτό το τεράστιο ποσό, όμως, δεν αρκεί ενώ την ίδια ώρα τα κρατικά ταμεία αδειάζουν καθώς τα αποθεματικά έχουν κάνει φτερά χωρίς να ξεπεραστεί η κρίση. Η Μεγάλη Βρετανία αναζητά συμμάχους στο πιστωτικό σύστημα, αλλά κολοσσοί όπως η JP Morgan, η Citicorp, η Chase Manhattan και η Bank of America της γυρνούν την πλάτη, έχοντας φτάσει νωρίτερα σε συνεννόηση με τον Σόρος και γνωρίζοντας ότι στο κόλπο του υπήρχε ένα σημαντικό μερίδιο και για αυτές.

Έτσι ο επενδυτής εμφανίζεται ως σωτήρας, αφού πρώτα έχει ποδηγετήσει και στη συνέχεια ποδοπατήσει μια κραταιά οικονομία όπως η βρετανική. Διαθέτοντας επαρκή κεφάλαια επαναγοράζει την άκρως υποτιμημένη λίρα σε τεράστιες ποσότητες, βάζει τέλος στην πτώση της αξίας της,  χρησιμοποιώντας μέρος των χρημάτων προκειμένου να αποπληρώσει σε πολύ χαμηλότερη τιμή τα ποσά που αρχικά ουσιαστικά είχε δανειστεί από το ίδιο το σύστημα.

Και όλα αυτά ενώ ταυτόχρονα έβγαζε μέσα σε λίγες ώρες από αυτό το κόλπο πάνω από 1.000.000.000 (ένα δισεκατομμύριο) δολάρια, ενώ στη συνέχεια ακολούθησε τον ίδιο δρόμο και με άλλα εθνικά νομίσματα τα οποία είχαν την ίδια τύχη με εκείνη της αγγλικής λίρας. Εκείνη η μέρα, έμεινε γνωστή ως η «Μαύρη Τετάρτη» για την βρετανική οικονομία, αλλά στην πραγματικότητα ήταν απλά άλλη μια μέρα στην δουλειά για ανθρώπους όπως ο Τζορτζ Σόρος…