Αν και έγινε διάσημη για τους ρόλους της άσχημης, η Γεωργία Βασιλειάδου ήταν μια κοκέτα που πρόσεχε την εμφάνισή της –χωρίς υπερβολές- ενώ είχε καημό να της δώσουν έστω σε μια ταινία έναν διαφορετικό ρόλο από αυτούς που είχαμε συνηθίσει να την βλέπουμε.
Και αυτό ακριβώς συζητούσε συχνά με τον Αλέκο Σακελλάριο, ο οποίος θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ο άνθρωπος που της άλλαξε την ζωή. Μετά από πολλές δυσκολίες και έναν αποτυχημένο γάμο, η Γεωργία Βασιλειάδου φαινόταν να έχει αφήσει οριστικά πίσω της τον χώρο του θεάματος μέχρι την ώρα που αρχικά η Σοφία Βέμπο υποσχέθηκε να την βοηθήσει κι έτσι έδωσε την ευκαιρία στον σπουδαίο συγγραφέα, σεναριογράφο και σκηνοθέτη να την… ανακαλύψει!
Στα 42 χρόνια της πια, ηλικία που για τα δεδομένα εκείνης της εποχής ειδικά ήταν προχωρημένη, η «ομορφότερη άσχημη» του ελληνικού σινεμά επανήλθε στο θεατρικό σανίδι και ακόμη μεγαλύτερη έπαιξε στον κινηματογράφο μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’40 καταφέρνοντας να μεσουρανήσει για 30 χρόνια.
Απολύτως χαρακτηριστικές είναι οι ερμηνείες της σε φιλμ που λατρεύτηκαν από τον κόσμο όπως “Η ωραία των Αθηνών”, “Η καφετζού”, “Η κυρά μας η μαμή”, “Η θεία απ’ το Σικάγο”, “Ο Κλέαρχος, η Μαρίνα κι ο κοντός” και σε πολλές άλλες, με ένα κοινό χαρακτηριστικό. Την… ασχήμια της…
Ωστόσο η Γεωργία Βασιλειάδου στα νιάτα της υπήρξε μια λυγερόκορμη κοπέλα και συχνά παραπονιόταν μεταξύ σοβαρού και αστείου για την… μοίρα της. Ο Αλέκος Σακελλάριος αρνιόταν πεισματικά να της δώσει άλλου είδους ρόλου και να χαθεί η… κότα με τα χρυσά αυγά, ενώ χαρακτηριστική ήταν και η ατάκα του Φίνου όταν την έβλεπε φτιαγμένη και βαμμένη. «Άσε τις κοκεταρίες, Γεωργία μου, γιατί θα με καταστρέψεις. Ο κόσμος σε θέλει άσχημη, παρ’ το απόφαση. Έτσι σε φτιάξαμε», της έλεγε και την έβλεπε να σκάει στα γέλια.
Ακόμη και μετά την μεγάλη αναγνώριση και την επιτυχία στις δεκαετίες του 1950 και του 1960, συνέχισε πάντως να ζει απλά όπως είχε συνηθίσει, και το μόνο… λούσο που επέτρεπε στον εαυτό της ήταν ένας προσωπικός σοφέρ, ο οποίος την πήγαινε και την έφερνε όπου χρειαζόταν.
Εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι ήταν πάντα καλόκαρδη και ανεχόταν τις πλάκες, φίλοι και συνεργάτες την έπαιρναν στο… ψιλό, πειράζοντάς την. «Πάλι με τον εραστή, μας ήρθες Γεωργία» της έλεγαν, ενώ εκείνη που δεν χαμπάριαζε από τέτοια, πολύ συχνά έμπαινε στον… ρόλο και σύστηνε τον σοφέρ με την ατάκα «από εδώ ο εραστής μου»!
Όταν μάλιστα βρισκόταν αντιμέτωπη με αγενείς θεατές που σχολίαζαν αρνητικά την εξωτερική της εμφάνιση, δεν δίσταζε να τους βάζει στη θέση τους. Χαρακτηριστική είναι η αληθινή ιστορία που αφηγήθηκε η ίδια:
«Δούλευα στην Σπηλιά του Παρασκευά. Καθώς έβγαινα στην πίστα περνώντας από τα τραπέζια, κάποια επίτηδες φώναξε, για να την ακούσω, “πόσο άσχημη είναι η Βασιλειάδου!”. Το νόμισμα που της πλήρωσα ήταν πολύ ακριβό.
Ανεβαίνοντας στην πίστα, πριν αρχίσω το νούμερό μου, είπα: Τώρα που ερχόμουν στην πίστα, κάποια φώναξε για την ακούσω: “Πόσο άσκημη είναι η Βασιλειάδου”. Κυρία μου, της απάντησα, εγώ με την ασχήμια μου έγινα διάσημη. Εσάς ποιος σας ξέρει;”».