Μια από τις μελανότερες σελίδες στην ιστορία των ΗΠΑ γράφτηκε τον Απρίλιο του 1961, με πρωταγωνιστές από τη μία μεριά την παραστρατιωτική ομάδα «Ταξιαρχία 2506» και τη CIA και από την άλλη την Κούβα και τον ανατρεπτικό Φιντέλ Κάστρο, ο οποίος ως άλλος Δαυίδ κατάφερε να αποδείξει πως ο Γολιάθ μπορεί να υπερέχει σε δύναμη, υστερεί όμως σε τόλμη και στρατηγική.
Με άλλα λόγια; ΗΠΑ εναντίον Κούβας. Ο Φιντέλ Κάστρο βρίσκεται ήδη δύο χρόνια στην εξουσία, έχοντας αφήσει πίσω του πανηγυρικά το καθεστώς του Φουλχένσιο Μπατίστα. Ο επαναστάτης ηγέτης, αφού κατέλαβε την Αβάνα και έτρεψε σε φυγή τον δικτάτορα, έβαλε αμέσως σε εφαρμογή τις σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις που έμελλε να αναστατώσουν τόσο πολύ την Αμερική που η στρατιωτική διαμάχη μεταξύ τους θα έμοιαζε αναπόφευκτη.
Ο νέος ηγέτης της Κούβας, αποφασισμένος να πατάξει τη διαφθορά και έχοντας στο πλευρό του τον Ερνέστο Τσε Γκεβάρα, προχώρησε με συνοπτικές διαδικασίες στην κρατικοποίηση των οργανισμών κοινής ωφελείας και σε ανακατανομή της γης, ενώ από τη δράση του δεν ξέφυγαν οι Αμερικανοί επιχειρηματίες που είδαν ό,τι έχτιζαν τόσα χρόνια να γκρεμίζεται από τη μία μέρα στην άλλη.
Μεγαλύτερο πλήγμα γι’ αυτούς ήταν ο αποκλεισμός τους από τα καζίνο της χώρας (πηγή αμέριστου πλούτου για τους ίδιους) και οι δραματικές εσωτερικές αλλαγές στη βιομηχανία του τζόγου.
Οι ΗΠΑ είχαν πάρει τις αποφάσεις τους: Θα ανέτρεπαν τον αριστερό Κάστρο. Ή τουλάχιστον… αυτό πίστευαν.
Ήδη από τις αρχές του 1961 η CIA είχε δημιουργήσει έντονο κλίμα ανασφάλειας και φόβου στην Κούβα, έχοντας οργανώσει μια σειρά βομβιστικών επιθέσεων που στόχευαν στον αποπροσανατολισμό λαού και ηγεσίας. Εν μέρει τα είχαν καταφέρει. Δεν υπολόγισαν όμως μερικές ανακρίβειες του –κατά τα άλλα πανέξυπνου- σχεδίου τους.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, δεν είχε αντιληφθεί το τι θα είχε να χάσει αν το σχέδιό τους αποτύγχανε. Για εκείνον, το γεγονός πως ο Κάστρο είχε αποκόψει τους ισχυρούς δεσμούς της Κούβας με την Αμερική και στραφεί προς τη Σοβιετική Ένωση, ήταν λόγος να «διαλύσει» την Αβάνα και να πληρώσει 13 ολόκληρα εκατομμύρια στη CIA για να οργανώσει το σχέδιο.
Το 1960, η CIA χρηματοδότησε και εκπαίδευσε στρατό, την «Ταξιαρχία 2506», στο Μεξικό προκειμένου να επιτευχθεί μια αποτελεσματική επιχείρηση εναντίον της Κούβας. Κουβανοί αντικαθεστωτικοί του Μαϊάμι επίσης στρατολογήθηκαν και όλα ήταν έτοιμα για τη μεγάλη εισβολή. Την ίδια χρονιά, στην εξουσία ανεβαίνει ο Τζον Κένεντι, ο οποίος όμως δεν είχε πλέον τη δυνατότητα να βάλει φρένο στο σχέδιο επίθεσης. Η απόφαση, άλλωστε, είχε ήδη παρθεί.
Στις 13 Απριλίου του 1961 ο αμερικανικός στρατός και οι Κουβανοί αντικαθεστωτικοί (1.500 στρατιώτες σύνολο), χωρισμένοι σε πέντε τάγματα πεζικού και ένα αλεξιπτωτιστών, συγκεντρώνονται στο ειδικά διαμορφωμένο στρατόπεδό τους στη Γουατεμάλα και ετοιμάζονται να πλεύσουν στην Κούβα.
Αρχικός στόχος ήταν οι Κουβανοί εξόριστοι να αποβιβαστούν ως «BRIGADA 2506» σε κάποιο απομακρυσμένο σημείο του νησιού και να ανακηρύξουν ενός είδους «κυβέρνηση» των αντι-Καστρικών, προκειμένου να διχάσουν το λαό και να αποδυναμώσουν τον Φιντέλ.
«Η Κούβα θα νικήσει»!
«Ο βορειοαμερικανικός ιμπεριαλισμός πραγματοποίησε την εισβολή που είχε προαναγγείλει κατά του λαού της Κούβας. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν σε ένα σημείο του εδάφους μας και ο λαός αγωνίζεται με ενθουσιασμό κατά των εισβολέων. Η κουβανέζικη κυβέρνηση απευθύνει έκκληση σε όλους τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου να την υποστηρίξουν στον αγώνα της κατά των ξενικών δυνάμεων. Ο αγώνας μας είναι ο αγώνας όλων σας. Η Κούβα ανακράζει: Πατρίδα ή Θάνατος! Η Κούβα θα νικήσει», ακούστηκε η φωνή του Κάστρο από το ραδιόφωνο της Αβάνας. Ο λαός ήταν αποφασισμένος.
Οι αεροπορικές βάσεις της Κούβας βομβαρδίζονται στις 15 Απριλίου του ίδιου έτους από αμερικανικά βομβαρδιστικά αεροσκάφη B-26, ενώ για τη νύχτα της 16ης Απριλίου είχε προγραμματιστεί η αποβίβαση των κύριων Δυνάμεων στην παραλία «Πλάγια Χιρόν», η οποία βρισκόταν στον Κόλπο των Χοίρων.
Εκεί, η τοπική επαναστατική πολιτοφυλακή, δεν κατάφερε να ανατρέψει τους Αμερικανούς, γι’ αυτό και ο Κάστρο θέλησε να πάρει την κατάσταση στα χέρια του και να ηγηθεί ο ίδιος προσωπικά μιας επιχείρησης που θα οδηγούσε στην απόλυτη πανωλεθρία των Η.Π.Α.
Η μάχη ξεκινά και η Αμερική δε μπορεί παρά να παρακολουθεί το στρατό που τόσο αυστηρά εκπαίδευσε να μη μπορεί να ανταπεξέλθει, ούτε καν να… ζητήσει ενισχύσεις, αφού ο Κάστρο και η αεροπορία της Κούβας βύθισαν όλα τα αμερικανικά πλοία που στόχευαν να ενημερώσουν για ενισχύσεις. Έριξαν και όσα αεροπλάνα προσπάθησαν να επέμβουν, με απολογισμό 4 νεκρούς Αμερικανούς πιλότους.
Παγιδευμένοι στη ζούγκλα, οι εισβολείς αποδεκατίζονται. Μέχρι τις 19 Απριλίου, 200 από αυτούς σκοτώθηκαν και οι άλλοι 1.300 αναγκάστηκαν να παραδώσουν τα όπλα, να ανακριθούν δημόσια και να σταλούν ατιμωτικά πίσω στις ΗΠΑ.
Την πρώτη Μαΐου, ο λαμπρός ηγέτης χαρακτήρισε την Κούβα ως την «1η Λαοκρατική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Λατινικής Αμερικής» με τις σοσιαλιστικές του πεποιθήσεις να έχουν κατατροπώσει την Αμερική.
Ήττα για την Αμερική, θάνατος για να τον Κένεντι;
Ο Τζον Κένεντι καταλήγει να πρωταγωνιστεί στα αποκαρδιωτικά αποτελέσματα μιας ήττας που επί της ουσίας δεν έφερε τη δική του υπογραφή.
Μπορεί τη δολοφονία του Προέδρου στις 22 Νοεμβρίου 1963 να έχει καρπωθεί ο Λι Χάρβεϊ Όσβαλντ, όμως ο ίδιος δεν παραδέχτηκε ποτέ την ενοχή του. Μέχρι τη στιγμή της δολοφονίας του που έλαβε χώρα δυο μέρες αργότερα, υποστήριζε πως δεν ήταν εκείνος που σκότωσε τον Κένεντι.
Όπως αποδεικνύεται, δεν ήταν ο μόνος που έριχνε τις ευθύνες αλλού. Σύμφωνα με έρευνα του ABC News που πραγματοποιήθηκε το 2003, το 70% των Αμερικανών συνεχίζει να αποδίδει το θάνατο του Κένεντι σε ένα καλά οργανωμένο σχέδιο συνωμοσίας.
Ορισμένοι υποστήριξαν πως ο Πρόεδρος εκτελέστηκε από έναν δεύτερο «αφανή» σκοπευτή, δεν έλειψαν όμως κι εκείνοι που έκαναν λόγο για «πληρωμένο πράκτορα της CIA» που φρόντισε να τιμωρήσει τον Κένεντι για την αποτυχία του τόσο καλά οργανωμένου σχεδίου κατά της Κούβας.
Τι από αυτά ισχύει; Πιθανότατα κανείς ποτέ δε θα μάθει…