Βρισκόμαστε στα μέσα της δεκαετίας του 1950 όταν το ελληνικό σινεμά αρχίζει να περνά στην νέα εποχή, λίγο πριν μπει στα «χρυσά χρόνια», όταν και μετατράπηκε σε κοινωνικό φαινόμενο, με τους ηθοποιούς να μετατρέπονται σε λαϊκά είδωλα και το επάγγελμα να σταματά να θεωρείται… ελαφρύ και παρακατιανό από τον κόσμο.
Αναμφισβήτητα κορυφαίο ρόλο σε αυτήν την μετεξέλιξη του κινηματογράφου έπαιξε η «Φίνος Φιλμς». Η εταιρεία που ιδρύθηκε πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, πλέον έβαζε πλώρη προς την δόξα και αναζητούσε τα νέα πρόσωπα για τις μυθοπλασίες της, δοκιμάζοντας τα πρώτα δειλά βήματα σε διαφορετικά είδη ταινιών.
Ήταν η εποχή που όπως σημειώνει ο στο βιβλίο του Μάρκος Ζέρβας που έμεινε με διάφορες ιδιότητες δίπλα στον Φιλοποίμενα Φίνο από το 1939 μέχρι το 1977: «η αίσθηση του σεβασμού στους ίδιους τους πρωτεργάτες, στον ηθοποιό και στον θεατή, η πεποίθηση ότι αυτό που έκαναν ήταν σημαντικό και ο αγώνας για να αποκτήσει η Ελλάδα σωστή βιομηχανία κινηματογράφου, χωρίς να χάνει ούτε τη γλώσσα της ούτε την ελληνική της ταυτότητα, ήταν βαθιά ριζωμένα μέσα στη μάχη των πρωτομάχων του σινεμά, εκείνο τον δύσκολο καιρό».
Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και το φιλμ «Χαρούμενο ξεκίνημα» το οποίο σύμφωνα με τον Ιάσονα Τριανταφυλλίδη είναι το πρώτο μιούζικαλ ελληνικής παραγωγής. Την σκηνοθεσία υπογράφει ο Ντίνος Δημόπουλος και το σενάριο οι Ασημάκης Γιαλαμάς, Κώστας Πρετεντέρης και Γιώργος Οικονομίδης, με τον τελευταίο να κρατά για τον εαυτό του τον πρωταγωνιστικό ρόλο.
Άλλωστε ήταν ήδη γνωστός ως κονφερασιέ, τραγουδιστής, εκφωνητής ραδιοφώνου κι επομένως ιδιαίτερα δημοφιλής, ενώ στο πλευρό του συναντάμε ονόματα που αργότερα έγιναν συνώνυμα του ελληνικού σινεμά, όπως αυτά των Ντίνου Ηλιόπουλου, Νίκου Ρίζου, Κάτιας Λίντα, Βασίλη Αυλωνίτη, Γεωργίας Βασιλειάδου, Ρένας Στρατηγού και άλλων.
Στο βιβλίο του ο Μάρκος Ζέρβας αναφέρεται και στο παρασκήνιο σχετικά με την διανομή των υπόλοιπων ρόλων, καθώς η παραγωγή έψαχνε πρόσωπα που θα μπορούσαν να σταθούν σε ένα μιούζικαλ. Έτσι, τον Αύγουστο του 1954 νεαρές κοπέλες περνούν το κατώφλι του στούντιο για να μπουν σε διαδικασία κάστινγκ, με τους συντελεστές να μην μένουν ιδιαίτερα ικανοποιημένοι, μέχρι την ώρα που όπως γράφει χαρακτηριστικά: «εμφανίζονται δύο κοπέλες ψηλές, σπαθάτες, καλλονές. Δεν ξέρω πώς ήρθανε, ποιος τις έστειλε για δοκιμαστικό. Μάλλον έπεσαν από τον ουρανό, για να γράψουν αργότερα τη δική τους ιστορία στον ελληνικό κινηματογράφο και να εντυπωσιάσουν με το πολύμορφο ταλέντο τους, μένοντας για πάρα πολλά χρόνια πρωταγωνίστριες όχι μόνο της Φίνος Φιλμ, αλλά και γενικότερα στο κινηματογραφικό και θεατρικό στερέωμα: η Μαίρη Χρονοπούλου και η Μάρω Κοντού»!
Η πρώτη, η οποία έφυγε πολύ πρόσφατα από την ζωή σε ηλικία 90 ετών, ήταν τότε ακόμη μαθήτρια της σχολής του Εθνικού θεάτρου και πήρε την απόφαση στα 21 της να δοκιμάσει την τύχη της, συνοδευόμενη από την δεύτερη, που ήταν συμμαθήτριά της. Αν και ο ρόλος τους δεν είχε καν λόγια, εκείνο το ολιγόλεπτο πέρασμά τους μπροστά από τον φακό έμοιαζε αρκετό για να αντιληφθούν τα έμπειρα μάτια ότι κάτι σπουδαίο θα συνέβαινε με αυτές τις δύο στο μέλλον. Όπως, δηλαδή, ακριβώς συνέβη…
Για την ιστορία, η ταινία προβλήθηκε για πρώτη φορά στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 6 Δεκεμβρίου 1954. Κόβοντας 124.749 εισιτήρια, κατατάχθηκε στην 2η θέση ανάμεσα σε 14 ταινίες της ίδιας σεζόν.