Τόλμησε να πάει μόνος του στο τμήμα: Ο ληστής-γόης με την καμπαρντίνα που εντυπωσίασε ακόμα και τους διώκτες του

O πιο... καλοήθης κακοποιός που έδρασε ποτέ στην Ελλάδα

«Νέος, μετρίου αναστήματος και ευγενικός», είναι η περιγραφή που έδιναν οι αυτόπτες μάρτυρες, θύματα των ένοπλων εισβολών του στα τραπεζικά καταστήματα.

Για όσες γυναίκες υπαλλήλους ή πελάτισσες έτυχε να βρεθούν ενώπιον του, η περιγραφή ήταν ημιτελής. Θα έπρεπε να συμπληρώνεται και από το «γοητευτικός, με ωραίο βλέμμα». Ναι, αυτός ο ληστής δεν είχε καμία σχέση με αυτό που μας φέρνει η φράση στο μυαλό. Έσπαγε όλα τα στερεότυπα, αφού εκτός από την εμφάνιση διακρινόταν και για τους καλούς του τρόπους. Μόλις άρπαζε τα χρήματα, άφηνε άναυδους ταμίες και πελάτες, ευχαριστώντας τους. Όταν μετά τη σύλληψή του τον ρώτησαν γιατί το έκανε, ήταν αφοπλιστικός: «Εσείς δεν θα λέγατε ευχαριστώ εάν μέσα σε 3 λεπτά παίρνατε 18 εκατομμύρια δραχμές;»!

Ο Παύλος Μπάτσιος υπήρξε αναμφίβολα, μαζί με τον Θόδωρο Βενάρδο, οι πιο ιδιαίτεροι ληστές τραπεζών στα χρονικά της ελληνικής εγκληματολογίας. Καλοντυμένος, γοητευτικός, ευγενικός, γενναιόδωρος, φιλοσοφημένος και μπον βιβέρ, «εκτός από τα ταμεία που άδειαζε, έκαιγε τις καρδιές των γυναικών και έδινε μαθήματα καλής συμπεριφοράς», έγραφε σχετικό ρεπορτάζ των «Νέων». Δεν κάλυπτε ποτέ το πρόσωπό του και δεν χρειάστηκε ποτέ να επιστρατεύσει αυστηρό ύφος ή βλοσυρό βλέμμα.

Η διαδικασία που ακολουθούσε στις τράπεζες ήταν συγκεκριμένη και απαρέγκλιτη. Έμπαινε μέσα ως πελάτης για να μην τραβήξει τα βλέμματα, όντας πάντα περιποιημένος και καλοντυμένος. Όταν είχε εποπτεύσει το χώρο και κρίνει ότι είχε φτάσει η κατάλληλη στιγμή, έβγαζε το περίστροφο που έκρυβε κάτω από την καπαρντίνα και ενημέρωνε τους παριστάμενους ότι θα λήστευε την τράπεζα. Ο τόνος του παρέμενε ήρεμος και σταθερός. Υπό την απειλή του όπλου οι τρομοκρατημένοι υπάλληλοι του παρέδιδαν τα μετρητά κι εκείνος έφευγε κύριος, όπως είχε μπει.

Πίστευε ότι κανένας δεν έχει την ψυχραιμία, όταν τον σημαδεύει ένα όπλο, να συγκρατήσει χαρακτηριστικά και να τα αποδώσει με αξιοπιστία, εξού και δεν φορούσε κουκούλα ή μαντήλι. Όπως είπε άλλωστε, «κοντεύει η μισή Ελλάδα να ληστεύει τράπεζες…»

Στα 29 χρόνια του, το μεγαλύτερο από τα έξι παιδιά της οικογένειας από τα Γιαννιτσά Πέλλας, ξεκίνησε τη δράση του στις 2 Μαρτίου του 1993 από τα ΕΛΤΑ Χανίων και την ολοκλήρωσε τον Απρίλιο του ’93 με την Εθνική Τράπεζα Παλαιού Φαλήρου. Η λεία του σε αυτούς τους 13 μήνες ήταν 48.200.000 δραχμές, ωστόσο όταν έπεσε στα χέρια των Αρχών δεν είχε δεκάρα τσακιστή. Ανοιχτοχέρης, με ιδιαίτερη αδυναμία στο ωραίο φύλο, σκορπούσε τα χρήματα με την ίδια ευκολία που τα «κέρδιζε» για να συντηρήσει το άκρως απαιτητικό lifestyle του. Μόνο για ένα σετ κοσμημάτων, που δώρισε σε μία από τις συντρόφους του, ξόδεψε 450.000 δραχμές! Αγόρασε δύο αυτοκίνητα και ξόδεψε πολλά σε διασκέδαση και ναρκωτικά, αφού παραδέχτηκε ότι περιστασιακά έκανε χρήση ηρωίνης.

Δεν το έκρυψε ότι ήταν αυτό ακριβώς, η μεγάλη, πολυτελή ζωή, το κίνητρο για τις ληστείες. «Η κοινωνία μας είναι ακριβή και τα λεφτά γίνονται αέρας. Είναι δύσκολο να βγεις από τέτοια λούκια», είπε στους δημοσιογράφους όταν τον ρώτησαν για τα κίνητρά του, ενώ αυτοπροτάθηκε και ως προσωπικός σύμβουλος «με απίθανες ιδέες για όποιον θέλει να χαλάσει τα λεφτά του»!

Μολονότι από τις πρώτες ληστείες οι ειδικοί της ασφάλειας είχαν συνθέσει ένα αρκετά πιστό σκίτσο του από τις καταθέσεις των μαρτύρων, ο Μπάτσιος πρόλαβε να κάνει πέντε τέτοιες και ποτέ κανείς να μην τον… ενοχλήσει σε ένα διάστημα 14 μηνών. Αντίθετα, πήγε να τους ενοχλήσει ο ίδιος το Μάιο του ’92! Ειρωνεία της τύχης; Μόλις είχε πέσει ο ίδιος «θύμα» κάποιου συναδέλφου του, που του έκλεψε μια «Lancia Integrale», την οποία είχε αγοράσει από τα «μεροκάματα» στις τράπεζες.

Με μυθιστορηματική άγνοια κινδύνου ο Μπάτσιος πήγε στο Αστυνομικό Τμήμα Νέου Ηρακλείου για να καταγγείλει την κλοπή του αυτοκινήτου του! Και ήταν επόμενο βέβαια να βρεθεί με χειροπέδες στα χέρια, αφού όλα τα αστυνομικά τμήματα είχαν λεπτομερή περιγραφή του. Οι υπάλληλοι μιας τράπεζας που κλήθηκαν να τον αναγνωρίσουν μέσα από φωτογραφίες, δεν δυσκολεύτηκαν να τον εντοπίσουν ανάμεσα σε δεκάδες υπόπτους και ο Μπάτσιος εκλήθη σε δεύτερη φάση στο τμήμα, αυτή τη φορά για να συλληφθεί.

Στα δύο σπίτια του, στο Νέο Ηράκλειο και το Σόδι Χανίων, οι αστυνομικοί βρήκαν, εκτός από πιστόλι, ένα αυτόματο όπλο και μια κοντόκαννη καραμπίνα.

Ο «ληστής με την καμπαρτίνα» ήταν προφανώς ξεχωριστός και μετά τη σύλληψή του. «Ευγενέστατος, πανέξυπνος, ειλικρινής και φιλοσοφημένος εμφανίστηκε στους δημοσιογράφους χθες το μεσημέρι ο όμορφος ληστής με την καπαρντίνα, που εντυπωσίασε ακόμα και τους διώκτες του», έγραφε ο Πάνος Σόμπολος στο Έθνος. Ο Μπάτσιος καθόταν απέναντι από τους δημοσιογράφους στο γραφείο του διευθυντή Ασφαλείας και περιέγραφε τις ληστείες όπως ένας ζωγράφος μιλάει για τους πίνακές του!

Προφανώς υπήρξε μία… κατά λάθος εγκληματική φυσιογνωμία, που πλήρωσε με 12ετη φυλάκιση την επικράτηση της… σκοτεινής πλευράς στη μάχη που μαίνονταν μέσα του. Τι θα είχε συμβεί αν είχε παραστεί η ανάγκη να ανοίξει πυρ; «Δεν ξέρω, δεν θα ήθελα να τύχει ποτέ. Το μόνο που ήθελα ήταν να φύγω». Θα μπορούσα κάλλιστα να πυροβολήσω τον εαυτό μου», δήλωσε όταν ρωτήθηκε σχετικά και για κάποιο λόγο έγινε μάλλον πιστευτός…

Πηγές: astinomiko.gr, mixanitouxronou.gr