Οι βεντέτες έχουν συνδυαστεί κατά βάση με την Κρήτη και λιγότερο με άλλα μέρη της Ελλάδας, όπως η Μάνη. Ακόμα και στις μέρες μας, σπανίως βέβαια πλέον, στο μεγαλύτερο νησί της χώρας καταγράφονται δολοφονίες ή απόπειρες. Σε αλλοτινές εποχές, το αίμα έτρεχε ποτάμι και δεν είναι υπερβολή.
Εν προκειμένω, η στήλη εστιάζει στην πιο φονική διένεξη, ενδεχομένως και της ιστορίας, μεταξύ δύο οικογενειών. Σαρτζέτηδες ή Σαρτζετάκηδες εναντίον Πεντάρηδων ή Πενταράκηδων. Στα Χανιά του 20ού αιώνα.
«Ήταν το 1940, αν θυμάμαι καλά. Όλα άρχισαν όταν ο αρχηγός των “ΜΑΥδων”, τότε Σαρτζέτης, σκότωσε τον Πεντάρη, δάσκαλο τότε στα Χανιά. Δεν θέλω να πω τίποτε άλλο. Εδώ είναι αίμα! Πενήντα άτομα έχασαν τη ζωή τους. Πρέπει να σεβαστούμε τη μνήμη τους».
Τάδε έφη, Βαγγέλης Πεντάρης, βουλευτής Χανίων με το ΠΑΣΟΚ, σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει στην εφημερίδα «Τα Νέα», κατά τη δεκαετία του 1980.
Παρεμπιπτόντως, οι ΜΑΥ ήταν Μονάδες Ασφάλειας Υπαίθρου, δηλαδή της ένοπλης παραστρατιωτικής οργάνωσης που δημιουργήθηκε το 1946 για την άμυνα της επαρχίας έναντι των δυνάμεων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδος.
Ο Πεντάρης ήταν ένας εκ των βουλευτών που ψήφισαν τον Χρήστο Σαρτζετάκη για να εκλεγεί πρόεδρος της δημοκρατίας. Παραμέρισε την πολυετή κόντρα μεταξύ των οικογενειών τους, ακούγοντας την παρότρυνση του Ανδρέα Παπανδρέου. Το ημερολόγιο βρισκόταν πια στον Μάρτιο του 1985. Τότε μπήκε και τυπικά τέλος στη βεντέτα.
Το πρώτο φονικό θεωρείται βέβαιο ότι ήταν το προαναφερθέν.
Συγκεκριμένα, εν έτει 1940, ο Ι. Σαρτζέτης πυροβόλησε και σκότωσε τον δάσκαλο Πεντάρη σε κεντρικό σημείο των Χανίων.
Πώς, όμως, άρχισε η βεντέτα; Δεν υπάρχει μία άποψη. Η πλευρά των Σαρτζέτηδων υποστήριζε ότι όλα ξεκίνησαν από κτηματικές διαφορές, ενώ η πλευρά των Πεντάρηδων από τις πολιτικές διαφορές. Άλλοι κάνουν λόγο για την ατίμωση μιας νεαρής κοπέλας.
Ακολουθούν, ενδεικτικά, μερικές ιστορίες που διασώθηκαν από δημοσιεύματα της εποχής και μαρτυρίες.
Εν μέσω Εμφυλίου, τον Οκτώβριο του 1947, ο καπετάν Γιώργος Πεντάρης με την ομάδα του μετέβη στο χωριό της αντίπαλης οικογένειας, απ’ όπου απήγαγε την Αριστέα Σαρτζέτη, τον γιο της και τον 17χρονο Γιάννη Σαρτζέτη.
Τους κατεύθυναν προς το οροπέδιο Ομαλός, όπου, αφού πυρπόλησαν την αγροικία της οικογένειας Σαρτζέτη, απελευθέρωσαν τη μητέρα και τον γιο της.
Κατά μία εκδοχή αγνοείτο η τύχη ενός άλλου μικρού παιδιού της Αριστέας, για το οποίο εκφράζονταν φόβοι ότι κάηκε ζωντανό μέσα στην αγροικία.
Τον Μάρτιο του 1949, στην οδό Νεάρχου των Χανίων, ο χωροφύλακας Λευτέρης Σαρτζέτης σκότωσε τους Ανδρέα Πεντάρη. και Γιάννη Πεντάρη, ενώ ένας έτερος Γιάννης Πεντάρης πληγώθηκε, αλλά όχι θανάσιμα.
Ο αδερφός του Ανδρέα Πεντάρη. είχε σκοτώσει τον αδερφό του Λευτέρη Σαρτζέτη, λίγες εβδομάδες νωρίτερα.
Τον Απρίλιο του 1950, σε κεντρικό σημείο των Χανίων, ο 17χρονος Βαγγέλης Πεντάρης. σκότωσε τον 52χρονο Ευτύχη Σαρτζέτη.
Την Πρωτομαγιά του 1955, ο 20χρονος Απόστολος Σαρτζέτης έπεσε νεκρός από πυρά, ενώ επέστρεφε στο σπίτι του, ωστόσο, όπως αποδείχθηκε, ο δράστης δεν είχε σχέση με τη βεντέτα.
Τον Μάρτιο του 1965, στον δρόμο Χανίων-Σελίνου, ένας από τους Πεντάρηδες σκότωσε έναν από τους Σαρτζέτηδες.
Τα δημοσιεύματα ανέφεραν ότι με αυτό το φονικό τερματίστηκε η βεντέτα με τους δεκάδες νεκρούς κι από τις δύο οικογένειες.
Όλα τα προηγούμενα χρόνια, βουλευτές, δήμαρχοι, αξιωματικοί του στρατού και της αστυνομίας είχαν προσπαθήσει ανεπιτυχώς να βάλουν τέλος στην αιματοχυσία.
Αντί επιλόγου, παρατίθεται αυτούσιο ένα απόσπασμα από συνέντευξη ενός αγωνιστή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, του Σταύρου Καπριδάκη, στον δημοσιογράφο Πάνο Μπαΐλη.
«Πολέμησα στη Φλώρινα, πολέμησα παντού. Όμως αυτή η βεντέτα με τους Σαρτζέτηδες και τους Πεντάρηδες με τρόμαξε. Αίμα, πολύ αίμα! Ήταν τόσο το μίσος, ήταν τόσο αλαφιασμένοι όλοι τους, που κανένας δεν με άκουγε.
Στην αρχή, θυμάμαι, πήγα και βρήκα κάτι μακρινούς τους συγγενείς, από τους οποίους ζήτησα να τους μεταφέρουν ότι θέλω να τους βοηθήσω να τα βρουν. Η απάντηση ήταν αρνητική. Έβαλα κοινούς γνωστούς να τους μιλήσουν. Τίποτε! Καμία απάντηση. Ή εμείς ή αυτοί, έλεγαν», ήταν τα λόγια του. Τα είπε όλα…