Ο Αλέξανδρος, όπως και τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας του μεγιστάνα Αριστοτέλη Ωνάση, ήταν σχεδόν αδύνατο να απολαύσει απλές ιδιωτικές στιγμές χωρίς τον φόβο των παπαράτσι που τους πολιορκούσαν με στόχο να τραβήξουν ένα πλάνο που θα τους έκανε πλούσιους.
Μια φωτογραφία, ειδικά σε χαλαρές προσωπικές καταστάσεις, άξιζε χρυσάφι, αφού πολλά περιοδικά προσέφεραν χρήματα (και μάλιστα πολλά) για ένα ενσταντανέ.
Φυσικά ο Αλέξανδρος δεν αποτελούσε εξαίρεση. Ιδιαίτερα την περίοδο που ήταν ζευγάρι με την Φιόνα Φον Τρίσεν, η οποία ήταν μεγαλύτερή του κατά 16 ολόκληρα χρόνια, ενώ ήταν παντρεμένη και χωρισμένη με δύο παιδιά. Οι δυο τους πάντως ήταν αγαπημένο και ταιριαστό ζευγάρι που συχνά προσπαθούσε να κλέψει λόγο χρόνο και να κρυφτεί από τους πάντες και τα πάντα, απολαμβάνοντας ο ένας τον άλλον, όπως συνέβη και σε ένα ταξίδι τους στις Σπέτσες.
Εκεί όταν έφτασαν, ο Αλέξανδρος ήταν πολύ προσεκτικός και προσπάθησε να εξασφαλίσει ότι κανένας φωτογράφος δεν θα μπορούσε να τους «απειλήσει». Χρησιμοποιώντας κιάλια έψαξε εξονυχιστικά τον περιβάλλοντα χώρο, γνωρίζοντας πολλά από τα τρικ που χρησιμοποιούσαν οι παπαράτσι προκειμένου να μην γίνουν αντιληπτοί. Δεν βρήκε τίποτα παράξενο ή ανησυχητικό και μαζί με την σύντροφό του ετοιμάστηκαν για ανέμελες διακοπές, μακριά από αδιάκριτα βλέμματα και φωτογραφικούς φακούς.
Μάλιστα με το καΐκι του καπετάν Γιώργη, επισκέφθηκαν και ερημικές παραλίες όπου αφού γινόταν και πάλι έλεγχος, απόλαυσαν την φύση και τις ομορφιές της ελεύθερα. Τότε ήταν που η Φιόνα έβγαλε το πάνω μέρος του μαγιό της κι έκανε ηλιοθεραπεία τόπλες, θεωρώντας πως κανείς άλλος δεν βρισκόταν εκεί γύρω. Αποδείχθηκε ότι έκανε λάθος.
Το ίδιο βράδυ το ζευγάρι θα δεχτεί ένα τηλεφώνημα. Προς μεγάλη τους έκπληξη στην άλλη άκρη της γραμμής ήταν ένας φωτογράφος ο οποίος ζήτησε να τους συναντήσει «για ένα πολύ σημαντικό θέμα», όπως είπε. Απολύτως φυσιολογικά Αλέξανδρος και Φιόνα έβαλαν στο νου τους το χειρότερο δυνατό σενάριο, προεξοφλώντας ότι παρά τις προφυλάξεις και τα μέτρα που είχαν λάβει, κάποιος είχε διαφύγει της προσοχής τους και είχε τραβήξει «ακατάλληλες» φωτογραφίες.
Τελικά συναντήθηκαν σε ένα κοντινό ταβερνάκι κι εκεί οι φοβίες τους αποδείχθηκαν αληθινές. Ο παπαράτσο συστήθηκε ως Δημήτρης Κουλούρης και τους αποκάλυψε ότι τους παρακολουθούσε μια ολόκληρη εβδομάδα, έχοντας κατασκευάσει μαζί με τον συνεργό του έναν ψεύτικο βράχο που τοποθετήθηκε στον λόφο τον οποίο έβλεπε το μπροστινό μέρος του σπιτιού που φιλοξενούσε τον Ωνάση και την Φον Τρίσεν.
Ανάμεσα στα πολλά πλάνα του ήταν και κάποια με την Φιόνα γυμνόστηθη… Όταν το άκουσαν αυτό, οι δυο τους θεώρησαν ότι ο Κουλούρης ήταν εκεί για να τους εκβιάσει και αυτή η υποψία τους μετατράπηκε σε βεβαιότητα την ώρα που ο φωτογράφος υποστήριξε ότι ήδη είχε δεχθεί πολλές προτάσεις από διάφορα σκανδαλοθηρικά περιοδικά και εφημερίδες οι οποίες του προσέφεραν μεγάλα ποσά για να τους τις παραχωρήσει.
Κι ενώ ειδικά ο Αλέξανδρος ζύγισε τις επιλογές του, ο Κουλούρης προχώρησε σε μια πρόταση την οποία δεν περίμενε κανείς. Η ίδια η Φιόνα, μιλώντας στην κόρη του φωτογράφου, μεταφέρει επακριβώς το τι συνέβη. Λέει χαρακτηριστικά: «Μας πρότεινε το εξής. Μας ζήτησε απλώς να ποζάρουμε για εκείνον στο σπίτι με αντάλλαγμα τα αρνητικά και τις επίμαχες φωτογραφίες. Μας αιφνιδίασε. Προβληματιστήκαμε πολύ και αποφασίσαμε ότι δεν είχαμε άλλη επιλογή από να δεχτούμε την πρότασή του. Έτσι βγήκαν αυτές οι μοναδικές φωτογραφίες με εμένα και τον Αλέξανδρο. Με δική μας συναίνεση»…
Για την ιστορία, πάντως, ο Δημήτρης Κουλούρης κράτησε τον λόγο του. Οι γυμνόστηθες φωτογραφίες με την Φιόνα δεν κυκλοφόρησαν ποτέ, σε αντίθεση με εκείνες της Τζάκι Κένεντι-Ωνάση που δεν είχε την δική της «τύχη».