Αν υπάρχει ένας τομέας που η Ελλάδα δικαιούτο να χαρακτηριστεί «πλανητάρχισσα», αυτός ήταν ο πολιτισμός. Όταν η χώρα έβγαζε Μελίνες, Χατζηδάκιδες, Θεοδωράκηδες και εκατοντάδες ακόμη, κομπολόι τους έπαιζε όλους τους ξένους, όπως θα μπορούσε να πει και ο θρύλος του λαϊκού τραγουδιού Γιώργος Ζαμπέτας. Εκεί καταρρεύσαμε. Αυτή είναι η πραγματική κρίση των τελευταίων δεκαετιών.
Το πλέον τρανό παράδειγμα της «γαλανόλευκης» επιρροής στην ψυχαγωγία και τη διασκέδαση καταγράφηκε το 1960 στο 13ο Φεστιβάλ Καννών που πραγματοποιήθηκε από τις 4 έως τις 20 Μαΐου.
Η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από την εμβληματική ταινία «Ποτέ την Κυριακή». Ο Ζιλ Ντασέν είχε μεγαλουργήσει σε σενάριο και σκηνοθεσία. Παράλληλα συμπρωταγωνίστησε στο πλευρό της συζύγου του, της ανεπανάληπτης Μελίνας Μερκούρη, η οποία υποδύθηκε μία ιερόδουλη με το όνομα Ίλια. Έπαιξαν ακόμη (έχοντας μεγάλους ή μικρούς ρόλους) οι Γιώργος Φούντας, Τίτος Βανδής, Μήτσος Λυγίζος, Δέσπω Διαμαντίδου, Δήμος Σταρένιος, Δημήτρης Παπαμιχαήλ, Αλέξης Σολωμός, Θανάσης Βέγγος, Φαίδων Γεωργίτσης, Νίκος Φέρμας και Γιάννης Φέρμης.
Και να σκεφτεί κανείς πως όταν κυκλοφόρησε για πρώτη φορά στην Ιταλία το 1960, η Επιτροπή Θεατρικής Επιθεώρησης του Υπουργείου Πολιτιστικής Κληρονομιάς & Δραστηριοτήτων την έκρινε ως ακατάλληλη για παιδιά κάτω των 16 ετών.
Όμως, στο Φεστιβάλ των Καννών το 1960, η Μελίνα Μερκούρη μοιράστηκε το βραβείο πρώτου Γυναικείου Ρόλου με τη Ζαν Μορό, ενώ το 1961 κέρδισε Όσκαρ για τη μουσική του Μάνου Χατζιδάκι. Μάλιστα, το αριστούργημα «Τα παιδιά του Πειραιά» ήταν το πρώτο τραγούδι σε άλλη γλώσσα πλην της αγγλικής που έλαβε τη συγκεκριμένη διάκριση. Επίσης, η ταινία διεκδίκησε άλλα τέσσερα Όσκαρ.
Το ανεπίσημο βραβείο ίσως να ήταν και το πιο ξεχωριστό. Μιλάμε για το περίφημο γλέντι που στήθηκε μετά τις απονομές. Έπρεπε να έχει κανείς… χίλια μάτια (και πλήρη νηφαλιότητα) για να καταγράψει όλα όσα συνέβησαν.
Ουδείς μπορεί να περιγράψει όσα συνέβησαν πιο γλαφυρά από τον Γιώργο Ζαμπέτα, ο οποίος αφηγήθηκε τη βραδιά και στις δύο βιογραφίες του.
«Πάμε στο γλέντι, εκεί παίχτηκε όλο το παιχνίδι, μπουκάρουμε μέσα, ανεβαίνουμε στο σανίδι, αρχινάμε να πίνουμε. Μέσα εκεί ήτανε όλοι οι μεγιστάνες του πλούτου. Ολα τα λεφτά. Ολοι οι μεγιστάνες της ‘κονόμας’, του πρες, του κινηματογράφου, του θεάτρου, έχουμε μαζευτεί κι εμείς, έχουμε δώσει ψυχούλα να φτάσουμε μέχρι εκεί.
Από τα πέρατα της γης. Κινέζοι, Αμερικανοί, Εγγλέζοι, Ρώσοι…. Η σοσάιετι του χρήματος. Ροκφέλερ, Ωνάσης και δεν συμμαζεύεται. Και η σοσάιετι των ηθοποιών όλου του κόσμου. Ολοι οι μεγιστάνες της τέχνης, της μόδας και όλοι οι μεγιστάνες να πούμε του σινεμά και του θεάτρου. Ιμπέριο Αρχεντίνα από Ισπανία, η Γκρέις Κέλι του Μονακό, ο Ρενιέ, η Τζίνα Λολομπρίτζιντα, η Σοφία Λόρεν. Κάτι γούνες, κάτι πράγματα! Να δεις χρυσαφικό, να δεις διαμαντικό! Ολες οι… Μπριζίτ Μπαρντός ήτανε μαζεμένες εκεί.
Και μπουκάρω με το μπουζούκι στα ίσια κι αρχινάω, τι τσάμικο με το μπουζούκι ‘Τα παιδιά του Πειραιά’, τι τσιφτετέλι με τα ‘Παιδιά του Πειραιά’. Μέχρι που το μάθανε όλοι και το τραγουδάγανε. Της πουτ… έγινε! Δεν ματαλέγεται αυτό το γλέντι! Μ’ εχει πιάσει το πατριωτικό μου κάργα και λέω ‘τώρα μπαγάσηδες θα σας πάρουμε τους κοντυλοφόρους κι αύριο θα γίνει της τρελής’.
Σ’ αυτά τα γαλλικά τα μαγαζιά, κοινώς να πούμε τις σάλες, το γλέντι δεν κρατάει παραπάνω από τις 23:30, 00:00, βία 00:30 πρέπει να ‘χουνε σφουγγαρίσει κιόλας. Στη δεξίωση τη δικιά μας είχε πάει ώρα 07:30 το πρωί, είχε βγει ο ήλιος και δεν είχε φύγει ούτε ένας. Και να ληφθεί υπόψη ότι από τις 00:30 έπαιζα μόνος μου, τελείως μόνος.
Εν τέλει, να μην τα πολυλογώ, παίξε-τραγούδα, παίξε-τραγούδα, ο Τζούλι (σ.σ. Ντασέν) από κάτω, η Μελίνα γονατιστή, ο αδελφός της ο Σπύρος, βέβαια, ο Πίπης… Ο Μανώλης (σ.σ. Χατζιδάκις) είχε παρκάρει σε μία καρέκλα και σπαστά και πού έπινε κι ένα χάπι. Όπου να πούμε, κατά τις 07:30 η ώρα το πρωί απόκανα δεν μπορούσα, δεν άντεξα. Λέω ‘παιδιά τελειώσαμε’».
Και τι δεν έγινε εκείνη τη νύχτα. Ή τουλάχιστον και τι δεν θρυλείται ότι έγινε.
Ο Ντασέν χόρεψε χασάπικο πάνω σε ένα τραπέζι
Ο Γιώργος Φούντας προσπάθησε να μάθει ζεϊμπέκικο τη Χαγιά Χαραρίτ
Η Μπέτσι Μπλερ ακολούθησε στο τσα-τσα τον Μάνο Χατζιδάκι
Ο Ζορζ Σιμενόν φώναξε «κούκλα, να ζήσεις» στη Μελίνα Μερκούρη
Ο Νίκος Λαβράνος, ντράμερ και συνθέτης, έχει αποκαλύψει ότι η Μελίνα εμφανίστηκε με έναν τεράστιο δίσκο που στέκονταν δεκάδες ποτήρια. Με τη βοήθεια ενός σερβιτόρου άρχισε να τα σπάει. Ο θρύλος λέει ότι σε εκείνη την απίστευτη ολονυχτία έγιναν θρύψαλα περί τα 10.000! Ένα γλέντι γεμάτο Ελλάδα.