«Οι άνθρωποι δεν γίνονται ήρωες παρά μόνο όταν δεν έχουν άλλη επιλογή», έλεγε ο Γάλλος δραματικός ποιητής Πωλ Κλωντέλ. Δεν θα είχε πιθανότατα την ίδια άποψη αν γνώριζε αυτό που συνέβη σε ένα γήπεδο 13 χρόνια πριν από το θάνατό του.
Διότι χρειάστηκε σχεδόν μια 15ετία για να αναδυθεί από την άχλη του μύθου και να λάβει τις διαστάσεις γεγονότος η πιο τραγικά όμορφη ποδοσφαιρική ιστορία: ο «Αγώνας του Θανάτου» ανάμεσα σε κατακτητές και κατακτημένους στην «καρδιά» του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η γέννηση της Σταρτ
Το 1942 η Ουκρανία ήταν μία από τις πιο βασανισμένες γωνιές της Γης. Η ναζιστική κατοχή είχε διαδεχθεί τις θηριώδεις σταλινικές εκκαθαρίσεις της διετίας 1936 – 38. Το Κίεβο έπεσε τον Αύγουστο του 1941 στα χέρια των Γερμανών, ύστερα από 72 ημέρες πολιορκίας και στη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Ουκρανίας κυμάτιζε έκτοτε ο αγκυλωτός σταυρός.
Το Γ’ Ράιχ υιοθέτησε την πολιτική του «άρτος και θεάματα» για το κατεχόμενο Κίεβο.
Διοργανώνοντας πολιτιστικές εκδηλώσεις και στρέφοντας τον ντόπιο πληθυσμό προς τον αθλητισμό, θέλησε να δημιουργήσει μια ψευδαίσθηση ελευθερίας, την οποία θα προπαγάνδιζε στις συνειδήσεις των Ουκρανών και έναντι στη σοβιετική ηγεσία.
Κάπως έτσι γεννήθηκε η Σταρτ. Όνομα ανάλογης σημασίας με την αγγλική γλώσσα, για να συμβολίζει την «αρχή».
Επρόκειτο για μια ομάδα Ουκρανών εργατών σε αρτοποιείο, ωστόσο οι εργάτες αυτοί δεν είχαν επιλεχθεί καθόλου τυχαία από τον διευθυντή της βιοτεχνίας, Τζόζεφ Κόρντικ.
Με την εισβολή των Γερμανών, πολλοί ποδοσφαιριστές των ομάδων της ουκρανικής πρωτεύουσας επιστρατεύτηκαν και χάθηκαν είτε στη μάχη, είτε σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Ο τερματοφύλακας της διαλυμένης λόγω του πολέμου Ντιναμό Κιέβου, Νικολάι Τρούσεβιτς ήταν πιο τυχερός.
Ο Τσέχος στην καταγωγή Κόρντικ ήταν μεγάλος λάτρης του ποδοσφαίρου. Εντελώς συμπτωματικά συνάντησε μια μέρα τον Τρούσεβιτς στο δρόμο να αναζητά δουλειά. Ενθουσιασμένος από την «ανακάλυψη» του, δεν είχε παρά να του προτείνει να γίνει υφιστάμενος του στο Bread Factory No. 1. ως φούρναρης…
Η επιλογή του «ρόστερ»
Σύντομα, στο μεγαλύτερο εργοστάσιο παραγωγής ψωμιού του Κιέβου, ο Κόρντικ προσέλαβε και άλλους ποδοσφαιριστές. Παλιούς συμπαίκτες του Τρούσεβιτς, που πρότεινε ο ίδιος στον διευθυντή του, ο οποίος με τη σειρά του τον προέτρεπε να ξαναφορέσει τα γάντια του, έστω για την ψυχαγωγία.
Οι δυο τους προσέλκυσαν στο αρτοποιείο συνολικά άλλους εννέα ποδοσφαιριστές, οι έξι εκ των οποίων πρώην συμπαίκτες του Τρούσεβιτς στην Ντιναμό Κιέβου.
Ήταν ο ασημένιος Ολυμπιονίκης Μιχαήλ Πουτίστιν, ο νεαρός αμυντικός Μιχαήλ Σβιριντόφσκι, ο Αλεξέι Κλιμένκο, ο Νικολάι Κορότκιχ, ο Μακάρ Χοντσαρένκο και το «κτήνος», όπως τον αποκαλούσαν, Ιβάν Κουζμένκο.
Μαζί τους και τρεις «αντίπαλοι» από τη Λοκομοτίβ Κιέβου, οι Μιχαήλ Μέλνικ, Βλάντιμιρ Μπαλάιν και Βασίλι Σουκάρεφ.
Με το πρωτάθλημα και τη λειτουργία των συλλόγων να έχουν ανασταλεί, το ποδόσφαιρο θα λειτουργούσε ως χόμπι. Το σχετικό αίτημα έγινε αποδεκτό από το δημοτικό συμβούλιο και έτσι ιδρύθηκε η ομάδα του εργοστασίου.
Πέρα από τους επαγγελματίες, τη νεοσύστατη ομάδα πλαισίωσαν ένας σεφ του εργοστασίου, ένας φρουρός και τρεις αστυνομικοί. Εκτός από την αγάπη για το ποδόσφαιρο τους 15 συντρόφους ένωνε και το όραμα για ελευθερία.
Ο Τρούσεβιτς δεν δίστασε να καταστήσει σαφές ότι ο γερμανικός ζυγός ήταν ανεπιθύμητος στο Bread Factory No. 1. Η συνείδηση του αναζητούσε εξιλέωση για την έγγραφη δήλωση υποταγής που είχε κάνει στο ναζιστικό καθεστώς και με την οποία είχε κερδίσει την ελευθερία του.
«Δεν έχουμε όπλα, αλλά μπορούμε να παλέψουμε με τις νίκες μας στο ποδοσφαιρικό γήπεδο. Για λίγο καιρό τα μέλη της Ντιναμό και της Ζέλντορ (σ.σ: Λοκομοτίβ) θα παίζουν υπό ένα χρώμα, υπό το χρώμα της σημαίας μας. Οι φασίστες πρέπει να γνωρίζουν ότι αυτό το χρώμα δεν μπορεί να νικηθεί», ήταν η δήλωση του – δίκην διακήρυξης – άμα τη γενέσει της Στάρτ.
Καθόλου ευοίωνη… αρχή για ομάδα που έπρεπε να δράσει υπό το άγρυπνο βλέμμα των γερμανικών ταγμάτων ασφαλείας…
Συμμετοχή στο πρωτάθλημα και θρίαμβος
Την ίδια χρονική περίοδο, λίγα μόλις χιλιόμετρα από το Bread Factory No. 1, συστάθηκε σε ένα άλλο εργοστάσιο ένας ποδοσφαιρικός σύλλογος με το όνομα Ρουχ. Σε πλήρη αντίθεση με τη Σταρτ ο ιδρυτής της, Γκεόργκι Σβέτσοφ, ήταν συνεργάτης των Ναζί.
Όταν ο Σβέτσοφ ζήτησε από τον Τρούσεβιτς να ενταχθεί μαζί με τους συμπαίκτες του στη Ρουχ, εισέπραξε ένα μεγαλοπρεπές «όχι». Αιτιολογία ότι ο ρόλος που είχε να επιτελέσει η Σταρτ ήταν πατριωτικός.
Το Κίεβο είχε, πλέον, δύο νέες ομάδες, που καθεμία εκπροσωπούσε εκ διαμέτρου αντίθετες ιδέες: Η μεν συμβόλιζε την αντίσταση και η δε τη συμμόρφωση και διευκόλυνση των ναζιστικών σχεδίων.
Τα νέα δεν άργησαν να διαδοθούν στην κοινωνία της πόλης. Ούτε βέβαια στους… φίλους του Σβέτσοφ, που θα έβαζαν μια για πάντα στο μάτι το «μπαϊράκι» μιας χούφτας φουρνάρηδων.
Παρά ταύτα, η Σταρτ, λόγω της δημοφιλίας που ήδη απολάμβανε, πήρε άδεια για συμμετοχή στο ερασιτεχνικό πρωτάθλημα που στήθηκε στο Κίεβο, στο πλαίσιο και των… πολιτιστικών εκδηλώσεων, που λειτουργούσαν ως καμουφλάζ της τυραννικής εξουσίας.
Ίσως βέβαια οι κατακτητές να μην είχαν δώσει ποτέ αυτή την άδεια αν είχαν «μετρήσει» σωστά τη χαώδη ποιοτική διαφορά που χώριζε τη Σταρτ απ’ όλες τις άλλες.
Το καλοκαίρι του 1942, μεταξύ Ιουνίου και Ιουλίου, η ομάδα των αρτοποιών συνέτριψε τους πάντες. Στην πρεμιέρα της για το πρωτάθλημα διέλυσε τη μισητή Ρουχ με 7-2. Νίκησε άνετα μία ομάδα αποτελούμενη από Γερμανούς στρατιώτες του πυροβολικού και μία Γερμανών σιδηροδρόμων, καθώς και τρεις φιλοναζιστικές ομάδες Ούγγρων επίλεκτων.
Συνολικά, έδωσε επτά αγώνες πετυχαίνοντας το απόλυτο με τέρματα 37 – 8.
Τα κατορθώματα της Σταρτ απέκτησαν θρυλικές διαστάσεις στο Κίεβο, αφυπνίζοντας το αίσθημα περηφάνιας των Ουκρανών πατριωτών. Έστω και έτσι, με αυτό τον επίπλαστο τρόπο, ο λαός εισέπνεε έναν αέρα ελευθερίας, εκλαμβάνοντας ως πηγή ελπίδας ότι το Γ’ Ράιχ δεν ήταν σε όλα τα πεδία της «μάχης» ανίκητο.
Τους το είχε διδάξει η ανυπότακτη ομάδα του Bread Factory No. 1, ταπεινώνοντας τους δυνάστες της χώρας.
Γερμανικός διασυρμός
Οι Ναζί δεν μπορούσαν να μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια. Επιστράτευσαν την αφρόκρεμα για να πάρουν εκδίκηση. Παραγνωρίζοντας ωστόσο ότι είχαν να κάνουν με πρώην – πλην πρωτοκλασάτους – ποδοσφαιριστές.
Η ομάδα που εντετάλθηκε και στάλθηκε στο Κίεβο για να ξεπλύνει την ντροπή λεγόταν Φλάκελφ. Από το γερμανικό Flak, που σημαίνει αντιαεροπορικό όπλο και τη λέξη Elf, που σημαίνει 11.
Αποτελούταν από Γερμανούς στρατιώτες, πιλότους και μηχανικούς, που πριν τον πόλεμο έπαιζαν και αυτοί ποδόσφαιρο.
‘Ήταν η επίσημη ποδοσφαιρική εκπρόσωπος της Λουτβάφε.
Το αποτέλεσμα ήταν σοκαριστικό για τη γερμανική αίσθηση υπεροχής και τα… ιδανικά της Άριας Φυλής. Ένα κανονικό φιάσκο. Το τσούρμο των υπόδουλων Ουκρανών διέλυσε τη Φλάκελφ με 5-1 και οι Ναζί δεν είχαν παρά να ζητήσουν ρεβάνς. Αυτή προγραμματίστηκε για τρεις ημέρες αργότερα, με τους νικημένους να σπεύδουν προς ενίσχυση του ρόστερ. Εμπλουτίζοντας το με εφτά νέους παίκτες!
Οι Γερμανοί είχαν λυσσάξει. Έβγαλαν μέχρι και αφίσα, που, μεταξύ άλλων, έγραφε «εκδίκηση» και την τοιχοκόλλησαν σε όλο το Κίεβο, καλώντας τον κόσμο στο γήπεδο. Περίπου 45.000 άνθρωποι κατέκλυσαν το γήπεδο «Ζενίτ», για να παρακολουθήσουν το πολυσυζητημένο ματς.
Ο μύθος αναφέρει ότι οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να μην αφήσουν στην τύχη το αποτέλεσμα, αλλά να δοθεί αυτός ο αγώνας με σημαδεμένη τράπουλα. Σύμφωνα με αυτόν, πριν από την έναρξη του ματς ένας αξιωματικός των SS επισκέφτηκε τα αποδυτήρια της Σταρτ.
«Θα ήταν καλό για εσάς να χαιρετήσετε πριν την έναρξη του αγώνα. Επίσης πρέπει να ξέρετε ότι μόνο Γερμανοί μπορούν να νικήσουν σήμερα», είπε στους παίκτες με επιβλητικό ύφος.
Λίγα λεπτά αργότερα οι δύο ομάδες μπήκαν στο γήπεδο. Οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ παρατάχθηκαν δίπλα στους αντιπάλους τους, που ύψωσαν το χέρι τους και αναφώνησαν: «Χάιλ Χίτλερ». Οι Ουκρανοί κόλλησαν το δικό τους στο στήθος και ακολούθως το κατέβασαν!
Όχι μόνο δεν υιοθέτησαν το φασιστικό χαιρετισμό, αλλά παραβίασαν και το… δεύτερο σκέλος της διαταγής.
Μολονότι υπέφεραν από το αντιαθλητικό παιχνίδι των αντιπάλων τους, πανηγύρισαν άλλη μία νίκη με 5 – 3, βάζοντας οριστικά τέλος στην ποδοσφαιρική αντιπαράθεση με την… άρχουσα τάξη.
Θρυλείται ότι λεπτά πριν από τη συμπλήρωση των 90’ ο Αλεξέι Κλιμένκο πέρασε όλη τη γερμανική άμυνα και αφού έφτασε μπροστά στο τέρμα θέλησε να εξευτελίσει τους αντιπάλους, κλωτσώντας την μπάλα προς το κέντρο.
Όπως επίσης και ότι στο ημίχρονο, με το σκορ στο 3-1, οι παίκτες της Σταρτ δέχτηκαν την επίσκεψη του Γκεόργκι Σβέτσοφ στα αποδυτήρια, σε μια τελευταία γερμανική απόπειρα να συνετιστούν…
«Εγκλημα» και τιμωρία
Μετά την ιστορική αναμέτρηση απαγορεύτηκαν τα παιχνίδια μεταξύ ομάδων της Σοβιετικής Ένωσης και της Γερμανίας, προκειμένου να αποφευχθεί ένα νέο «στραπάτσο» για τον πληγωμένο εγωισμό του Γ’ Ράιχ. Το παιχνίδι όμως δεν θα έμενε στην ιστορία μόνο ως μια κορυφαία πράξη ηρωισμού στην κατεχόμενη Ευρώπη, αλλά κυρίως ως ο «αγώνας του θανάτου».
Η σοβιετική κομμουνιστική προπαγάνδα αναφέρει ότι οι ποδοσφαιριστές εκτελέστηκαν λίγο μετά το παιχνίδι. Η έρευνα έχει «αποφανθεί» ότι αυτό είναι ψέμα, ωστόσο η πραγματικότητα δεν είναι λιγότερο τραγική.
Στις 16 Αυγούστου ο Τρούσεβιτς και η παρέα του… επιβάρυναν τη θέση τους, σφυροκοπώντας άλλη μια φορά τη Ρουχ με 8 – 0.
Δύο ημέρες αργότερα, ενώ οι παίκτες της Σταρτ πήγαιναν στο εργοστάσιο για το μεροκάματό τους, συνελήφθησαν.
Όσοι παλαιότερα αγωνίζονταν στη Λοκομοτίβ, αφέθηκαν ελεύθεροι, ενώ οι υπόλοιποι παρέμειναν υπό κράτηση, ύποπτοι για συνεργασία με τη NKVD, τη μυστική αστυνομία της ΕΣΣΔ.
Όταν, δε, οι Ναζί έμαθαν πως ένας από τους παίκτες, ο Νικολάι Κορότκιχ, ήταν, πράγματι, εν ενεργεία αξιωματικός της NKVD, τον βασάνισαν έως θανάτου.
Οι πρώην παίκτες της Ντιναμό Κιέβου μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στις 24 Φεβρουαρίου του 1943 οι μισοί περίπου συλληφθέντες δολοφονήθηκαν σε μαζική εκτέλεση Ουκρανών σε στρατόπεδο συγκέντρωσης. Ανάμεσα τους, ο Κουζμένκο, ο Κλιμένκο και ο Νικολάι Τρούσεβιτς. Αυτός που υποτάχθηκε στο Ναζισμό μόνο και μόνο για να τον περιφρονήσει με τρόπο που δεν θα λογάριαζε ούτε τη ζωή του.
Μύθος και πραγματικότητα
«Ο Αγώνας του Θανάτου», ήρθε στο φως της δημοσιότητας και διαδόθηκε ευρέως 16 χρόνια μετά τη διεξαγωγή του, από ένα άρθρο Ουκρανού δημοσιογράφου σε εφημερίδα του Κιέβου. Κανείς δεν ξέρει που ακριβώς σταματάει η μυθοπλασία και αρχίζει η πραγματικότητα.
Είναι βέβαιο ότι η σοβιετική προπαγάνδα, που ήθελε να τονώσει το κομμουνιστικό και αντιφασιστικό φρόνημα, περιέβαλε με υπερβολές, ίσως και ψεύδη, την ιστορία.
Η διόγκωση εντοπίζεται στην περίοδο ηγεσίας του καταγόμενου από την Ουκρανία, Λεονίντ Μπρέζνιεφ. Μεταγενέστεροι Ουκρανοί μελετητές διαφωνούν για το αν υπήρξαν όντως απειλές από τους Γερμανούς πριν από τον αγώνα, καθώς και αν για το αν αιτία για τις εκτελέσεις των παικτών ήταν η νίκη στον αγώνα.
Το 2005 δικαστήριο του Αμβούργου απεφάνθη πως δεν υπάρχει κανένα στοιχείο που να αποδεικνύει ότι οι ποδοσφαιριστές της Σταρτ δολοφονήθηκαν από τους Ναζί λόγω της νίκης τους, ενώ το ίδιο έχει δηλώσει και ένας από τους επιζώντες της ομάδας, ο Μακάρ Χοντσαρένκο.
Πολλοί βέβαια έχουν θέσει θέμα αξιοπιστίας του, καθώς μόνο μετά την πτώση του κομμουνιστικού καθεστώτος αποκήρυξε τη σοβιετική εκδοχή.
Άλλωστε το ζητούμενο δεν είναι τόσο το αν εκτελέστηκαν για αυτό το λόγο -εκεί που βρέθηκαν ήταν καθαρή ρώσικη ρουλέτα η ζωή τους- αλλά το αν συνελήφθησαν για αυτόν.
Για ποιο λόγο δηλαδή έγινε στις 19 Αυγούστου του 1942 η έφοδος των SS στο Bread Factory No. 1.
Όποια και αν είναι η αλήθεια, η ιστορία ενέπνευσε κινηματογραφικές και λογοτεχνικές δημιουργίες. Η περίφημη «Απόδραση των 11» (1981), με τον Πελέ και τους Μάικλ Κέιν, Σιλβέστερ Σταλόνε βασίζεται στο ουκρανικό φιλμ «Two half-times in Hell» του 1962, με αμφότερες τις ταινίες να έχουν τις «τραβηγμένες» διαφορετικές εκδοχές του τι έγινε στον «αγώνα του θανάτου».
Το 2012, μάλιστα, κυκλοφόρησε άλλη μία, ρωσικής παραγωγής, το «Ματς», με τον σκηνοθέτη της να επαναλαμβάνει την κομμουνιστική εκδοχή. Για τον Σκωτσέζο δημοσιογράφο και συγγραφέα Άντι Ντούγκαν άλλωστε, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία.
«Αν ποτέ ένα παιχνίδι ποδοσφαίρου ήταν ζήτημα ζωής ή θανάτου, τότε ήταν αυτό εδώ», αναφέρει στον πρόλογο του βιβλίου του: «Ντιναμό: θρίαμβος και τραγωδία στο κατεχόμενο από τους Ναζί Κίεβο».
Είτε απειλήθηκαν, είτε όχι από τους Γερμανούς για να χάσουν το ματς, είτε εκτελέστηκαν, είτε όχι επειδή δεν συμμορφώθηκαν, η ιστορία έγραψε ότι υπήρξε κάποτε μια ποδοσφαιρική ομάδα που περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη στην ιστορία υπερέβη το ρόλο της ως τέτοια.
To γήπεδο «Ζενίτ» του Κιέβου όπου διεξήχθη ο «Αγώνας του Θανάτου» μετονομάστηκε σε «Σταρτ», ενώ στην κύρια έξοδο του δεσπόζει ένα άγαλμα τεσσάρων ποδοσφαιριστών για να θυμίζει ότι αυτή η ομάδα απαρτίστηκε από απλούς ανθρώπους που επέλεξαν να γίνουν ήρωες ενώ είχαν και άλλη επιλογή…