Λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξή της: Το πείραμα 2 σπουδαίων αρχιτεκτόνων που έφτιαξαν την πιο «παράξενα όμορφη πόλη της Ελλάδας» (Pics)

Ένα μοναδικό στο είδος του μέρος

Τι περιμένεις να δεις φτάνοντας σε ένα μικρό Αιγαιοπελαγίτικο νησί; Σίγουρα όχι μία πόλη με φαρδείς δρόμους και μεγάλες πλατείες, ιδιαίτερη ρυμοτομία, μοναδική αρχιτεκτονική και τρύπες από σφαίρες του Β’ παγκοσμίου πολέμου, ακόμα εμφανείς σε κάποια κτίρια.

Σίγουρα δηλαδή δεν περιμένεις να αντικρίσεις το Λακκί. Ένα μοναδικό στο είδος του παραθαλάσσιο χωριό στη Λέρο, που μοιάζει με πίνακα του Τζόρτζιο Ντε Κίρικο ή σκηνικό ταινίας του Φεντερίκο Φελίνι, ανταποκρινόμενο σε ένα από τα πιο τολμηρά και σπάνια πειράματα του 20ου αιώνα στον τομέα της αρχιτεκτονικής και του πολεοδομικού σχεδιασμού.

Αυτοί που έβαλαν μπροστά το εγχείρημα ήταν οι Ιταλοί, οι οποίοι είχαν την κατοχή των Δωδεκανήσων από το 1912. Ο Μπενίτο Μουσολίνι θεωρούσε τη Λέρο «κλειδί» για τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς του στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ο κόλπος του Λακκιού, δεύτερο μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι της Μεσογείου μετά τη Μάλτα, κρίθηκε ιδανικός για να στεγάσει το αρχηγείο του Βασιλικού Ιταλικού Ναυτικού, που θα εξασφάλιζε έλεγχο των θαλάσσιων διαβάσεων από τα Δαρδανέλια έως τη Μέση Ανατολή.

Ο Ντούτσε έστειλε στη Λέρο δύο από τους κορυφαίους Ιταλούς αρχιτέκτονες της εποχής, τους Ροντόλφο Πετράκο και Αρμάντο Μπερναμπίτι. Αποστολή τους να σχεδιάσουν εκ του μηδενός μια πόλη πάνω σε μία έκταση που στο μεγαλύτερο μέρος της ήταν ακατοίκητη με έλη και στο περιθώριο της εδραζόταν ένα ψαροχώρι. Οι αρχιτέκτονες άντλησαν κυριολεκτικά έμπνευσή από τους πίνακες του Ντε Κίρικο, όπως επίσης τη γεωμετρία των αρχαίων ναών και τον αισιόδοξο νεωτερισμό της art deco. Αψήφησαν αρχιτεκτονικά στερεότυπα και ακολούθησαν ενιαίο minimal στυλ μέσω μιας πρωτοποριακής μίξης τάσεων – όπως art deco, Bauhaus, ενετικών και αναγεννησιακών στοιχείων – σε όλα τα κτίρια και τις βασικές υποδομές.

Το αποτέλεσμα είναι εντυπωσιακό έως τις μέρες μας. Η πόλη που το 1944 ο Τσόρτσιλ αποκάλεσε «Μάλτα των Δωδεκανήσων» έχει ταίρι, σε κατασκευαστικό επίπεδο, μόνο στη Μεσίνα της Σικελίας.

Οι εργασίες διήρκεσαν από το 1930 έως το 1938 και η νέα πόλη ονομάστηκε Portolago. Θεωρείται το μοναδικό αυθεντικό δείγμα Ρασιοναλιστικής Αρχιτεκτονικής (το μίγμα art deco και Bauhaus) εκτός Ιταλίας.

Το φυσικό λιμάνι του Λακκιού είχε ήδη μετατραπεί σε μια μεγάλη υπερσύγχρονη αεροναυτική βάση, καθιστώντας την Λέρο «ναυαρχίδα» της Ρώμης στην περιοχή. Είχε χώρο προσγείωσης για υδροπλάνα, ενώ στο λιμάνι στάθμευαν δύο αντιτορπιλικά, δύο μικρές πυραυλάκατοι και τέσσερα υποβρύχια. Εκτός όμως από στρατιωτικές υποδομές, οι Ιταλοί χρειάστηκε να υλοποιήσουν και ένα ευρύ σχέδιο κάλυψης των αναγκών τους σε διοικητικό, εκπαιδευτικό, νοσηλευτικό αλλά και τουριστικό επίπεδο. Το Portolago ήταν όλα αυτά, μαζί και η λύση για τη στέγαση στρατιωτών και αξιωματικών μαζί με τις οικογένειές τους. «Η εκκλησία, το θέατρο, το σχολείο, το νοσοκομείο, ο στρατώνας του πυροβολικού, το ξενοδοχείο και πάνω από όλα η κυκλική αγορά με τον πύργο του ρολογιού αποτελούν ένα μοναδικής συνοχής αρχιτεκτονικό σύνολο, που θα μπορούσε επάξια να ενταχθεί σε μια διεθνή έκθεση της αρχιτεκτονικής του ’30», αναφέρει ο καθηγητής Αρχιτεκτονικής Βασίλης Κολώνας στο βιβλίο του «Ιταλική Αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα 1912-1943».

Το σχέδιο των δύο αρχιτεκτόνων – που σύμφωνα με τον ιστορικό και ντόπιο κάτοικο της Λέρου Γιώργου Τραμπούλη «ήταν ταλαντούχοι αλλά και εκκεντρικοί που δεν “χωρούσαν” στο φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας» – ήταν μια πόλη με φαρδείς, κυρτούς δρόμους, προτεραιότητα της οποίας θα ήταν η λειτουργικότητα, η αρμονία και η τάξη, σε συνδυασμό με τη φυσική ομορφιά και την αρχιτεκτονική αισθητική.

Στο εσωτερικό της πόλης θα υπήρχε η οικιστική ζώνη, αποτελούμενη από ξεχωριστά σπίτια για τους εργαζόμενους και τους διαφορετικούς βαθμούς αξιωματικών. Τα σπίτια, μερικά από τα οποία πλέον έχουν ανακαινιστεί, είναι ευρύχωροι κύλινδροι και κύβοι με μεγάλους κήπους.

Κατασκευάστηκε επίσης ένα μεγάλο νοσοκομείο, ενώ σε μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα φυτεύτηκαν εκατοντάδες πεύκα και ευκάλυπτοι. Λίγο έξω από την οικιστική ζώνη βρισκόταν το τελωνείο, ο κινηματογράφος, η αγορά και το ξενοδοχείο. Ακριβώς πίσω από το ξενοδοχείο δεσπόζει το συγκρότημα της υπαίθριας αγοράς με το επιβλητικό αίθριο και τον πύργο του ρολογιού.

«Εκμεταλλεύτηκαν την έλλειψη συνεχούς και άμεσης επιτήρησης από τη Ρώμη και έτσι εξερεύνησαν και πειραματίστηκαν, εντρύφησαν στην πολυτέλεια αλλά και συνδύασαν τον ρασιοναλισμό με τα τοπικά αρχιτεκτονικά ύφη», αναφέρει ο κ. Τραμπούλης.

Ο σχεδιασμός και οι υποδομές προέβλεπαν 30.000 κατοίκους. Έτσι σήμερα, με τους 2.000 περίπου κατοίκους και τα βομβαρδισμένα κτήρια, το Λακκί είναι μια πανέμορφη πόλη-φάντασμα, σαν σκηνικό ταινίας.

Σήμερα ο χρόνος στην περιοχή έχει σταματήσει -σε ρυθμούς art deco- στον Μεσοπόλεμο. Το BBC περιέγραψε το 2018 το Λάκκι ως την πιο «παράξενα όμορφη πόλη της Ελλάδας». Και σημείωνε εύστοχα ότι «λίγοι άνθρωποι γνωρίζουν ακόμη και την ύπαρξη του, ενώ ακόμη και οι ίδιοι οι κάτοικοι αντιμετωπίζουν την πόλη τους με ένα βαθμό σκεπτικισμού».

Το σχέδιο του Μουσολίνι φυσικά ναυάγησε, ο Άξονας συνετρίβη και το 1947 τα Δωδεκάνησα εντάχθηκαν στην ελληνική επικράτεια. Το Portolago μετονομάστηκε τότε σε Λακκί και το μεγαλύτερο μέρος της εντυπωσιακής πόλης αφέθηκε στο έλεος του χρόνου. Το γεγονός ότι η πόλη κατασκευάστηκε με εντολή του Μουσολίνι και κτήριά της στέγαζαν τα γραφεία και τις δραστηριότητες του φασιστικού κόμματος και νεολαίας, καθώς και ότι υπενθύμιζε στους κατοίκους τις κακουχίες που πέρασαν κάτω από τον φασιστικό ζυγό, είχε ως αποτέλεσμα το Λακκί να απαξιωθεί μεταπολεμικά γνωρίζοντας την εγκατάλειψη και την αδιαφορία.

Η κακοφημία του κρατικού θεραπευτηρίου Λέρου – που χτίστηκε στο Λακκί και στην περιοχή Λέπιδα, φιλοξενώντας επί σειρά ετών σε απάνθρωπες συνθήκες τους ψυχικά ασθενείς – αλλά και η επιλογή της Λέρου ως τόπος εξορίας πολιτικών κρατουμένων, ενίσχυσαν την τάση απαξίωσης για την περιοχή από πλευράς πολιτείας. Σύμφωνα με την Ιταλία αρχιτέκτονα Ντονατέλα Μαντσέλα, η οποία έχει εκπονήσει μελέτη για τη μοναδικότητα του Λακκίου, η έλλειψη πρόνοιας για την περιοχή οφείλεται σε χρόνια έλλειψη πόρων και στην απουσία μιας κουλτούρας αξιολόγησης, εκτίμησης και προστασίας της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς.

Τα τελευταία χρόνια πάντως η προσέγγιση άλλαξε, καθώς όλο και περισσότεροι αντιλαμβάνονται τη σημασία της πόλης ως μέρους της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Σήμερα το κινηματοθέατρο, το ξενοδοχείο και το συγκρότημα της αγοράς έχουν ανακηρυχθεί διατηρητέα μνημεία, ενώ φιλοδοξία της δημοτικής Αρχής Λέρου είναι να καταστήσει ολόκληρη την πόλη, μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Δεν είναι τόσο εύκολο λόγω των ακατάλληλων παρεμβάσεων που έχουν γίνει όλα αυτά τα χρόνια, αλλά η επίσημη πολιτεία αποφάσισε (επιτέλους) να παρέμβει. Το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού ανέθεσε τη σύνταξη του Στρατηγικού Σχεδίου για την «ανάδειξη της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής φυσιογνωμίας των οικισμών Λακκί και Λέπιδα» στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο και η παρουσίαση του εγχειρήματος έγινε σε ειδική συνάντηση των εκπροσώπων όλων των αρμόδιων φορέων, στις 5 Δεκεμβρίου.

Το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, στο πλαίσιο της ευρύτερης πολιτικής του για την ανάδειξη του ιστορικού τουρισμού και της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας περιοχών της πατρίδας μας, που αποτέλεσαν πεδία μαχών των δύο Παγκοσμίων Πολέμων, στη βάση μιας βιώσιμης διαχείρισης και προοπτικής.

Ηθικό δίδαγμα; Κάλλιο μετά από 74 χρόνια, παρά ποτέ…