«Όχι, ο Αυλωνίτης με τίποτα»: Το βέτο που «έσωσε» την ταινία-θρύλο του ελληνικού κινηματογράφου
Βρείτε μας στο
Ιστορίες

«Όχι, ο Αυλωνίτης με τίποτα»: Το βέτο που «έσωσε» την ταινία-θρύλο του ελληνικού κινηματογράφου

Υπήρξε μία περίπτωση κατά την οποία το ένστικτο του Φιλοποιμένα Φίνου τον... πρόδωσε

Στα μέσα της δεκαετίας του ‘50 ο Βασίλης Αυλωνίτης ήταν ήδη ένας καταξιωμένος ηθοποιός του θεάτρου, έχοντας κερδίσει το κοινό από την πρώτη στιγμή που εμφανίστηκε στο σανίδι, με ατού το τρομερό ταλέντό του στον αυτοσχεδιασμό.

Ήταν άλλωστε ένας αυτοδίδακτος καλλιτέχνης, που δεν σπούδασε ποτέ σε σχολή υποκριτικής και μπήκε στο χώρο της υποκριτικής εξαργυρώνοντας το πηγαίο χάρισμα του στο να κάνει τους άλλους να γελούν.

Έχοντας αναλάβει χρέη βοηθού σκηνογράφου στο θέατρο «Έντεν», ο Αυλωνίτης εξελίχθηκε στον πλακατζή της παρέας, πλαισιώνοντας σταθερά το θίασο στο γειτονικό ταβερνάκι μετά το τέλος των παραστάσεων. Ο θεατρικός επιχειρηματίας Θόδωρος Σκούρας τον ώθησε στη σκηνή, προτρέποντάς τον να πάρει ένα μικρό ρόλο στην οπερέτα «Το κορίτσι της γειτονιάς». Κι έτσι, σε ηλικία 20 ετών (1924) ο Αυλωνίτης έκανε το ντεμπούτο του στην υποκριτική και όλα πήραν το δρόμο τους για να ανατείλει το άστρο ενός μεγάλου κωμικού.

Η επιτυχία του ήταν τέτοια, που μόλις τέσσερα χρόνια αργότερα έκανε στροφή προς την επιθεώρηση, ως επικεφαλής δικού του πια θιάσου («Κρίνονας»).

Μεταπολεμικά υπήρξε για πολλά χρόνια βασικό στέλεχος των επιθεωρησιακών θιάσων του θεάτρου Ακροπόλ, έως ότου γίνει αστέρας του κινηματογράφου. Αυτό δεν συνέβη από τη μία στιγμή στην άλλη. Και ο τρόπος με τον οποίο έγινε σίγουρα δεν ήταν ο αναμενόμενος με βάση το καλλιτεχνικό μέγεθός του.

Το 1955 ο Φιλοποιμήν Φίνος και ο Αλέκος Σακελλάριος αναζητούσαν το καστ για το «Λατέρνα Φτώχεια και Φιλότιμο». Η θέση του Μίμη Φωτόπουλου για τον έναν εκ των πρωταγωνιστικών ρόλων είχε «κλειδώσει» και ο Σακελλάριος ήθελε ως παρτενέρ του τον Αυλωνίτη. Ο Φίνος όμως δεν ήθελε ούτε να το ακούσει.

Ο Αυλωνίτης είχε εμφανιστεί έως τότε σε 7 ταινίες (οι δύο εκ των οποίων προπολεμικές) και μόνο το «Η ωραία των Αθηνών» είχε σημειώσει επιτυχία. Θεωρούσε ότι είχε πληγεί το προφίλ του με τη συμμετοχή του σε ταινίες δεύτερης διαλογής και στύλωσε τα πόδια. Το ίδιο όμως έκανε και ο σεναριογράφος και σκηνοθέτης της ταινίας. Ο Σακελλάριος πίστευε πολύ στον 51χρονο τότε ηθοποιό και έφτασε στο σημείο να υποσχεθεί ότι θα καλύψει την όποια οικονομική ζημιά θα είχε η Φίνος Φιλμς από την παραγωγή της ταινίας, αν θεωρείτο ότι αιτία για αυτήν θα ήταν ο Αυλωνίτης!

«Όχι, ο Αυλωνίτης με τίποτα»: Το βέτο που «έσωσε» την ταινία-θρύλο του ελληνικού κινηματογράφου
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Το «φυλάει» ο ψαράς με το βιβλίο: Το παραδεισένιο νησάκι του Ιονίου που πωλείται αντί 45 εκατ. ευρώ

Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο | OPEN TV

Ο Φίνος αναγκάστηκε να υποχωρήσει μπροστά στην επιμονή του συνεργάτη του και η συνέχεια είναι γνωστή. Με ρεσιτάλ ερμηνειών, οι δύο φίλοι, πλανόδιοι λατερνατζήδες έγιναν το πιο εμβληματικό δίδυμο στην ιστορία του ελληνικού κινηματογράφου και η ταινία έσπασε τα ταμεία, αποκτώντας με τα χρόνια θρυλική διάσταση.

Αρκούσε αυτό το φιλμ για να καθιερωθεί ο Αυλωνίτης ως μετρ του είδους και στο πανί, καθώς ο Φίνος κατάλαβε το λάθος του και έκτοτε… επανόρθωσε, κρατώντας τον δίπλα του για αρκετά χρόνια. Το «Λατέρνα Φτώχεια και Φιλότιμο» είναι η πρώτη ελληνική ταινία που είχε και σίκουελ, φυσικά το «Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο» του 1957.

Στα επόμενα 15 χρόνια, έως και τον αιφνίδιο θάνατό του, το Μάρτιο του 1970, ο Βασίλης Αυλωνίτης εμφανίστηκε σε άλλες 72 ταινίες (!) και ανήχθη σε αυτό που αναγνωρίζεται έως σήμερα: ένα από τα «ιερά τέρατα» της ελληνικής κωμωδίας.