Ένας από τους ανθρώπους που έζησαν πολύ καλά τον Μάνο Χατζιδάκι ήταν ο Δημήτρης Λιμπερόπουλος. Δημοσιογράφος/δαιμόνιος ρεπόρτερ διεθνούς φήμης. Βιογράφος του Αριστοτέλη Ωνάση και του Σταύρου Νιάρχου. Φίλος του Μάνου, της Μελίνας, του Τέλι Σαβάλας... Γνώρισε δεκάδες προσωπικότητες του επιχειρηματικού, του καλλιτεχνικού, του πολιτικού και του αθλητικού κόσμου.
Με τον Μάνο τους ένωναν πολλά περισσότερα από την κοινή ημερομηνία γέννησης (1925) και τα «ι» στα επίθετά τους (Χατζιδάκις αντί Χατζηδάκης, Λιμπερόπουλος αντί Λυμπερόπουλος).
Το 1966, μέσω της Κορίνας Τσοπέη που δύο χρόνια νωρίτερα είχε αναδειχθεί Μις Υφήλιος, ο Σπύρος Σκούρας καλεί τον δημοσιογράφο να επισκεφθεί το Χόλιγουντ. Ο επί σειρά ετών πρόεδρος της 20th Century Fox δεν μπορούσε να φανταστεί πόσο καλό έκανε στον κοσμογυρισμένο ρεπόρτερ. Ήταν η εποχή που γυριζόταν το εμβληματικό μιούζικαλ “Illya Darling”.
Ο Λιμπερόπουλος κόλλησε με την παρέα του Μάνου και της Μελίνας. Παρέμεινε στη Νέα Υόρκη μέχρι το 1968, όταν ο Ωνάσης τον ενημέρωσε ότι όλα τα ειδησεογραφικά πρακτορεία θα στείλουν απεσταλμένους στον Σκορπιό για τον γάμο του με τη Ζακλίν Μπουβιέ Κένεντι. Δεν γινόταν να λείπει από τον «γάμο του αιώνα».
Η πολύμηνη συνύπαρξη του δημοσιογράφου με τον Χατζιδάκι στις ΗΠΑ, μα κυρίως η φιλία μιας ζωής μεταξύ των δυο τους, είχε ως αποτέλεσμα να διασωθούν πολλές σημαντικές μαρτυρίες. Όπως για παράδειγμα η ιστορία του ανυπέρβλητου τραγουδιού «Μην τον ρωτάς τον ουρανό». Ο χρόνος γυρίζει στο 1959.
Εκείνο το καλοκαίρι έγιναν τα γυρίσματα της ταινίας «Το νησί των γενναίων». Σκηνοθέτης ο Ντίμης Δαδήρας και σεναριογράφος ο Γιάννης Ιωαννίδης. Ο Μάνος είχε αναλάβει τη μουσική επιμέλεια.
Ο Λιμπερόπουλος είχε γράψει για μία… αγχωτική επίσκεψη της Τζένης Καρέζη ένα πρωινό Δευτέρας στο σπίτι του Χατζιδάκι. Η μαρτυρία δόθηκε το 1989 στο περιοδικό «Εικόνες». Η ηθοποιός με τα πιο διάσημα μάτια του ελληνικού κινηματογράφου πρωταγωνιστούσε και πηγαινοερχόταν στην Κρήτη.
Ο κορυφαίος συνθέτης είχε γράψει σε ταξί τη μουσική του τραγουδιού «Γαρύφαλλο στ’ αυτί» για την ταινία «Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο», πηγαίνοντας στο πλατό! Επομένως ήταν ξεκάθαρο ότι μπορούσε να δημιουργήσει αριστουργήματα μέσα σε λίγα λεπτά. Το ταλέντο του ήταν απαράμιλλο.
Η Καρέζη, συμπρωταγωνίστρια των Βασίλη Αυλωνίτη-Μίμη Φωτόπουλου, γνώριζε από το 1955 για την ασύλληπτη ταχύτητα της σκέψης του Χατζιδάκι. Τέσσερα χρόνια αργότερα, όμως, το άγχος τη λύγισε. Όπως προαναφέρθηκε, κάθε Δευτέρα «πετούσε» για Κρήτη, συμμετείχε στα γυρίσματα και την επόμενη μέρα επέστρεφε στην Αθήνα.
Ένα πρωινό έπρεπε να σταματήσει στο σπίτι του συνθέτη, να πάρει την κασέτα με το τραγούδι που θα ερμήνευε στην ταινία «Το νησί των γενναίων» και αμέσως μετά να μεταβεί στο αεροδρόμιο. Η πτήση ήταν προγραμματισμένη για τις 10:00. Χτυπούσε, λοιπόν, το κουδούνι, αλλά τίποτα!
Ο Λιμπερόπουλος αναφέρει χαρακτηριστικά: «Μετά από τεράστια αναμονή στην εξώπορτα ο Χατζιδάκις άνοιξε. Η Καρέζη μπήκε μέσα σαν σίφουνας και άρχισε να ουρλιάζει, ζητώντας την κασέτα για να μη χάσει το αεροπλάνο. Ο Χατζιδάκις τότε θυμήθηκε την υπόσχεση που είχε δώσει στην Τζένη. Για να την ηρεμήσει και για να την… αποφύγει, της ζήτησε να πάει στην κουζίνα και να τους φτιάξει καφέ».
Ο Ζάχος Χατζηφωτίου γράφει στο βιβλίο «Η Τζένη Καρέζη όπως τη γνώρισα»: «Πάμε μέσα να πιούμε έναν καφέ και θα στη δώσω. Με το ‘θα στη δώσω’, ο Μάνος εννοούσε ‘θα στη γράψω τώρα’!
Και η μεν Τζένη πήγε μέσα στο κουζινάκι τρέμουσα και του έφτιαχνε καφέ, ο δε Μάνος, με το τσιγάρο πάντα στο στόμα, έκατσε στο πιάνο και άρχισε να πηγαινοφέρνει τα δάκτυλά του στα πλήκτρα.
Μία, λοιπόν, έπαιζε μερικά μέτρα μουσικής στο πιάνο, μία έγραφε με ένα μολύβι πάνω σε ένα τσαλακωμένο φύλλο χαρτί πενταγράμμου κάποιες νότες και μία διάβαζε τους στίχους (σ.σ. Γιάννης Ιωαννίδης-Παναγιώτης Κοκοντίνης οι στιχουργοί) που του είχε δώσει απο καιρό η Τζένη. Τους είχε πάνω στο πιάνο.
Κάποια στιγμή έφτασε και ο καφές. Ήπιε δυο γουλιές καφέ, μετά πάτησε μια νότα και της λέει της Τζένης: ‘Για τραγούδα αυτή τη νότα’. Η Τζένη έκανε ‘α, α, α’.
‘Εντάξει’ της λέει ο Μάνος. ‘Μπορείς να το πεις’. Και τότε, το έπαιξε όλο μαζί!»
Σύμφωνα με τον Λιμπερόπουλο, ο Χατζιδάκις ενθουσιάστηκε από τις πρώτες νότες και δεν χρειάστηκε πάνω από 10 λεπτά για να ολοκληρώσει τη μελωδία. Η αποσβολωμένη Καρέζη, εκτός από την περίφημη κασέτα, πήρε και το φορητό κασετόφωνο μαζί της, προκειμένου να μάθει καλά το τραγούδι κατά τη διάρκεια της πτήσης.
«Όταν έφτασε στην Κρήτη έκανε το γύρισμα της σκηνής με το τραγούδι χωρίς επαναλήψεις. Ο Δαδήρας είχε να λέει πως ήταν η πρώτη φορά που έκανε ένα πολύπλοκο γύρισμα μόνο μια φορά…», καταλήγει ο δημοσιογράφος.
Παρά το γεγονός ότι ήταν αγουροξυπνημένος και αλαφιασμένος, ο μεγάλος συνθέτης έφτιαξε κάτι που δεν θα ξεχαστεί ποτέ. Για όσο υπάρχει Ελλάδα. Μην τον ρωτάς τον ουρανό πώς έγραφε τέτοια αριστουργήματα. Ούτε εκείνος θα ξέρει να σου πει…