Το ημερολόγιο έγραφε 4 Μαΐου 1972 και τίποτε δεν προμήνυε το κακό που ερχόταν… Ήταν μια σχολική εκδρομή σαν όλες τις άλλες, με τις τρεις πρώτες τάξεις του (εξατάξιου τότε) γυμνασίου Σπήλιου Ρεθύμνου να απολαμβάνουν μια βαρκάδα που έμελλε να εξελιχθεί σε τραγωδία για ολόκληρη την Κρήτη…
Μέχρι να φτάσει εκείνη ώρα όλα είχαν κυλήσει όπως θα περίμενε κανείς. Τα παιδιά χωρίστηκαν σε ομάδες και έμπαιναν με την σειρά τους στα καΐκια «Δυο Γιώργηδες» και «Δυο Αδέρφια» που τους έκαναν μια μικρή βόλτα στα νερά της θάλασσας κοντά στην Γεωργιούπολη Χανίων. Το γεγονός ότι όπως αποδείχτηκε δεν διέθεταν άδεια ως επιβατικά αλλά μόνο ως αλιευτικά φαίνεται ότι δεν θεωρήθηκε άξιο για να εγείρει αμφιβολίες. Ίσως, κιόλας, να μην ένοιαζε πραγματικά κανέναν.
Παρά τον μικρό κυματισμό στη θάλασσα κανείς δεν έκανε δεύτερες σκέψεις. Άλλωστε ήδη οι τρεις πρώτες ομάδες μαθητριών είχαν κάνει την βαρκάδα τους και όταν επιβιβάστηκε και η τέταρτη, όλοι περίμεναν μια αίσια συνέχεια.
Αποδείχτηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο ότι έκαναν λάθος…
Οι 40 μαθήτριες μοιράστηκαν, με 27 εξ αυτών να ανεβαίνουν στο «Δυο Γιώργηδες» και 13 στο «Δυο Αδέρφια. Τα τραγούδια και τα γέλια των νεαρών κοριτσιών κόπηκαν απότομα όταν η πρώτη από τις δύο βάρκες ανατράπηκε, με τους επιβαίνοντες στην άλλη να είναι οι πρώτοι που αντιλήφθηκαν το κακό. Την ίδια ώρα όσοι βρίσκονταν περίπου χίλια μέτρα μακριά στην ακτή, άρχισαν να βλέπουν να ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια τους η τραγωδία.
Τα παρακείμενα πλεούμενα μετέφεραν κι αυτά μαθητές, με αποτέλεσμα η κατάσταση να γίνει ανεξέλεγκτη. Κάποιοι βούτηξαν στην θάλασσα καταβάλλοντας υπεράνθρωπες προσπάθειες για να σώσουν όσο το δυνατόν περισσότερες ζωές, όμως το έργο τους ήταν πολύ δύσκολο. Πολλά από τα κορίτσια δεν γνώριζαν καν μπάνιο, ενώ ο αγώνας τους για ζωή έγινε ακόμη πιο άνισος αφού τα περισσότερα από αυτά βρέθηκαν μπλεγμένα στα αλιευτικά δίχτυα των ψαροκάικων. Στην πλειοψηφία τους όσες έπεσαν στην θάλασσα ήταν ουσιαστικά καταδικασμένες.
Όπως φάνηκε από το ρολόι μιας μαθήτριας που σταμάτησε, η ώρα της συμφοράς ήταν 13:40. Μέχρι το απόγευμα κράτησε η απόπειρα μήπως σωθεί κάποια ζωή, ενώ συνέδραμε και μια ψαρόβαρκα ιδιοκτησίας των αδελφών Γιάννη και Νικολάου Βαβουλάκη. Δυστυχώς όμως για τις περισσότερες μαθήτριες δεν υπήρχε πλέον ελπίδα. Οι 21 από αυτές ανασύρθηκαν νεκρές, με τους διασώστες να αντικρίζουν αποτρόπαιο θέαμα βλέποντάς τες μπλεγμένες στα δολοφονικά δίχτυα, ενώ συγκλόνισε η εικόνα δύο αδελφών που βρήκαν αγκαλιασμένες το θάνατο…
Μέσα σε αυτό το σκηνικό θλίψης και πένθους ξεχώρισε η μορφή μιας μαθήτριας, της Παρασκευής Γλυνιαδάκη η οποία κατάφερε να σώσει δύο συμμαθήτριές της, την ίδια ώρα που άλλες δύο μπόρεσαν να βγουν μόνες τους από το νερό. Μάλιστα μία εξ αυτών, η Ιωάννα Παναγιωτάκη, περιέγραψε την φρίκη των στιγμών με τρόπο που δεν είναι δυνατό να αφήσει κανέναν ασυγκίνητο. «Μέχρι εκείνη τη στιγμή γελούσαμε και τραγουδούσαμε. Ήταν κάτι ξαφνικό. Βρεθήκαμε όλες στη θάλασσα μπλεγμένες στα δίχτυα που ήταν απλωμένα πάνω στο κατάστρωμα. Εγώ κρατήθηκε από τα δίχτυα και το καΐκι και σώθηκα. Ήταν φρικτές οι στιγμές που πέρασα. Φωνάζαμε και ζητούσαμε βοήθεια απελπισμένα» είπε το κορίτσι.
Ο τελικός απολογισμός ήταν 21 νεκρά κορίτσια που προέρχονταν από τα χωριά Σπήλι, Άγιο Βασίλειο, Μιξόρρουμα, Μουρνέ, Κεντροχώρι, Κισσός, Λαμπρινή. Βέβαια το πέπλο της τραγωδίας δεν άργησε να σκεπάσει ολόκληρο το νησί, με την Κρήτη να θρηνεί από άκρη σε άκρη τον θάνατο των δικών της παιδιών.
Μέσα σε αυτό το κλίμα πραγματοποιήθηκε αργότερα και η δίκη για το γεγονός, με το δικαστήριο να κρίνει ένοχο τον βαρκάρη Ν. Κορδατζάκη ο οποίος καταδικάστηκε σε φυλάκιση τριών ετών. Οι καθηγητές που ήταν συνοδοί στην εκδρομή κρίθηκαν επίσης «ένοχοι άνευ συνειδήσεως» και τους επιβλήθηκε ποινή ενός έτους με τριετή αναστολή.