Η περίοδος της Ενετοκρατίας στην Ελλάδα ξεκίνησε με την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204 και τη διανομή πολλών από των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στους Φράγκους.
Το προνόμιο ανάδειξης του σε πρώτο Λατίνο Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης διεκδικούσε ο Μαρκήσιος του Μομφερράτου (μια περιοχή ανατολικά του Τορίνο), Βονιφάτιος, ο οποίος έχασε όμως στο νήμα την τιμή από τον Βαλδουίνο Α’ και προκειμένου η δυτική συμμαχία των Σταυροφόρων να εξευμενίσει την οργή του, τού παρέδωσε την κυριότητα του βασιλείου της Θεσσαλονίκης και περιοχές της Κρήτης.
Ωστόσο η Κρήτη άφησε… ασυγκίνητο τον Βονιφάτιο, που τον Αυγούστο του 1204 την πούλησε αντί 1000 αργυρών μάρκων (!) στον δόγη της Βενετίας Ερρίκο Δάνδολο, σηματοδοτώντας την έναρξη της Ενετοκρατίας στην ελληνική μεγαλόνησο.
Η Βενετία κατέλαβε σταδιακά και πολλές άλλες περιοχές της Ελλάδας, αλλά μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, το 1453, άρχισε να χάνει τη μία μετά την άλλη τις κτήσεις της, σε ένα διάστημα δύο αιώνων, που χαρακτηρίστηκε από εφτά Βενετοτουρκικούς πολέμους, με κατά κανόνα νικηφόρα έκβαση για τους Τούρκους.
Ο μακροβιότερος και πιο σφοδρός από αυτούς τους πολέμους ήταν αυτός με θέατρο επιχειρήσεων (και έπαθλο) την Κρήτη, που ως γνωστόν έπεσε πολύ αργότερα απ’ ότι η ηπειρωτική Ελλάδα στα χέρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Μετά από σχεδόν δύο αιώνες κατοχής του ελλαδικού χώρου, οι Τούρκοι αποφάσισαν, στα 1645, ότι είχε έρθει η ώρα να εξαπλώσουν καθολικά την κυριαρχία τους, πατώντας το πόδι τους και στο ισχυρότερο φρούριο της Μεσογείου, τον ύψιστης γεωστρατηγικής σημασίας για την υπεροχή στη θάλασσα, Χάνδακα. Το Ηράκλειο ήταν η πρωτεύουσα του νησιού και η κατοχή του επέτρεπε στη Βενετία, αν και αποδυναμωμένη, να παραμένει μεγάλος αντίπαλος στο θαλάσσιο εμπόριο.
Μετά την οθωμανική κατάληψη της Κύπρου, το 1571, η Κρήτη και τα νησιά του Ιονίου ήταν τα μοναδικά χριστιανικά εδάφη στην ανατολική Μεσόγειο.
Σύμφωνα με τις ιστορικές αναφορές, τον Απρίλιο του 1645 περισσότερα από 400 πλοία και 50.000 στρατιώτες κατέπλευσαν από τα Δαρδανέλια με κατεύθυνση δήθεν προς τη Μάλτα και αντικειμενικό στόχο τον απόλυτο αιφνιδιασμό των Βενετών, που πράγματι δεν είχαν προνοήσει τα δέοντα για να αναχαιτίσουν την απόβαση, η οποία έλαβε χώρα στα Χανιά. Η πόλη των Χανίων έπεσε μετά από πολιορκία δύο μηνών και έκτοτε ο Οθωμανικός στρατός ξεχύθηκε στο νησί, λειτουργώντας ως «λαίλαπα» για τα επόμενα τρία χρόνια. Το 40% των κατοίκων της κρητικής υπαίθρου εξοντώθηκε, καθώς οι Ενετικές δυνάμεις ήταν ανεπαρκείς για να σταματήσουν την προέλαση των ασκεριών του σουλτάνου.
Έως το 1648 είχε καταληφθεί ολόκληρη η Κρήτη εκτός από τα φρούρια της Σούδας της Σπιναλόγκας, της Γραμβούσας και το ισχυρό και καλά οχυρωμένο Μεγάλο Κάστρο (Ηράκλειο). Οι Ενετοί οχυρώθηκαν στο Χάνδακα, αποφασισμένοι να αμυνθούν μέχρις εσχάτων για την πιο πολύτιμη αποικία τους, το διοικητικό και εμπορικό κέντρο του νησιού. Αυτό που θα ακολουθούσε είναι μία από τις μακροβιότερες πολιορκίες στην παγκόσμια Ιστορία. Επί 21 ολόκληρα χρόνια οι Βενετοί και οι Κρητικοί υπερασπιστές της πόλης απέκρουαν τις λυσσασμένες τουρκικές επιθέσεις, σε έναν πόλεμο που σημάδεψε την ιστορία του 17ου αιώνα, διαρκώντας περίπου το 1/4 αυτού.
Η πόλη είχε αποκλειστεί τελείως από την ξηρά, τα τείχη όμως ήταν ανθεκτικά και άντεχαν το σφυροκόπημα του τουρκικού πυροβολικού, ενώ εφοδιαζόταν – ανά περιόδους με μεγάλες θυσίες – από τα πλοία που έστελναν από την Ιταλία οι Βενετοί.
Δεκάδες χιλιάδες άνδρες σκοτώθηκαν, αμέτρητα πλοία βυθίστηκαν – ακόμα και αύτανδρα – αμύθητα ποσά δαπανήθηκαν σε εκστρατείες. Για την προσπάθεια άλωσης του Χάνδακα η Οθωμανική αυτοκρατορία δαπάνησε τεράστιους πόρους σε ανθρώπινο δυναμικό και χρήματα. Στην πραγματικότητα η πόλη δεν «έπεσε». Παραδόθηκε με συνθηκολόγηση το Σεπτέμβριο του 1969, διότι οι ενεργοί αμυνόμενοι που είχαν απομείνει ήταν ελάχιστοι και η κατάσταση με τις προμήθειες είχε γίνει πια απελπιστική. Συμφωνήθηκε ότι στον πληθυσμό της πόλης θα δινόταν περιθώριο 12 ημερών για να διαφύγει με όλη την κινητή του περιουσία. Η πλειονότητα των κατοίκων που διέφυγε ήταν Βενετοί, κυρίως στα νησιά του Ιονίου και στον τόπο καταγωγής τους.
Τούρκοι ιστορικοί έχουν αναφέρει ότι κατά την πολιορκία της πόλης σκοτώθηκαν περίπου 140.000 στρατιώτες και αξιωματούχοι της Υψηλής Πύλης.
Περίπου τέσσερις αιώνες μετά ήρθε στο φως της δημοσιότητας ένα εκπληκτικό εύρημα. Ήταν το ύστατο σχέδιο της Βενετίας να αποτρέψει την άλωση της πόλης, με ένα αδιανόητο σε μηχανισμό είδος… βιολογικού πολέμου, εκατοντάδες χρόνια φυσικά προτού επινοηθεί ο όρος.
Το σχέδιο αυτό ήταν άγνωστο στο ευρύ κοινό και στους ιστορικούς μέχρι το Δεκέμβριο του 2015 που ανακαλύφθηκε από ερευνητές κι έγινε η δημοσιοποίηση του. Έγγραφα που βρέθηκαν στα αρχεία της βιβλιοθήκης της Δημοκρατίας της Βενετίας «μαρτυρούν» την πρόθεση των Βενετών να διασπείρουν με πανώλη στα στρατεύματα των Οθωμανών που βρίσκονταν στρατοπεδευμένα έξω από τον Χάνδακα και να τα αποδεκατίσουν μέσω της επιδημίας που θα ακολουθούσε. Το σχέδιο αποσκοπούσε στον ψεκασμό των Τούρκων με ένα υγρό που είχε εξαχθεί από τα σπλάχνα των θυμάτων που είχε προκαλέσει η μεγάλη πανώλη στη Βενετία το 14ο αιώνα!
Οι πληροφορίες για το σχέδιο αυτό που κανείς δεν ξέρει αν εφαρμόστηκε, είναι ασαφείς. Φαίνεται πάντως ότι οι Ενετοί διέθεταν μέσα σε σφραγισμένες γυάλες υγρό μολυσμένο από την πανούκλα ή τουλάχιστον έτσι πίστευαν. Στις γυάλες αυτές είχαν κλείσει τα σπλάχνα και τα γαστρικά υγρά από συμπατριώτες τους, που είχαν πεθάνει από πανούκλα στην θρυλική πανδημία του περίφημου «Μαύρου Θανάτου», που θανάτωσε τα 2/3 του ευρωπαϊκού πληθυσμού και είχε ισοπεδώσει τη Γαληνοτάτη (βενετσιάνικη Δημοκρατία). Υπάρχει ένα μη επισκέψιμο νησάκι έξω από την Βενετία, η καταραμένη Ποβέλια, όπου μεταφέρθηκαν και πέθαναν αβοήθητοι πάνω από 150.000 Βενετσιάνοι, χτυπημένοι απ’ την πανούκλα. Κάτα τα φαινόμενα κάποιος στα υψηλά κλιμάκια της Γαληνοτάτης είχε σκεφθεί να φυλακίσουν την αρρώστια σε μπουκάλια, μήπως και τους χρειαστεί.
Σύμφωνα με τις υποθέσεις των ερευνητών, το πλάνο ήταν να μεταφερθούν οι γυάλες με το βδελυρό, μολυσμένο περιεχόμενο στην Κρήτη, να αναμειχθεί με κάποιο άλλο υγρό και να εξακοντιστεί από τα ψηλά τείχη πάνω στους Τούρκους που έκαναν γιουρούσια. Κατόπιν η εξαιρετικά μεταδοτική πανούκλα θα έκανε τη δουλειά της. Στα κρητικά αρχεία υπάρχουν πληροφορίες για επιδημία πανώλης στο νησί το 1655, κατά την διάρκεια δηλαδή της πολιορκίας, όχι όμως και έξω από τα τείχη, στις τάξεις Οθωμανών.
Μέχρι την ανακάλυψη του Ενετικού αυτού εγγράφου, η ιστορική πεποίθηση ήταν ότι την πανώλη την μετέδωσαν στο νησί οι Γάλλοι, που κατέφτασαν με στόλο, λίγο πριν την πτώση του Χάνδακα, για να ενισχύσουν τους Ενετούς, αλλά τελικά αποχώρησαν. Βεβαίως η πανώλη έκανε την εμφάνιση της ανά τακτά χρονικά διαστήματα για πάνω από έξι αιώνες στην στην Ευρώπη και στη Μεσόγειο, οπότε παραμένει αδιευκρίνιστο αν εκείνη η συγκεκριμένη επιδημία ήταν αποτέλεσμα ενός πρωτόγονου βιολογικού πολέμου, που τελικά γύρισε μπούμερανγκ.
Τυχεροί (;) από την αποτυχία ή την ανάκληση του σχεδίου, οι Τούρκοι έγιναν κάτοχοι όλου του νησιού το 1669, οπότε και ξεκίνησε μια σκοτεινή περίοδος για την Κρήτη, η οποία θα διαρκούσε περίπου 220 χρόνια.
Με πληροφορίες από wikipedia, protagon.gr, iellada.gr.