Αν και στο μυαλό πολλών ο Αλέκος Αλεξανδράκης υπήρξε (σπουδαίος μεν) αλλά «απλά» ένας γόης της μεγάλης οθόνης, στην πραγματικότητα ήταν πολλά περισσότερα. Άνθρωπος με ανησυχίες και συγκεκριμένα πολιτικά «πιστεύω», ταλαιπωρήθηκε αφάνταστα την ταραγμένη δεκαετία του ’60, συναντώντας εμπόδια στην ζωή και την καριέρα του.
Μεταξύ άλλων υπήρξε μια περίοδος που ουσιαστικά είχε τεθεί εμπάργκο, καθώς οι συνταγματάρχες που έβαλαν την Ελλάδα στο «γύψο» με την 7ετή δικτατορία είχαν δυσανεξία σε άτομα με δράση και παρελθόν ανάλογο με το δικό του. Οι μόνοι που ουσιαστικά αψήφησαν την Χούντα ήταν ο Φιλοποίμην Φίνος και η Κατερίνα Ανδρεάδου που συνέχισαν να του δίνουν δουλειά σε κινηματογράφο και θέατρο.
Και αυτό συνέβαινε παρά τα εμπόδια που συνέχιζε να συναντά σε κάθε του βήμα ο Αλέκος Αλεξανδράκης. Όπως, συνέβη, για παράδειγμα, στην ταινία «Μια Ελληνίδα από την Κυψέλη», στην οποία προτιμήθηκε για τον πρωταγωνιστικό ρόλο αντί του αρκετά νεότερου σε ηλικία, Νίκου Γαλανού.
Ο Αλεξανδράκης θεωρήθηκε τέλειος για τον ρόλο δίπλα στην Μάρω Κοντού, με το σενάριο να θέλει τους δυο τους να στήνουν μια απάτη σχετικά με την εθνικότητά της. Την εμφάνισε στην αδελφή του ως… αλλοδαπή, καθώς εκείνη διαχειριζόταν την οικογενειακή περιουσία και δεν ήθελε το… αίμα της να συνδεθεί συναισθηματικά με μια Ελληνίδα, αφού θεωρούσε τις ντόπιες… νύφες παρακατιανές!
Βάσει του σεναρίου ορισμένες από τις σκηνές θα έπρεπε να γυριστούν στην Ιταλία, εκεί που υποτίθεται σπούδαζε ο ήρωας τον οποίο ενσάρκωνε ο Έλληνας ηθοποιός. Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συνέβη ποτέ. Όπως μάλιστα διηγείται η ίδια η Μάρω Κοντού οι στρατονόμοι μπούκαραν στο αεροπλάνο που θα μετέφερε ολόκληρο το συνεργείο στην Ρώμη και υποχρέωσε τον Αλεξανδράκη να κατέβει, με αποτέλεσμα τα γυρίσματα στην Ιταλία να μην γίνουν ποτέ…
Ο λόγος για αυτήν την στάση δεν ήταν άλλος από τις πεποιθήσεις του Αλεξανδράκη. Ήδη από νεαρή ηλικία βρέθηκε στις τάξεις της ΕΠΟΝ και του ΕΑΜ, φτάνοντας στο σημείο να ανέβει στο βουνό. Συμμετείχε στην A’ Μαραθώνια πορεία, ακολουθώντας τα βήματα του Γρηγόρη Λαμπράκη, ενώ μετά την δολοφονία του συνυπέγραψε την Ιδρυτική Διακήρυξη της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη. Την δεκαετία του 1960 συνέχισε στον ίδιο δρόμο του αγώνα δηλώνοντας δημόσια ότι θα ήθελε να περάσει τις γιορτές παρέα με τον Μανόλη Γλέζο, που βρισκόταν ακόμη στην φυλακή το 1961, ενώ την ίδια χρονιά έδωσε το στίγμα του με την πρώτη σκηνοθετική απόπειρά του.
Το φιλμ «Συνοικία το όνειρο» θεωρείται από πολλούς σήμερα ένα αριστούργημα, συγκρινόμενο ευθέως με τους «Κλέφτες Ποδηλάτων» του Βιτόριο ντε Σίκα. Ο αστικός μύθος μάλιστα λέει ότι ο ίδιος ο Ιταλός σκηνοθέτης είχε πει στον Αλεξανδράκη: «αν είχες γυρίσει εσύ πρώτος αυτήν την ταινία, κανείς σήμερα δεν θα μιλούσε για μένα»! Όπως και να έχει, το φιλμ θεωρήθηκε ότι προβάλει μια άσχημη εικόνα για την Ελλάδα και ότι είχε αριστερές… συγγένειες, κι έτσι αφού πρώτα απαγορεύτηκε η προβολή του, στη συνέχεια κυκλοφόρησε μόνο μια πετσοκομμένη κόπια και αυτή σε ελάχιστες αίθουσες.
Έχοντας τέτοιο παρελθόν, ο Αλεξανδράκης αναγκάστηκε βίαια να κατέβει από το αεροπλάνο και τα γυρίσματα στην Ιταλία δεν έλαβαν χώρα ποτέ. Ακόμη κι έτσι το φιλμ τα πήγε αρκετά καλά κόβοντας συνολικά 396.882 εισιτήρια τη σεζόν 1968-1969 και σήμερα θεωρείται από τις πλέον κλασικές του παλιού καλού ελληνικού κινηματογράφου.