Σύμφωνα με το θρυλικό τραγούδι του Νίκου Παπάζογλου, «οι μάγκες δεν υπάρχουν πια, τους πάτησε το τρένο»!
Και όντως, κανείς δεν μπορεί ν’ αρνηθεί ότι οι μάγκες σήμερα είναι είδος υπό εξαφάνιση.
Τουλάχιστον με την έννοια του μπεσαλή. Του λογοτιμήτη. Του ανθρώπου που (ακόμα κι αν ανήκει στον υπόκοσμο) σέβεται τα παντελόνια που φοράει.
Του προτύπου που αποτύπωσε καλύτερα από κάθε άλλον μέσα από τις ταινίες του ο Νίκος Φέρμας!
Αλάνι ξηγημένο, ορφανός από τριών χρονών και γαλουχημένος με τις ιδιαίτερες αξίες της πιάτσας, ο Νίκος Χατζηανδρέου (όπως ήταν το πραγματικό του όνομα) δεν χρειαζόταν να προσπαθήσει ιδιαίτερα για να ενσαρκώσει τους ρόλους του.
Διότι αρκούσε να υποδυθεί τον… εαυτό του για να προκύψουν οι απίθανες ερμηνείες ως βαρύμαγκας, κομπιναδόρος, τσίφτης και νταής.
Αντίθετα όμως με τον κινηματογραφικό του χαρακτήρα, ο Φέρμας στην κανονική του ζωή δεν έψαχνε φασαρίες.
Ήταν μεν αυτό που ο ίδιος θα έλεγε «μόρτης», ωστόσο λατρευόταν απ’ όλους για την ευθύτητα, την ντομπροσύνη και το ιδιαίτερο στιλ του.
Τόσο από τα λαμπερά ονόματα που έπαιξε δίπλα τους (όπως οι Χορν, Αυλωνίτης, Κωνσταντάρας, Χατζηχρήστος, Φωτόπουλος, Λαμπέτη, Βουγιουκλάκη, Καρέζη), όσο και από τους σκηνοθέτες και τους θεατρικούς επιχειρηματίες.
Γι’ αυτό κανένας (ούτε καν η σύζυγός του, Άννα Παντζίκα) δεν μπορούσε να του θυμώσει για τα δυο μεγάλα του πάθη.
Τις… ανιψιές (ήτοι κατά καιρούς φιλενάδες) και το «χόρτο»!
Κι αν για το πρώτο κρατούσε έστω κάποια προσχήματα, για το δεύτερο δεν έκανε καν προσπάθεια να το κρύψει!
Απεναντίας το τσιγαριλίκι ήταν προέκταση του χεριού του. Και τα ντουμάνια τον συνόδευαν σε κάθε εμφάνισή του.
«Μπα! Τι γίνεται σήμερα; Πάλι… αγιασμό έχουμε;», αναρωτιόταν χαρακτηριστικά περνώντας έξω από το καμαρίνι του ο θεατρικός επιχειρηματίας, Βασίλης Μπουρνέλης!
Ακόμα πιο ενδεικτικός όμως ήταν ο τρόπος που γνωρίστηκε με τον Ντίνο Δημόπουλο. Και ο διάλογος που έχει αποκαλύψει ο ίδιος ο σκηνοθέτης:
«Με πλησιάζει ένας μάγκας βαρύς με το αργό λικνιστικό του περπάτημα εκείνο το πρωινό στο γύρισμα. Είναι ο Νίκος Φέρμας.
Συρτή φωνή, νωθρή κίνηση, ματιά θαμπή.
-Είσαι για μια τζούρα, αφεντικό;
-Τι τζούρα, ρωτάω παραξενεμένος.
-Μια ρουφηξιά για.
-Δεν καπνίζω.
-Δεν είναι καπνός. Χόρτο είναι.
-Τα χόρτα με πειράζουν στο στομάχι.
-Τα λάχανα σε πειράζουν. Κι ετούτο δεν είναι λάχανο. Είναι ανθός. Τράβα μία και θα αρχίσεις να πετάς. Και τα πλάνα θα σου ’ρχονται το ένα μετά το άλλο σαν σύννεφα που τα κυνηγάει ο νοτιάς»!
Δεν έχανε μάλιστα ευκαιρία, με αφορμή το πάθος του, να κάνει και φάρσες. Όπως εκείνη που είχε σκαρώσει στον (νεαρό τότε) Σωτήρη Μουστάκα.
Συνυπάρχοντας μαζί του στο καμαρίνι και αθώος και άβγαλτος όπως ήταν εκείνη την εποχή ο μεγάλος κωμικός, τον ρώτησε τι είναι αυτό που βάζει μέσα στο τσιγάρο.
«Φάρμακο για το στομάχι», του είχε απαντήσει με πλήρη σοβαρότητα ο Φέρμας.
Μια μέρα λοιπόν που ο Μουστάκας είχε στομαχόπονο και του ζήτησε μια τζούρα από το… θεραπευτικό βοτάνι, εκείνος εξερράγη:
«Mα καλά ρε Κύπριε, δεν κατάλαβες τι είναι; Χασίσι είναι»!
Το καλύτερο σκηνικό όμως, αυτό που θα πίστευε κανείς ότι είναι απλώς θρύλος αν δεν υπήρχαν μαρτυρίες να το επιβεβαιώνουν, είχε συμβεί στον γάμο του.
Και το είχε στήσει ο Αλέκος Σακελλάριος…
Ο αξέχαστος σκηνοθέτης υπήρξε αδερφικός φίλος του Φέρμα. Τον είχε επιλέξει σε δεκάδες ταινίες του.
Και χαρακτηριστικός της αδυναμίας που του έτρεφε ήταν ο τρόπος που τον αποχαιρέτησε μ’ ένα άρθρο του, όταν ο μάγκας του ελληνικού κινηματογράφου έφυγε από τη ζωή στα 66 του μόλις χρόνια.
Έχοντας λοιπόν το θάρρος να τον πειράξει για τη μεγάλη του αδυναμία, έκανε το απόλυτο τρολάρισμα (σε μια εποχή που το τρολάρισμα δεν υπήρχε καν ως έννοια)!
Το επικό σκηνικό που έχει περιγράψει παραστατικά ο θεατρικός συγγραφέας, Λάκης Μιχαηλίδης:
«Στον γάμο του Φέρμα, την ώρα που ο παπάς ετοιμαζόταν να ευλογήσει το ζευγάρι, ο δαιμόνιος κι αξέχαστος Αλέκος Σακελλάριος ρίχνει μέσα στο θυμιατήρι χασίσι. Μια μικρή φλουδίτσα χασίσι.
Άρχισαν, λοιπόν, όλοι οι προσκεκλημένοι να ζαλίζονται, μα πιο πολύ από όλους μαστούρωσε ο παπάς, ο οποίος εκδηλώθηκε τη στιγμή εκείνη ως ομοφυλόφιλος κι άρχισε να φωνάζει:
-Εγώ είμαι η νυφούλα. Εγώ θα σύρω τον χορό του Ησαΐα. Κι ο γάμος έγινε πανηγύρι. Σχόλασε…»