39 τραυματίες από ένα λάθος: Η οργάνωση που έκανε το πρώτο μαζικό τρομοκρατικό χτύπημα στην Ελλάδα πριν τη 17 Νοέμβρη

Μια ιστορία για την οποία δεν υπήρξαν ποτέ οριστικές απαντήσεις

Περίπου 20 λεπτά πριν το ρολόι δείξει 23.00, το βράδυ της τελευταίας ημέρας του Οκτώβρη του 1985, οι επιβαίνοντες στο αστικό λεωφορείο που πραγματοποιεί το δρομολόγιο Ακαδημία-Αργυρούπολη βιώνουν τον απόλυτο εφιάλτη. Μια τρομακτική έκρηξη που προέρχεται από το πίσω μέρος του οχήματος σκορπά τον τρόπο, αλλά ευτυχώς όχι τον θάνατο. Ο απολογισμός αίματος ωστόσο παραμένει βαρύς, παρά το γεγονός ότι δεν χάνεται κάποια ζωή. Ο αριθμός των τραυματιών είναι μεγάλος (39 εκ των οποίων 10 σοβαρά), ενώ ένα επιβάτης ακρωτηριάζεται από τα θραύσματα.

Πολύ σύντομα τα στοιχεία που συλλέγει η αστυνομία «φωτογραφίζουν» τους δράστες. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι πρόκειται για έκρηξη βομβιστικού μηχανισμού. Δηλαδή για ένα τρομοκρατικό χτύπημα που αναγκάζει τον τότε πρωθυπουργό, Ανδρέα Παπανδρέου να καταδικάσει την ενέργεια, υιοθετώντας την εκτίμηση της ΕΛ.ΑΣ, και να δηλώσει «ότι πρόκειται για μία άνανδρη και εγκληματική πράξη, που μπορεί να προκαλέσει αποσταθεροποίηση των δημοκρατικών θεσμών».

Ωστόσο στο μυαλό των ερευνητών που αναλαμβάνουν την υπόθεση υπάρχουν αμφιβολίες. Μπορεί η τρομοκρατία να μην ήταν κάτι άγνωστο για την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης, όπως και για μεγάλο μέρος της Ευρώπης τις δεκαετίες του ’70 και του ’80, όμως ως τότε οι στόχοι ήταν πολλοί συγκεκριμένοι. Το «προφίλ» της επίθεσης σε ένα αστικό λεωφορείο γεμάτο από εργαζόμενους και φοιτητές ή μαθητές ήταν πολύ διαφορετικό από αυτό άλλων ενεργειών. Τους φαινόταν πολύ παράταιρο οι τρομοκράτες να χτυπήσουν με αυτόν τον τρόπο μέλη των λαϊκών στρωμάτων, τα συμφέροντα των οποίων υποτίθεται προστάτευαν. Κάτι άλλο έπρεπε να είχε συμβεί…

Το ενδιαφέρον τους στράφηκε τότε σε έναν από τους επιβαίνοντες εξαιτίας της εθνικότητάς του. Επρόκειτο για έναν Ιρακινό ο οποίος μάλιστα είχε τραυματιστεί από την έκρηξη, που μπήκε αμέσως στο μικροσκόπιο των Αρχών. Πολύ γρήγορα, όμως, ένα τηλεφώνημα αλλάζει τα πάντα και περιπλέκει ακόμη περισσότερο την υπόθεση.

Λίγες ώρες ουσιαστικά μετά την έκρηξη, μέσα στα άγρια μεσάνυχτα, άγνωστος επικοινωνεί με την εφημερίδα «Απογευματινή» και αργότερα με την Άμεσο Δράση υποστηρίζοντας ότι έχει τοποθετηθεί βόμβα στο Κολωνάκι και συγκεκριμένα στο σπίτι του γνωστού βιομήχανου Τσάτσου. Αρχικά είναι δύσκολο να αξιολογηθεί αυτό το γεγονός. Θεωρείται πολύ πιθανό κάποιος που γνώριζε την βομβιστική επίθεση στο αστικό το προηγούμενο βράδυ (που είχε συμβεί στην Λεωφόρο Βουλιαγμένης στο ύψος της Δάφνης κι επομένως έγινε ευρέως αντιληπτή) να έκανε απλά μια κακόγουστη φάρσα. Άλλωστε καμία βόμβα δεν εξερράγη τελικά στο Κολωνάκι… Όμως το επόμενο πρωί ένας οδοκαθαριστής ονόματι Άγγελος Δανιάς σπεύδει να ενημερώσει την αστυνομία ότι καθώς σκούπιζε εντόπισε κάτι που έμοιαζε με προκήρυξη!

Για την ακρίβεια οι προκηρύξεις ήταν δύο και μάλιστα με παραλήπτες μεγάλες αθηναϊκές εφημερίδες! Σε αυτές μια οργάνωση που μέχρι τότε δεν είχε ακουστεί ξανά, η «Επαναστατική Μαχητική Αριστερά», με τις οποίες αναλαμβάνεται η ευθύνη της βομβιστικής επίθεσης. Όχι όμως στο λεωφορείο με αριθμό ΥΑΕ 2312 στο ύψος της Δάφνης αλλά (σωστά μαντέψατε) αυτής στην οικία του επιχειρηματία, η οποία δεν συνέβη ποτέ! Οι δράστες ανέφεραν κατά γράμμα: «δείχνοντας την έμπρακτη αντίστασή μας ενάντια στο καπιταλιστικό καθεστώς, χτυπήσαμε σήμερα συμβολικά το σπίτι των Τσάτσων, στην οδό Κανάρη, στο Κολωνάκι, που αποτελούν μία από τις χαρακτηριστικές εκφράσεις της χυδαιότητας του ελληνικού αστισμού»…

Μόνο τότε τα κομμάτια του παζλ αρχίσουν να μαρτυρούν την μεγαλύτερη εικόνα και αναπτύσσεται η θεωρία του… λάθους. Κάποιοι προτείνουν το πιο λογικοφανές σενάριο. Ο εκρηκτικός μηχανισμός είχε τοποθετηθεί σε ένα κουτί, πιθανότατα σαν δέμα, ενδεχομένως και με κάποιο ανάλογο περιτύλιγμα. Δεν θα ήταν καθόλου απίθανο ένα διερχόμενο άτομο να αντιλαμβανόταν το αντικείμενο ως κάποιας αξίας και να το έπαιρνε μαζί του. Και προφανώς, εφόσον η θεωρία έστεκε- να διέσχιζε στη συνέχεια την Κανάρη προκειμένου να φτάσει μέχρι την Ακαδημία από όπου επιβιβάστηκε στο μοιραίο λεωφορείο. Για πρώτη φορά τα ως τότε ασύνδετα περιστατικά έμοιαζαν να συνδέονται μεταξύ τους.

Η αστυνομία έθεσε ξανά στο επίκεντρο τον 25χρονο Ιρακινό φοιτητή Θεολογίας, εξετάζοντας παράλληλα και το προφίλ άλλων επιβαινόντων, προσπαθώντας να επιβεβαιώσει ποιοι εξ αυτών μπορεί να είχαν βρεθεί νωρίτερα στο Κολωνάκι. Σύμφωνα με το πόρισμα: «Εκτιμήθηκε από την υπηρεσία μας ότι πιθανόν να είχε τοποθετηθεί βόμβα εκεί και διερχόμενο άτομο να την παρέλαβε εν αγνοία του, ως περιέχουσα κάποιο πολύτιμο αντικείμενο, και κατά τη μεταφορά της εντός του λεωφορείου να εξερράγη… Περίπου στις 22:00 η ώρα της αυτής ημέρας ανεχώρησε από το Βρετανικό Συμβούλιο, που είναι στην Πλατεία Κολωνακίου, για την οδό Ακαδημίας και ο μετέπειτα επιβάτης αυτού, ιρακινής καταγωγής. Ο ίδιος ισχυρίστηκε κατά την εξέτασή του ότι την ανωτέρω διαδρομή διήνυσε με το λεωφορείο της γραμμής Ακαδημία-Μαράσλειος. Ο ανωτέρω ισχυρισμός του δεν έγινε δυνατόν να διασταυρωθεί».

Μετά από αυτήν την εξέλιξη ο βασικός ύποπτος δεν κατηγορείται για εμπλοκή ενώ μερικούς μήνες αργότερα θα αποχωρήσει οριστικά από την Ελλάδα χωρίς να έχει προκύψει κάτι επιβαρυντικό. Όλο αυτό το διάστημα οι Αρχές ερευνούν και δυο νεαρά παιδιά που κάθονταν πιο κοντά από όλους στο σημείο της έκρηξης. Στο επίσημο έγγραφο αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Από το σημείο αυτό και την ανωτέρω περίπου ώρα διήλθαν ένας μαθητής και η αδελφή του που κάθονταν στο σημείο της έκρηξης. Κατά την εξέτασή τους ισχυρίστηκαν ότι δεν παρέλαβαν ύποπτη τσάντα κατά τη διέλευσή τους από την οδό Κανάρη». Αλλά ούτε εναντίον τους προέκυψε οτιδήποτε, οπότε επί της ουσίας ποτέ κανείς δεν κατηγορήθηκε για την… κατά λάθος βομβιστική επίθεση.

Όσο για την «Επαναστατική Μαχητική Αριστερά», με αυτήν την επίθεση-φιάσκο που θα μπορούσε να είχε στείλει στο θάνατο δεκάδες αθώους, άνοιξε και έκλεισε την δράση της. Δεν ανέλαβε ποτέ κανένα άλλο χτύπημα, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι τα μέλη της «συνετίστηκαν». Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της αντιτρομοκρατικής μετεξελίχτηκε στην οργάνωση «1η Μάη» που ευθύνεται για την απόπειρα δολοφονίας στις 29 Ιουνίου 1987 του τότε προέδρου της ΓΣΕΕ Γιώργου Ραυτόπουλου, τη δολοφονία του αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Βερνάρδου στις 23 Ιανουαρίου 1989, την τοποθέτηση εκρηκτικού μηχανισμού στην κατοικία του αρεοπαγίτη Σαμουήλ Σαμουήλ τον Μάρτιο του 1989 και στην τοποθέτηση βόμβας στο σπίτι του τότε αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ. το 1990. Αργότερα ενσωματώθηκε στον Ε.Λ.Α (Επαναστατικό Λαϊκό Αγώνα) οργανώνοντας χτυπήματα μέχρι το 1995 που η δράση έλαβε τέλος, όχι λόγω εξάρθρωσης από τις διωκτικές Αρχές, αλλά μετά από πολιτική απόφαση των μελών.