Οι συζυγοκτονίες και οι γυναικτονίες απασχολούν πολύ συχνά την κοινή γνώμη. Τα τελευταία χρόνια έχουν αυξηθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει πως παλιότερα τα περιστατικά ήταν λίγα. Η διαφορά είναι ότι στις μέρες μας υπάρχει η ιλιγγιώδης ταχύτητα της είδησης, η εμβάθυνση σε κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια και οι πολυήμερες αναφορές, διότι πέρα απ’ όλα τα υπόλοιπα, αυτά τα θέματα «πουλάνε».
Κάποτε, όταν δεν υπήρχε καν τηλεόραση στα ελληνικά σπίτια, ο Τύπος αποτελούσε τη μοναδική πηγή ενημέρωσης και οι ρεπόρτερς της εποχής έβγαζαν δουλειά με πολύ λιγότερες ανέσεις.
Η στήλη εντόπισε ένα περιστατικό που καταγράφηκε τον Απρίλιο του 1964. Αν συνέβαινε στις μέρες μας, οι μικρές και μεγάλες οθόνες θα κατακλύζονταν από ειδήσεις γύρω απ’ αυτό. Και να σκεφτεί κανείς ότι η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι ήταν η ονομαστική γιορτή ενός μικρού κοριτσιού…
Πρόσωπα αυτής της απίστευτης και, συνάμα, τραγικής ιστορίας είναι ο αντισυνταγματάρχης Πέρρος και η σύζυγός του. Ένα ζευγάρι που είχε φέρει στον κόσμο δύο κόρες, αλλά πορευόταν με πολλά προβλήματα. Εκείνη διέδιδε ότι ο πατέρας των παιδιών της «κουβαλούσε» παθολογική ζήλεια και ήταν παλαιών αρχών με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Στις 24 Απριλίου ήταν η ονομαστική γιορτή του δεύτερου κοριτσιού, της Ελισάβετ. Στο σπίτι γίνονταν συζητήσεις για να διοργανωθεί ένα πάρτι. Κάποια στιγμή το ανδρόγυνο λογομάχησε έντονα. Ανταλλάχθηκαν φράσεις, οι οποίες κατέλυαν το κύρος του στρατιωτικού. Αισθάνθηκε μειωμένος, σε σημείο που δεν μπορούσε να ασκήσει την πατρική εξουσία. Ήταν το τέλος.
Ο Πέρρος πήρε το περίστροφο, το στήριξε στον δεξιό του κρόταφο, πάτησε τη σκανδάλη και αυτοκτόνησε. Από έναν πυροβολισμό, λίγο έλειψε τα θύματα να γίνουν δύο. Το βλήμα, αφού διαπέρασε το κρανίο του αυτόχειρα, βρήκε τη μικρή κόρη που παρακολουθούσε τη σκηνή από μία γωνία του χωλ. Μια κραυγή πόνου ξέφυγε από τα χείλη της και αμέσως έχασε τις αισθήσεις της.
Ευτυχώς η εορτάζουσα δεν χτυπήθηκε θανάσιμα. Η μητέρα της, όμως, μην μπορώντας να αντέξει το διπλό σοκ, νομίζοντας ότι και το λιπόθυμο κορίτσι της κείτεται νεκρό, έβγαλε μία οιμωγή, έπεσε κατάχαμα πλάι στο πτώμα του συζύγου της, άρπαξε το όπλο του και έβαλε τέλος στη ζωή της με τον ίδιο τρόπο. Τελικά όντως τα θύματα ήταν δύο, αλλά με διαφορετικούς πυροβολισμούς. Η γυναίκα θεώρησε τον εαυτό της υπεύθυνο γι’ αυτήν την ανείπωτη τραγωδία. Δυστυχώς μόνο την ύστατη ώρα θέλησε να συμπορευθεί με το ταίρι της.
Η μεγαλύτερη κόρη, επίσης ανήλικη, η Ελένη, ήταν μάρτυρας μέχρι ενός σημείου. Δεν είδε τη μητέρα της να αυτοκτονεί, διότι στο μεταξύ είχε βγει από το διαμέρισμα στο Παγκράτι, προκειμένου να ζητήσει βοήθεια. Ωστόσο, πρώτα οι αστυνομικοί και εν συνεχεία ο προϊστάμενος της ιατροδικαστικής υπηρεσίας, επιβεβαίωσαν τη διπλή αυτοχειρία.
Αμφότεροι έφεραν τραύματα στον δεξιό κρόταφο. Ο άνδρας πυροβόλησε εξ επαφής, ενώ η γυναίκα από απόσταση ενός εκατοστού. Το σενάριο της συζυγοκτονίας αποκλείστηκε πολύ σύντομα, λόγω των θέσεων που είχαν τα πτώματα. Αργότερα, η νεκροτομή ήρθε να πιστοποιήσει τη διπλή αυτοχειρία.
«Το ημερολόγιον ενός τραγικού πατέρα»
Όπως προαναφέρθηκε, οι διαρροές ήθελαν τον άνδρα να είναι ζηλιάρης και παλαιών αρχών. Ωστόσο, η έρευνα που έγινε στο γραφείο του Πέρρου, απέδειξε το ακριβώς αντίθετο. Η γυναίκα ήταν η προβληματική της υπόθεσης.
«Το ημερολόγιον ενός τραγικού πατέρα». Αυτός ήταν ο τίτλος που είχε δώσει ο αντισυνταγματάρχης στο σημαντικότατο εύρημα των αστυνομικών. Αν μη τι άλλο, μαρτυρούσε πολλά για την καθημερινότητα στο διαμέρισμα του Παγκρατίου.
Ο άτυχος άνδρας ανέφερε ότι εκείνη είχε παθολογική ζήλεια. Δεν του επέτρεπε να βγαίνει μετά τις 22:00, παρά μόνο σε περίπτωση που το έκαναν μαζί. Τα κοσμικά κέντρα και οι ταβέρνες αποτελούσαν άγνωστες λέξεις για τον αντισυνταγματάρχη, εκτός φυσικά αν τον συνόδευε η Πέρρου. Ομηρικοί καυγάδες εκτυλίσσονταν όταν έκανε το… λάθος να απευθύνει έστω κι έναν απλό χαιρετισμό σε φίλη της, με συνέπεια το ζεύγος να εκτίθεται στη γειτονιά από τις φωνές.
Προφανώς έπρεπε να εξασφαλίσει την έγκρισή της για να χορέψει με κάποια φίλη ή γνωστή της σε μία από τις κοινές βραδιές τους. Σε ένα σημείο του ημερολογίου, ο στρατιωτικός υπογράμμιζε ότι η περίοδος που βρισκόταν στη Μακεδονία ήταν «κατάμαυρη», εξαιτίας της παρανοϊκής κατάστασης της συζύγου του. Πάντως, μέσα στη μιζέρια και την πίκρα του, ο Πέρρος την αγαπούσε πολύ και προσπαθούσε να βρει ελαφρυντικά.
«Μαύρη βίβλος», ήταν ο χαρακτηρισμός που έδωσαν στο εύρημα οι αστυνομικοί, όταν διάβασαν ένα σεβαστό μέρος του περιεχομένου του. Μάλιστα σε αυτό υπήρχε κι ένας φάκελος, ο οποίος ανέγραφε τη λέξη «απόρρητον» με κόκκινα γράμματα. Περιλάμβανε ορισμένα περιστατικά που αφορούσαν εκείνον, μα κυρίως εκείνη.
Ήταν ξεκάθαρο πως το νευρικό σύστημα του συντάκτη είχε κλονιστεί. Πολλές φορές είχε σκεφτεί να τερματίσει τη ζωή του, όμως, δεν λησμονούσε ότι είχε δύο ανήλικες κορούλες. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι τελικά το έκανε με αφορμή τη διοργάνωση ενός πάρτι για τη μικρή…