«Του ρίχναμε και δεν έπεφτε»: Ο σκοτεινός μάγειρας που αιματοκύλησε την Σαντορίνη έτρωγε τις σφαίρες κι έμενε όρθιος

Το έγκλημα που συγκλόνισε την Ελλάδα

«Γιαγιά, μην φοβάσαι, δεν θα σε πειράξω, μην τρέχεις»… Με αυτά τα λόγια, ήρεμος και ατάραχος, ο Θανάσης Αρβανίτης κρατώντας το κεφάλι της συντρόφου του καθησυχάζει μια ηλικιωμένη γυναίκα που συναντά ενώ περπατά στην περιοχή Βουρβούλο της Σαντορίνης. Λίγα λεπτά νωρίτερα την είχε αποκεφαλίσει μετά από καυγά και όταν τελικά καταφθάνει η αστυνομία, ο δράστης συλλαμβάνεται αφού πρώτα δέχεται βροχή από σφαίρες χωρίς –αρχικά- να δείχνει να επηρεάζεται…

Πρόκειται για έναν μάγειρα ηλικίας 31 ετών που ένα χρόνο νωρίτερα είχε παντρευτεί την 25χρονη δασκάλα Αδαμαντία Καρκαλή. Όταν εκείνη τοποθετήθηκε στο Ακρωτήρι Σαντορίνης, ο σύζυγός της την ακολουθεί και το καλοκαίρι του 2008 τον βρίσκει και εκείνον στο νησί να εργάζεται σε εστιατόριο ξενοδοχείου στο Ημεροβήγλι. Την προηγούμενη ημέρα από εκείνο το μοιραίο απόγευμα της 3ης Αυγούστου, λογομαχεί με το αφεντικό του από το οποίο ζήτησε να προσλάβει και την γυναίκα του. Πέρα από αυτό το ξέσπασμα, τίποτα δεν μπορούσε να προμηνύσει όσα ακολούθησαν.

Την επόμενη ημέρα στο αστυνομικό τμήμα στα Φηρά χτυπά το τηλέφωνο και από την άλλη άκρη της γραμμής ακούγεται η φωνή μιας γυναίκας. «Ελάτε γρήγορα στον Βουρβούλο, γίνεται άγριος καβγάς μεταξύ ζευγαριού. Ο άντρας πέταξε από το μπαλκόνι το σκυλάκι της κοπέλας» είναι τα λόγια που ακούει ο αστυνομικός υπηρεσίας και αμέσως σπεύδουν δύο περιπολικά στην περιοχή. Οι 5 ένστολοι (οι 3 δόκιμοι), όμως, δεν ήταν προετοιμασμένοι για το θέαμα που θα αντίκριζαν.

Στους δρόμους της περιοχής είδαν τον δράστη να περπατά κουβαλώντας μαζί του το κεφάλι της συζύγου του την οποία (όπως αποδείχτηκε από την μετέπειτα νεκροψία) είχε αποκεφαλίσει ενώ εκείνη βρισκόταν ακόμη εν ζωή… Την ίδια τύχη είχε και το σκυλάκι της, του οποίου πρώτα έκοψε το κεφάλι μπροστά στα έντρομα μάτια της και στη συνέχεια εκσφενδόνισε από το μπαλκόνι του σπιτιού που διέμεναν…

Στο άλλο χέρι του ο Αρβανίτης κρατά ακόμη το φονικό όπλο, ένα μαχαίρι. Στις εντολές των αστυνομικών να παραδοθεί δεν βγάζει την παραμικρή αντίδραση. Ούτε δείχνει πρόθεση να κάνει κάτι τέτοιο. Την ίδια ώρα φαίνεται να είναι… στον κόσμο του και να μην αντιλαμβάνεται τι πραγματικά συμβαίνει. Ωστόσο κάποια στιγμή μοιάζει να επανέρχεται και ξαπλώνει στο έδαφος έτοιμος να παραδοθεί. Όταν τον πλησιάζουν για να του περάσουν χειροπέδες «ξυπνά» ξανά και επιτίθεται με μαχαίρι.

Ακούγονται ένας πυροβολισμός στον αέρα ως τελευταία προειδοποίηση και ακολουθούν δύο σφαίρες που βρίσκουν στο σώμα τον δράστη. Πέφτει ξανά αιμόφυρτος, αλλά και πάλι βρίσκει την δύναμη να σηκωθεί πριν συλληφθεί, τραυματίζει έναν αστυνομικό και πετά το κεφάλι της γυναίκας στο περιπολικό όπου βρίσκονται οι τρεις (άοπλοι) δόκιμοι. Κάθεται στη θέση του οδηγού και αναπτύσσει ταχύτητα, προκαλώντας στην πορεία και τροχαίο καθώς ρίχνει ένα δίκυκλο στο οποίο επιβαίνουν δύο νεαρές γυναίκες. Αργότερα αποδεικνύεται ότι επρόκειτο για γιατρούς που έκαναν το αγροτικό τους στο Κέντρο Υγείας Σαντορίνης. Η μία τραυματίζεται σοβαρά από τη σύγκρουση και στην κατάθεσή της που ακολούθησε δηλώνει σίγουρη ότι ο Αρβανίτης επιδίωξε την σύγκρουση, ώστε να καθυστερήσει τους διώκτες του.

Τελικά ένα τρίτο περιπολικό που συμμετέχει στην καταδίωξη, διεμβολίζει το αμάξι που οδηγεί ο 31χρονος. Ο Αρβανίτης δεν παραδίδεται ούτε τώρα, αλλά δοκιμάζει και πάλι να επιτεθεί στους οπλισμένους αστυνομικούς. «Του ρίχναμε και δεν έπεφτε, ήταν σε κατάσταση αμόκ», κατέθεσαν αργότερα για τον δράστη που αν και είχε δεχτεί 6 σφαίρες (η μία εξ αυτών στο συκώτι) παραμένει ζωντανός. Για χάρη του θα σηκωθεί στρατιωτικό μεταγωγικό αεροπλάνο για να μεταφερθεί στην Αθήνα. Ο δολοφόνος προσεύχεται… Φαίνεται ότι οι προσευχές του σε συνδυασμό με τον ζήλο των γιατρών φέρνουν αποτέλεσμα, αφού μετά από πολύωρο χειρουργείο και νοσηλεία που διαρκεί αρκετέ μέρες, μένει ζωντανός…

Το δικαστήριο που ακολούθησε αποφαίνεται ότι την στιγμή τέλεσης του εγκλήματος είχε πλήρη συνείδηση και καταλογισμό και τον καταδικάζει σε ισόβια κάθειρξη και επιπλέον 25 χρόνια κατά συγχώνευση, με τον ίδιο να παραμένει ψύχραιμος και απαθής τόσο κατά την εξέτασή του (όπου περιέγραψε με λεπτομέρεια το φονικό) όσο και κατά τις αγορεύεις αλλά και την ανακοίνωση της ποινής. Λίγα χρόνια αργότερα, στο εφετείο που θα ακολουθήσει, αλλάζει πλεύση. Υποστηρίζει ότι δεν θυμάται τίποτα από εκείνες τις μοιραίες ώρες, ενώ ο δικηγόρος του του κάνει λόγο για σχιζοφρενή και ζητεί η όποια ποινή επιβληθεί να αφορά εγκλεισμό σε ψυχιατρική κλινική. Πράγμα που τελικά δεν συνέβη.

Η ιατροδικαστική έκθεση έκανε λόγο για 10 μαχαιριές (οι 7 μεταθανάτιες) που έχει δεχτεί η σύντροφός του και για χρήση 5 διαφορετικών μαχαιριών, ενδεικτικό της κατάστασης στην οποία βρισκόταν. «Πρόκειται για ένα από τα στυγερότερα εγκλήματα, ακόμη και για εμάς που έχουμε αντιμετωπίσει τόσες δολοφονίες, Συνήθως οι δράστες σκυλεύουν το πτώμα του θύματός τους, όταν αυτό έχει πεθάνει. Αυτός ο παρανοϊκός άνθρωπος, όμως, αποκεφάλισε τη γυναίκα του ενώ αυτή ήταν ζωντανή», δήλωσε ο ιατροδικαστής Νίκος Καρακούκης. Παράλληλα μάρτυρες αποκαλύπτουν ότι η Αδαμαντία πάντοτε πίστευε ότι με την αγάπη της θα μπορούσε να τον βοηθήσει, παρά τον ευέξαπτο χαρακτήρα του, ενώ άλλοι κατέθεσαν ότι εκείνος τη χρησιμοποιούσε, προκειμένου να επιβιώσει οικονομικά και κοινωνικά.

Εκείνο που έχει την σημασία του είναι η μαρτυρία του ψυχιάτρου που τον παρακολουθούσε παλιότερα. Κατέθεσε ότι ο δράστης εμφάνισε την πρώτη μεγάλη κρίση του όταν ήταν ακόμη στρατιώτης κι έκτοτε έχριζε στενής ψυχολογικής παρακολούθησης και συστηματικής λήψης φαρμακευτικής αγωγής. Για πολλά χρόνια τα πράγματα συνέβαιναν ακριβώς έτσι, αλλά φαίνεται πως μετά την γνωριμία του με την γυναίκα την οποία παντρεύτηκε και τελικά της στέρησε με αυτόν τον ειδεχθή τρόπο την ζωή, σταμάτησε να το κάνει. Μάλιστα, μόλις δύο ημέρες πριν την απίστευτη δολοφονία, επισκέφθηκε τοπικό ιατρό παραπονούμενος για αϋπνίες και πονοκέφαλο, χωρίς όμως να αποκαλύψει το πλήρες ιστορικό του… Μια λεπτομέρεια που αποδείχθηκε ότι για την άτυχη Αδαμαντία Καρκαλή ήταν ένα ζήτημα ζωής ή θανάτου…