«Είναι μέσα στο χιόνι αναλλοίωτος»: Το τέλος του ορειβάτη Μπάμπη Τσουπρά, στο βουνό που 1/7 πεθαίνει

Το «βουνό των Ελλήνων» κατακτήθηκε δύο φορές από συμπατριώτες μας, στην πραγματικότητα όμως παραμένει απάτητο...

11 Απριλίου 2022, ώρα Νεπάλ 12:50: Ο Αντώνης Συκάρης έχει μόλις πατήσει την κορυφή του όρους Νταουλαγκίρι, έβδομη ψηλότερη στον κόσμο με ύψος 8.167 μέτρα. Η συγκεκριμένη κορυφή δεν είχε κατακτηθεί ποτέ από Έλληνα. Ή μάλλον… λάθος. Είχε κατακτηθεί, αλλά ούτε ο πρώτος που τα κατάφερε πρόλαβε να χαρεί το κατόρθωμα του.

«Θέλω να αφιερώσω αυτή την κορυφή στον Νίκο Παπανδρέου και την οικογένειά του, στον Μπάμπη Τσουπρά και στην οικογένειά του», έγραφε την 11η Απριλίου στα social media ο Αντώνης Συκάρης, ανακοινώνοντας το επίτευγμά του. Πρόκειται για τους άλλους δύο Έλληνες που είχαν χαθεί, στην προσπάθεια ανάβασης στο Νταουλάγκιρι. Μία δύσβατη και επικίνδυνη κορυφή, λόγω του απότομου ανάγλυφου και του κακού καιρού που συνήθως επικρατεί. Δεν είναι τυχαίο ότι ήταν η τελευταία από τις δεκατέσσερις «οχτάρες» κορυφές που κατακτήθηκε. «Οχτάρες» ονομάζονται οι 14 κορυφές της Γης άνω των 8.000 μέτρων. Ο Συκάρης είχε καρφώσει τη σημαία του σε πέντε εξ’ αυτών. Το Νταουλαγκίρι ήταν η έκτη. Αλλά όπως και στην περίπτωση του Μπάμπη Τσουπρά, δεν έμελλε να βάλει το «τσεκ» δίπλα από το όνομα της…

Διότι δεν αρκεί μόνο να ανέβεις. Το εξίσου δύσκολο είναι να κατέβεις σώος και αβλαβής. Οι αριθμοί είναι σοκαριστικοί. Περίπου ένας στους εφτά που επιχειρεί να ανέβει σε αυτή την κορυφή πεθαίνει. Έως το 2007 είχαν φτάσει στην κορυφή 358 ορειβάτες, ενώ 58 είχαν χάσει τη ζωή τους – ένα ποσοστό θνησιμότητας κοντά στο 16%.

Ακόμα και οι πιο έμπειροι του είδους είναι ξεκάθαρο ότι ρισκάρουν τη ζωή τους σε μια τέτοια επιχείρηση, εξαιτίας των πολλών «αστάθμητων» παραγόντων που κινδυνεύουν να αντιμετωπίσουν.

Η συγκεκριμένη κορυφή έχει ονομαστεί από τους Έλληνες ορειβάτες ως το «βουνό των Ελλήνων», διότι είχαν γίνει πέντε αποτυχημένες προσπάθειες από ελληνικής πλευράς για την κατάκτηση της. Πλέον, δυστυχώς, έξι.

Οι δύο πρώτοι Έλληνες είχαν χάσει τη ζωή τους σε διάστημα έξι μηνών, το 1998. Η πρώτη αποστολή ήταν εφταμελής και διοργανώθηκε το 1990 από τον Ελληνικό Ορειβατικό Σύλλογο Αθηνών. Η ομάδα έφτασε κοντά στην κορυφή, ωστόσο αντιμετώπισε κακοκαιρία και πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και αναγκάστηκε να εγκαταλείψει. Επέστρεψε στην κατασκήνωση βάσης με σοβαρά αλλά όχι μόνιμα προβλήματα υγείας των μελών, που για μικρό διάστημα είχαν θεωρηθεί νεκροί…

Τον Απρίλιο του 1998 διοργανώθηκε η δεύτερη. Επικεφαλής ήταν ο Αντώνης Συκάρης και την ομάδα πλαισίωναν άλλα έξι μέλη. Οι τρεις εξ’ αυτών, Νίκος Παπανδρέου, Μπάμπης Τσουπράς και Δημήτρης Κάλλος έφτασαν σχετικά εύκολα στο camp 3 των 7.550 μέτρων και την πρωτομαγιά του ’98 ξεκίνησαν για την κορυφή. Τα τελευταία 600 μέτρα όμως είναι τα πιο δύσκολα τόσο στην ανάβαση, όσο φυσικά και στην κατάβαση. Όσο πλησιάζει κανείς προς τη «ζώνη του θανάτου», που έχει όριο τα 8.000 μέτρα, οι πιθανότητες επιτυχίας μειώνονται. Η έλλειψη οξυγόνου κάνει και την απλούστερη κίνηση μια πολύπλοκη υπόθεση. Στα 7.000 μέτρα ένας ορειβάτης παίρνει 20 αναπνοές για κάθε τρία βήματα, ενώ μετά τα 8.000 μέτρα οι 20 αναπνοές χρειάζονται για ένα μόνο βήμα. «Οι κινήσεις σε αυτά τα υψόμετρα μοιάζουν με των αστροναυτών», έλεγε ο Αντώνης Συκάρης.

Εν μέσω δυνατών ανέμων, ο Νίκος Παπανδρέου, στην προσπάθεια του να αλλάξει ένα σταθερό σκοινί, παραπάτησε, γλίστρησε στον πάγο και έπεσε σε μια χαράδρα 1.500 μέτρων. Τη μοιραία στιγμή ο Μπάμπης Τσουπράς ήταν δίπλα του, αλλά δεν πρόλαβε να κάνει τίποτα. Έξι μήνες αργότερα η «κακιά στιγμή» θα έκοβε και το δικό του νήμα ζωής.

Στη νέα πενταμελή αποστολή ανάβασης του όρους, το Σεπτέμβρη – Οκτώβρη του 1998, συνδετικός κρίκος ήταν μόνο ο Τσουπράς. Μαζί με τον Παναγιώτη Κοτρωνάρο ανέβηκαν με πολλή δυσκολία, λόγω του βαθιού χιονιού, στο camp 3 και λόγω εξάντλησης δεν μπόρεσαν να ξεκινήσουν την καθορισμένη ώρα (3 το πρωί) για την κορυφή. Ξεκίνησαν με τρεις ώρες καθυστέρηση, όμως ο Κοτρωνάρος εξαντλήθηκε και γύρισε πίσω. Ο Τσουπράς αποφάσισε να συνεχίσει μόνος για την κορυφή, αν και αυτό, λόγω της καθυστέρησης των τριών ωρών, θα σήμαινε αναγκαστική διανυκτέρευση εκτός κατασκήνωσης (bivouac) σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες. Ο Τσουπράς πιστεύεται ότι έφτασε στην κορυφή το μεσημέρι της 2ας Οκτωβρίου, καθώς από την κατασκήνωση βάσης τον είδαν με τηλεσκόπιο να απέχει περίπου 100 μέτρα.

Ο Μπάμπης Τσουπράς με την κορδέλα στα μαλλιά

Στην επιστροφή του όμως συνάντησε χιονοθύελλα, και τα ίχνη του δεν βρέθηκαν ποτέ, παρά τις προσπάθειες της ελληνικής ομάδας, καθώς και Ισπανών, Ιταλών, Βάσκων και Ιαπώνων που επιχειρούσαν στο βουνό. Στα 7.900 μέτρα αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις προσπάθειες και να γυρίσουν πίσω λόγω χιονοστιβάδων.

Μετά το χαμό του Παπανδρέου, ο Συκάρης πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από τον αλπινισμό. Πρόσκαιρα όμως, όπως αποδείχτηκε. Το Νταουλαγκίρι  είχε εξελιχθεί στο μεγάλο απωθημένο του. Πριν από την τέταρτη και μοιραία, είχαν μεσολαβήσει άλλες δύο δικές του αποστολές στο όρος των Ιμαλαΐων. Το Σεπτέμβριο του 2019 έφτασε έως τα 7.800μ., αλλά λόγω κακοκαιρίας αναγκάστηκε να γυρίσει πίσω, ενώ το Μάιο του 2021 εγκατέλειψε στα 5.800μ. μετά από νόσηση με covid.

«Εκείνο που με τρομάζει περισσότερο είναι ο κίνδυνος να παγώσεις και να μείνεις αβοήθητος, όπως έχει συμβεί σε πολλούς ορειβάτες στο Έβερεστ», έλεγε σε συνέντευξη του στο περιοδικό «Ταξίδια» της «Καθημερινής» το Δεκέμβριο του 2018. Και πρόσθετε τότε για τους δύο συμπατριώτες του, που είχαν χαθεί για πάντα στο ίδιο βουνό. «Μέχρι σήμερα δεν έχουν βρεθεί. Είναι και οι δύο εκεί, μέσα στο χιόνι. Αναλλοίωτοι. Είναι η τιμή που κάνουν τα ψηλά βουνά στους επίδοξους κατακτητές τους…»