Ακολουθεί μία ιστορία που δεν μπορεί να συλλάβει εύκολα ο νους. Είχε γίνει στη Ρώμη και μέσω της εφημερίδας «Απογευματινή», οι αναγνώστες έλαβαν τη σχετική ενημέρωση. Πραγματικά, αν τη διαβάσει κάποιος σεναριογράφος, πολύ εύκολα μπορεί να γοητευθεί.
Σάββατο 16 Ιανουαρίου 1926. Η ημερομηνία της δημοσίευσης στον ελληνικό Τύπο. Σε περίοπτη θέση της πρώτης σελίδας, ο σχετικός τίτλος αναγράφει: «Εκδίκησις απατηθέντος συζύγου».
Στο ξεκίνημα του άρθρου, ο συντάκτης εκθειάζει το φασιστικό καθεστώς της Ιταλίας, αναφέροντας: «Επέβαλε την δημοσίαν ασφάλειαν και περιώρισεν εις το ελάχιστον το έγκλημα, πλην του πολιτικού τοιούτου. Εντούτοις, όσον και αν περιορισθή το έγκλημα, από καιρού εις καιρόν σημειώνει και μίαν τραγικήν περίπτωσιν και η κατωτέρω είναι μία από τας αγριωτέρας, συνταράξασα ολόκληρον την κοινωνίαν της Ρώμης».
Κι αφού έγινε η απαραίτητη εισαγωγή, ήρθε η ώρα για τις συστάσεις. Ποιοι ήταν οι πρωταγωνιστές αυτής της απίστευτης ιστορίας; Ποιος αλήθεια περίμενε ότι θα υπάρξει τέτοια πλοκή και έκβαση;
Ο Ροντόλφο Κρότσι ήταν ένας πλούσιος τραπεζίτης. Στα 40 του τότε. Ευφυής, δραστήριος, πεισματάρης. Χάρη στο κοφτερό μυαλό και το θάρρος του, είχε καταφέρει να κερδίσει αμύθητα ποσά. Γνώριζε άριστα το συνάλλαγμα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τις επιτυχίες του.
Ο τολμηρός αυτός άνδρας είχε προσλάβει ως διευθυντή έναν μορφωμένο και ικανό Ρώσο, τον κόμη Τρούτζκοϊ, ο οποίος είχε εγκαταλείψει την πατρίδα του μετά την επικράτηση των Μπολσεβίκων. Μάλιστα, ήταν πρώην αξιωματικός της αυτοκρατορικής φρουράς. Πέραν της μητρικής του γλώσσας, μιλούσε αγγλικά, γαλλικά και γερμανικά, ενώ πολύ σύντομα έμαθε και ιταλικά.
«Ήτο τέλειος τύπος αριστοκράτου, κομψευομένου και ανθρώπου του καθήκοντος», αναφέρει η εφημερίδα. Είχε εργαστεί για περίπου έναν χρόνο ως τραπεζικός υπάλληλος. Ο Κρότσι τον γνώρισε, εκτίμησε τις αρετές του και του κατέθεσε πρόταση, η οποία έγινε αποδεκτή.
Οι δύο άνδρες ενίσχυσαν την, ούτως ή άλλως, εξαιρετική τους σχέση. Είχαν άριστη συνεννόηση. Ο κόμης Τρούτζκοϊ οργάνωσε ιδανικά τον τρόπο λειτουργίας της επιχείρησης του Ιταλού. Δεν γινόταν τίποτα αν δεν έδινε τη συμβουλή του στον προϊστάμενό του.
Ένα καλοκαιρινό πρωινό του 1925, ο Κρότσι παντρεύτηκε μία πολύ όμορφη γυναίκα, ονόματι Έλενα. Κανείς δεν το γνώριζε. Ο τραπεζίτης την είχε ερωτευθεί, εκείνη πάλι αιφνιδιάστηκε, όμως αποφάσισε να του δώσει καταφατική απάντηση. Άλλες εποχές τότε.
Ούτε ο στενός συνεργάτης του Ιταλού, ο Τρούτζκοϊ, είχε λάβει σχετική ενημέρωση. Την είδε ξαφνικά μπροστά του τρεις ημέρες μετά τον γάμο. Η νεόνυμφος μετέβη στο γραφείο του συζύγου της, ωστόσο εκείνος απουσίαζε. Οι δυο τους άρχισαν να συνομιλούν και εκείνη δεν άργησε να γοητευθεί από τη συνολική παρουσία του κόμη.
Δεν πέρασαν δύο εβδομάδες και μετατράπηκαν σε εραστές. Ο Κρότσι ούτε κατά διάνοια δεν μπορούσε να το φανταστεί αυτό. Είχε τυφλή εμπιστοσύνη τόσο στην Έλενα όσο στον διευθυντή του. Το παράνομο ζευγάρι δεν συναντιόταν σε κάποιο από τα δύο σπίτια, αλλά σε μία «ερωτική φωλιά» που είχε στήσει ο Ρώσος.
Σχεδόν πέντε μήνες κράτησε αυτή η ιστορία. Σε όλο αυτό το διάστημα, δεν ήταν λίγες οι φορές που φίλοι του Ιταλού τραπεζίτη είχαν δει τυχαία τους… λαθραίους σε εξωτερικούς χώρους. Ώσπου ένας εξ αυτών έφτασε στο σημείο να τον επισκεφθεί και να του πει όσα γνωρίζει.
Ο Κρότσι ευχαρίστησε τον φίλο του, τον διαβεβαίωσε ότι δεν συμβαίνει τίποτα και υποστήριξε πως αυτοί οι περίπατοι γίνονται εν γνώσει του. Στην πραγματικότητα, όμως, είχε αποφασίσει να μάθει την αλήθεια. Ακόμη κι αν κινδύνευε να πάρει μεγάλη πίκρα.
Στις 12 Ιανουαρίου 1926, ο Ιταλός κατασκόπευσε τον Ρώσο και τον είδε να μεταβαίνει σε έναν άγνωστο χώρο. Λίγο αργότερα κατέφθασε και η Έλενα. Πλέον δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία. Η λέξη «εκδίκηση» στριφογύριζε μονίμως στο μυαλό του.
Τρεις ημέρες αργότερα, ο Κρότσι προσκάλεσε τον Τρούτζκοϊ να συνοδεύσει τον ίδιο και τη σύζυγό του σε ολοήμερη εκδρομή. Η απάντηση ήταν καταφατική, αφού δεν υποπτεύθηκε κάτι ή, τέλος πάντων, προσπέρασε τον όποιο ενδοιασμό. Οδηγός ο τραπεζίτης, πίσω οι εραστές.
Το σχέδιο του Ιταλού ήταν να ρίξει το αυτοκίνητο σε γκρεμό, προκειμένου να αποφευχθεί το σκάνδαλο. Αν σκοτώνονταν και οι τρεις, η κοινή γνώμη θα πίστευε ότι επρόκειτο για τραγικό δυστύχημα. Ήταν αποφασισμένος να γίνει αυτόχειρας και δολοφόνος.
Προτού γίνει η επιβίβαση, πάντως, ο απατημένος άνδρας είχε φροντίσει να συντάξει μια επιστολή, μέσω της οποίας εξηγούσε αναλυτικά την υπόθεση και τον σκοπό του. Παραλήπτης της ήταν ο διευθυντής της Αστυνομίας. Μέχρι την τελευταία στιγμή, ο Κρότσι ήθελε να είναι πειθαρχημένος απέναντι στις φασιστικές αρχές, αλλά και να λάμψει η αλήθεια.
Το αυτοκίνητο ξεκίνησε το μοιραίο του ταξίδι. Την ώρα που ο τραπεζίτης έδινε ταχύτητα, κυριολεκτικά πίσω από την πλάτη του, ο Τρούτζκοϊ και η Έλενα αντάλλαζαν βιαστικά φιλιά. Όλα ανακόπηκαν ξαφνικά και βίαια, όταν το όχημα έφτασε στην κορυφή ενός ανηφορικού δρόμου και αμέσως μετά ο οδηγός, με μία απότομη στροφή, το έριξε σε έναν γκρεμό.
Το τιμόνι κατάφερε θανατηφόρα τραύματα στο στέρνο του Κρότσι. Βρήκε την αιώνια γαλήνη, έπειτα από το συμβάν που έφερε βαρέως. Το παράνομο ζευγάρι, όμως, δεν σκοτώθηκε. Μερικά δέντρα είχαν συγκρατήσει το αυτοκίνητο, με αποτέλεσμα να τραυματιστούν ελαφρά.
Το απόγευμα δημοσιεύθηκε η επιστολή του άτυχου, απ’ όλες τις πλευρές, άνδρα. Όταν η άπιστη σύζυγος διαπίστωσε ότι ο μακαρίτης γνώριζε τα πάντα, υπέστη νευρικό κλονισμό. Ο δε Τρούτζκοϊ μετάνιωσε πικρά γι’ αυτό που έκανε στον φίλο του. Προφανώς θεώρησε τον εαυτό του υπεύθυνο για το γεγονός ότι ο Ιταλός δεν βρισκόταν πλέον στη ζωή. Έφτασε στο σημείο να προβεί σε απόπειρα αυτοκτονίας, ωστόσο έγινε αντιληπτός.
Μέχρι την τελευταία στιγμή, σύμφωνα πάντα με το άρθρο, ο Ρώσος δήλωνε αποφασισμένος να δώσει τέλος στη ζωή του. Δεν γνωρίζουμε αν υπήρξε κι άλλο επεισόδιο σε αυτό το δράμα. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ποτέ κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια ποιες είναι οι ανθρώπινες αντιδράσεις σε σοκαριστικές καταστάσεις. Και ιδίως εκείνες τις εποχές, η φράση «ζήτημα τιμής» ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη.