Η (πικρή για εμάς) ιστορία είναι, λίγο-πολύ, γνωστή: περισσότερα από 200 χρόνια πριν ο κόμης του Έλγιν «εκμεταλλευόμενος» την Οθωμανική ηγεμονία που υπήρχε στην ελληνική επικράτεια και με πρόφαση την αποτύπωση και καταγραφή κάποιων μαρμάρων του Παρθενώνα, κατάφερε εν τέλει να τα… φυγαδεύσει στην Αγγλία.
Εκεί αποθηκεύτηκαν αρχικά στο βρετανικό μουσείο για φύλαξη κι εν συνεχεία ξεκίνησαν να εκτίθενται κανονικά για τους επισκέπτες, στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα Duveen που, ειρήσθω εν παρόδω, φτιάχτηκε αποκλειστικά και μόνο γι’ αυτόν τον σκοπό.
Η συνέχεια, επίσης γνωστή: η ελληνική πλευρά ήδη από το 1836 ξεκίνησε την (ατέρμονα απέλπιδα, όπως αποδεικνύεται) προσπάθεια για την επιστροφή των μαρμάρων, η Μελίνα Μερκούρη από το 1983 και μετά έδωσε αγώνα ζωής για να επιτευχθεί ο στόχος, όμως κάτι τέτοιο δεν έγινε.
Μάλιστα, η πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στο Λονδίνο και τα όσα ειπώθηκαν εκεί (μαζί, φυσικά, με τη διαβόητη ακύρωση της συνάντησής του με τον Βρετανό ομόλογό του) έδειξαν πως αντί να γίνει ένα βήμα μπροστά, έγιναν δύο πίσω. Κι όμως…
Κι όμως, στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν η Αγγλία σκεφτόταν πάρα πολύ σοβαρά την επιστροφή των Ελγινείων (ένας λάθος όρος, αλλά θα το συζητήσουμε μία άλλη φορά…), με ένα σημαντικότατο αντάλλαγμα, φυσικά.
Πιο συγκεκριμένα, όπως αποκαλύπτεται από μια σειρά εγγράφων που ήρθαν στο φως πριν και τα δημοσίευσε ο Guardian, πίσω στο 2002 όταν ο Κώστας Σημίτης είχε συναντήσει στο Λονδίνο τον Τόνι Μπλερ του είχε εξηγήσει το φιλόδοξο το πλάνο του: επιθυμούσε διακαώς την τοποθέτηση των Γλυπτών στο μουσείο της Ακρόπολης που βρισκόταν στα «σπάργανα» τότε, ενόψει των Ολυμπιακών αγώνων του 2004 στην Αθήνα.
Η αγγλική κυβέρνηση απάντησε πως αυτό ήταν ένα θέμα που θα το διαχειριζόταν αποκλειστικά και μόνο η διεύθυνση του Βρετανικού Μουσείου και ότι η ίδια δε θα είχε καμία εμπλοκή στην υπόθεση αλλά θα στήριζε την όποια απόφαση.
Αυτά, βέβαια, στη θεωρία. Γιατί στην πράξη η κατάσταση ήταν τελείως διαφορετική: η Αγγλία σκεφτόταν εντόνως να διεκδικήσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2012 και η Ελλάδα, που είχε αναλάβει και την προεδρία της ΕΕ το 2003, βρισκόταν μια ανάσα από το να φιλοξενήσει το κορυφαίο αθλητικό ραντεβού εντός των γαλανόλευκων τειχών λίγους μήνες αργότερα.
Η Σάρα Χάντερ, σύμβουλος πολιτικής για θέματα πολιτισμού του Μπλερ, έγραψε στον πρωθυπουργό της τον Απρίλιο του 2003 ότι υπήρχαν «καλοί λόγοι για αλλαγή τακτικής» αναφορικά με τα Γλυπτά του Παρθενώνα και προκειμένου να «ενθαρρύνει» ιδιωτικά και δημόσια το Βρετανικό Μουσείο να βρει έναν «συμβιβασμό».
Πώς μεταφράζεται το «συμβιβασμός»; Η Αθήνα θα υποστήριζε την υποψηφιότητα του Λονδίνου για τους Ολυμπιακούς αγώνες του 2012 κάπως… ένθερμα, και το Λονδίνο θα προέβαινε σε «μακροπρόθεσμο δανεισμό» των γλυπτών, τα οποία φυσικά θα επέστρεφαν στον φυσικό τους χώρο- και κάτι μας λέει πως όταν θα τελείωνε ο άτυπος δανεισμός τους δύσκολα θα γυρνούσαν στο βρετανικό μουσείο.
Όμως, ο Άντριου Άντονις, τότε επικεφαλής της μονάδας πολιτικής της Ντάουνινγκ Στριτ, προειδοποιούσε σε χειρόγραφο σημείωμα: «Αυτό χρειάζεται πολύ προσεκτικό χειρισμό. Ας μιλήσουμε. Δεν πιστεύω ότι πρέπει να κινηθούμε μέχρι να είναι σαφές τι θα κάνουμε με την υποψηφιότητά μας».
Παρά το γεγονός πως ο Μπλερ ήθελε να ξεκινήσουν οι συζητήσεις με επικεφαλής τον Ντέιβιν Όουεν, πρώην υπουργό Εξωτερικών, με μοναδικό σκοπό η ελληνική και η βρετανική κυβέρνηση να καταλήξουν σε συμφωνία διαμοιρασμού, κάτι τέτοιο δεν προχώρησε ποτέ.
Ο λόγος; Οι σύμβουλοι του πρωθυπουργού της Αγγλίας εξέφρασαν τις έντονες αμφιβολίες τους για το αν και κατά πόσον είναι ορθή τακτική το ν’ ανοίξει μια κουβέντα περί επιστροφής των μαρμάρων στην Ελλάδα την χρονιά που το βρετανικό μουσείο έκλεινε 250 χρόνια «ζωής», μιας και ήταν σχεδόν βέβαιο πως κάτι τέτοιο θα γεννούσε έντονες αντιδράσεις.
Η κατάληξη της υπόθεσης- με τη βεβαιότητα που μας δίνουν τα 20+ χρόνια από τότε- προφανής: και τα μάρμαρα εξακολουθούν να βρίσκονται εκτός Ελλάδος και η Αγγλία διοργάνωσε κανονικά τους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Το πόσο «ένθερμα» υποστήριξε την υποψηφιότητά της η Ελλάδα, είναι κάτι που ελέγχεται…