Ανέλαβε δράση ο Παπαγιαννόπουλος: Τι άλλαξε στη θρυλική σκηνή  με τα 17 χαστούκια που στην αρχή ήταν ψεύτικα

Έδωσε το… παράδειγμα για να ακολουθήσουν οι άλλοι

Τι κάνεις όταν μια κινηματογραφική σκηνή που γυρίζεις και γυρίζεις ξανά στερείται αληθοφάνειας και ρεαλισμού; Στην περίπτωση της ταινίας «Το ξύλο βγήκε απ΄τον παράδεισο» την  απάντηση σε αυτό το ερώτημα την διέθετε πάντως ο Διονύσης Παπαγιαννόπουλος. Που απ΄ό,τι φαίνεται, δεν είχε μόνο την απάντηση αλλά και… βαρύ χέρι!

Πρόκειται για ένα από τα πλέον γνωστά φιλμ του λεγόμενου παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου, με συντελεστές που έγραψαν ο καθένας την δική του ιστορία. Σε αυτήν συνεργάζονται για πρώτη φορά Αλέκος Σακελλάριος και Αλίκη Βουγιουκλάκη, σε μια σύμπραξη που πάντως δεν άρχισε με τους καλύτερους οιωνούς αφού η (μετέπειτα) «Εθνική Σταρ» θεώρησε ότι ο ήδη επιτυχημένος Έλληνας σεναριογράφος και σκηνοθέτης ευνοούσε στα πλάνα του την τότε σύζυγό του Νίκη Λινάρδου και απαίτησε να γυριστούν ξανά ορισμένες σκηνές. Όπως και έγινε, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια ένταση μεταξύ τους, την οποία πάντως και οι δύο άφησαν πίσω τους.

Στην ταινία ακούγονται για πρώτη φορά μουσικά κομμάτια που φέρουν την υπογραφή του Μάνου Χατζιδάκι, όπως το «Γκρίζο γατί» (πιο γνωστό ως «Νιάου βρε γατούλα», βέβαια και το «Έχω ένα μυστικό» που αργότερα έγινε ο πρώτος χρυσός δίσκος στην Ελλάδα! Ανάλογη ήταν και η εισπρακτική επιτυχία της ίδιας της παραγωγής της Φίνος Φιλμς που την σεζόν 1959-1960, όταν και προβλήθηκε στις αίθουσες, έκοψε 239.530 εισιτήρια, καταλαμβάνοντας με άνεση την κορυφή ανάμεσα στις 52 ταινίες εκείνης της χρονιάς.

Μάλιστα, μόνο την πρώτη εβδομάδα των προβολών της έκανε ρεκόρ ξεπερνώντας τις 100.000, ενώ ήταν τόσο μεγάλο το… αμόκ του κοινού για να δεν τις περιπέτειες της Λίζας Παπασταύρου (όπως λέγεται η Αλίκη στο φιλμ) που μέσα στο χειμώνα άνοιξαν ακόμη και θερινοί κινηματογράφοι για να ανταποκριθούν στην αυξημένη ζήτηση! Επιπλέον η ίδια η Βουγιουκλάκη επηρεάστηκε τόσο πολύ από τον ρόλο που όταν χρειάστηκε να νοσηλευτεί αργότερα στο νοσοκομείο το 1996, αντί για το κανονικό όνομά της, έδωσε το όνομα της πρωταγωνίστριας της ταινίας που σύμφωνα με υπολογισμούς την είδε κυριολεκτικά ολόκληρη η Ελλάδα, δηλαδή 10.000.000 Έλληνες!

Με τα σημερινά δεδομένα η πλοκή είναι όπως και να το κάνουμε «τραβηγμένη» αφού περιγράφει τον έρωτα μεταξύ ενός  πρωτοδιόριστου καθηγητή μέσης εκπαίδευσης με μια μαθήτριά του… Για την εποχή ωστόσο αυτό δεν θεωρούνταν και τίποτα ιδιαίτερο, όπως αντίστοιχα δεν πέρναγε καν από το μυαλό κάποιου ότι τα… χαστούκια δεν αποτελούν και την πλέον σωστή παιδαγωγική μέθοδο του κόσμου. Όπως, όπως μαρτυρά και ο τίτλος της ταινίας, το ξύλο όχι μόνο βγήκε από τον παράδεισο αλλά ήταν αυτό ακριβώς που χρειαζόταν τα… κακομαθημένα πλουσιόπαιδα του γυμνασίου θηλέων που επειδή προέρχονταν από εύπορες οικογένειες της «καλής Αθήνας», δεν σέβονταν τους καθηγητές τους.

 

 

Στον α’ αντρικό ρόλο βρίσκουμε τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ, ο οποίος πήρε την δουλειά μετά την άρνηση του Δημήτρη Χορν. «Όχι Αλέκο μου, δεν θα δεθώ εγώ στο άρμα της Βουγιουκλάκη σαν τον Μουσούρη» φέρεται να απάντησε στον σκηνοθέτη η σπουδαίος ηθοποιός, όταν του έγινε η πρόταση. Αυτή την άρνηση πάντως την εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο ο Παπαμιχαήλ ο οποίος έγινε διάσημος στο πανελλήνιο ως κύριος Φλωράς.

Βέβαια, διάσημος δεν έγινε μόνο αυτός. Διάσημη έγινε και η σκηνή με τα απανωτά χαστούκια που «έφαγαν» οι μαθήτριες! Ωστόσο υπάρχει κι ένα μικρό παρασκήνιο γύρω από αυτά. Αν σας φαίνονται αληθινά ο λόγος είναι ότι… είναι! Στην αρχή οι σκηνές γυρίστηκαν με ψεύτικα χαστούκια, όμως αυτό ήταν φανερό και ο Σακελλάριος προβληματιζόταν για το κινηματογραφικό τρικ στο οποίο θα έπρεπε να καταφύγει για να προσθέσει αληθοφάνεια. Μέχρι που αυτοί οι προβληματισμοί έφτασαν μέχρι τα αυτιά του Διονύση Παπαγιαννόπουλου, που είχε κι αυτός έναν από τους βασικούς ρόλους ως καθηγητής των… κακομαθημένων κορασίδων.

Ο ίδιος εξήγησε μερικά χρόνια αργότερα πώς έδωσε το πρώτο… κανονικότατο χαστούκι και πώς το δικό του παράδειγμα ακολούθησαν και όλοι οι υπόλοιποι, για να φτάσουμε τελικά στην πασίγνωστη σκηνή με τις 17 συνεχόμενες… φάπες!

Λέει, λοιπόν, στην εκπομπή «Το πορτραίτο της Πέμπτης» τον Ιούλιο του 1976, σε συνέντευξή του στον Φρέντυ Γερμανό: «Λοιπόν, γυρίζουμε, και είναι καμιά τρακοσαριά οι κοπέλες. Παίζουνε κι ώσπου να ‘ρθει η σειρά μου είχα βγει απέξω. Αλλά περνάνε ώρες και δε με φωνάζουν μέσα να συνεχίσουμε. Τί γίνεται; Πάω μέσα, ρωτώ γιατί σταματήσαμε; Όχι, δε σταματήσαμε, αλλά το ξύλο, δε γίνεται το ξύλο, μου λένε… Ποιος χτυπάει; Ο Ορέστης Μακρής, ο Τσαγανέας, ο Γαβριηλίδης κλπ. Δεν το πετυχαίνουν. “Φέρε μία!” λέω του Αλέκου του Σακελλάριου… Έρχεται μία και φραπ! “Δόξα σοι ο Θεός”, είπε ο Σακελλάριος… Έρχεται άλλη. Από τις 300 κοπέλες όλες θέλανε, πλέον όμως όχι… Κάποια ψηλή ξανθιά λέει “εγώ”! Κραπ! και λέει αυτή: “αχ, το δόντι μου”! Uα πήγαινε όμως να το βγάλει στον γιατρό»!