Το πείραμα που φανέρωσε το τέρας που κρύβουμε μέσα μας

Όλοι μας κρύβουμε ένα σαδιστικό κάθαρμά μέσα μας. Και, μάλιστα, όχι τόσο βαθιά όσο νομίζουμε

Στις 14 Αυγούστου του 1971 η καλοκαιριάτικη ησυχία στο Πάλο Άτο της Καλιφόρνια διαταράσσεται από τις σειρήνες περιπολικών που συλλαμβάνουν 9 νεαρά άτομα. Οι κατηγορίες είναι βαριές, μεταξύ αυτών και η ένοπλη ληστεία, γεγονός που αναγκάζει τους αστυνομικούς να βάλουν χειροπέδες στους επικίνδυνους κακοποιούς οι οποίοι οδηγούνται στη φυλακή. Εκεί τους αφήνουν εντελώς γυμνούς, τους ψεκάζουν, παίρνουν δαχτυλικά αποτυπώματα και τους αναγκάζουν να φορέσουν φόρμες αντίστοιχες με εκείνες που θα συναντούσε κανείς σε νοσοκομείο. Χωρίς εσώρουχα. Τους ξυρίζουν τα κεφάλια, και αντικαθιστούν τα ονόματά τους με έναν μοναδικό για τον καθένα αριθμό -που πλέον θα είναι το μόνο στοιχείο που υποδηλώνει ταυτότητα- και τους πετάνε στα κελιά.

Η μοίρα τους είχε σφραγιστεί λίγο καιρό νωρίτερα, όταν ο καθηγητής Φίλιπ Ζιμπάρντο με ένα απλό στρίψιμο του νομίσματος χώρισε τους φοιτητές που δέχτηκαν να λάβουν μέρος στην εργασία του σε «δεσμοφύλακες» και «κρατούμενους». Χωρίς κανένα άλλο κριτήριο. Ένα απλό «κορώνα-γράμματα» καθόρισε τα πάντα. Επρόκειτο για το περίφημο «Πείραμα του Στάνφορντ», το οποίο έλαβε χώρα σε εγκαταστάσεις του πανεπιστημίου κι έμεινε στην ιστορία για την φρικιαστική αλήθεια που αποκάλυψε σχετικά με την ανθρώπινη συμπεριφορά. Αν έπρεπε να περιγραφεί με λίγες λέξεις, θα ήταν περίπου αυτές: Όλοι μας κρύβουμε ένα σαδιστικό κάθαρμά μέσα μας. Και, μάλιστα, όχι τόσο βαθιά όσο νομίζουμε.

Το γεγονός

Περίπου 70 φοιτητές του πανεπιστημίου είχαν απαντήσει θετικά σε μια αγγελία που με αμοιβή 15 δολάρια την ημέρα ζητούσε εθελοντές για ένα ψυχολογικό πείραμα. Καλούτσικα λεφτά για μια δουλειά που υπολογιζόταν πως θα διαρκέσει μέχρι δύο εβδομάδες. Η εκτίμηση αποδείχτηκε ιδιαίτερα φιλόδοξη… Αφού υποβλήθηκαν σε σωματικά και ψυχολογικά τεστ που έδειξαν πως δεν υπήρχε προδιάθεση ψυχικής ασθένειας ή χρήσης ναρκωτικών και αλκοόλ, 24 φυσιολογικοί φοιτητές επιλέχθηκαν. Εννιά κανονικοί και 3 ρεζέρβες που θα παρίσταναν τους δεσμοφύλακες και άλλοι τόσοι που θα έπαιζαν το ρόλο των κρατούμενων.

Ο Ζιμπάρντο ήθελε να διερευνήσει τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς κάτω από παράξενες συνθήκες, όπως αυτές μιας φυλακής. Γι’ αυτό το λόγο προσάρμοσε έναν ειδικό χώρο της σχολής σε μικρογραφία σωφρονιστικού ιδρύματος. Με κελιά, απομόνωση, ντους, αυλή και –κυρίως- την αβάσταχτη καθημερινότητα μιας ζωής χωρίς ελευθερία, στην περίπτωση των φυλακισμένων. Αλλά και μιας ζωής με απόλυτα δικαιώματα πάνω στους άλλους, εφόσον η τύχη σε έστελνε στην πλευρά των δεσμοφυλάκων. Όλα αυτά βέβαια υπό συνεχή παρακολούθηση με κρυφές κάμερες και μικρόφωνα από τους επιστήμονες που ήλπιζαν να βγάλουν τα συμπεράσματά τους. Ο καθηγητής και οι συνεργάτες του θέλησαν να αποδείξουν την υπόθεση ότι η συμπεριφορά μπορεί να καθοριστεί από τις συνθήκες και να επηρεάσει ακόμη και ανθρώπους χωρίς έμφυτα χαρακτηριστικά που να προδικάζουν οτιδήποτε αποκλίνον.

Ούτε οι ίδιοι βέβαια ήταν προετοιμασμένοι για το σοκ που ακολούθησε. Αν και μια αντίστοιχη έρευνα, το «Πείραμα του Μίλγκραμ», μία δεκαετία νωρίτερα στο Γέιλ είχε καταστήσει σαφές πως δεν υπάρχουν σαφή όρια στο σκοτάδι που κρύβεται στις ψυχές των ανθρώπων.

Οι κρατούμενοι

Η κεντρική ιδέα πίσω από την αντιμετώπιση όσων θα έκαναν τους κρατούμενους ήταν να τους κάνουν να νιώσουν ακριβώς έτσι. Η απόλυτη προσομοίωση ήρθε μέσα από τις μειωτικές για την προσωπικότητα διαδικασίες του ξεγυμνώματος, της απώλειας στοιχείων που εκφράζουν την ατομικότητα. Ακόμη και των ονομάτων τους. Όπως, δηλαδή, συμβαίνει στις φυλακές. Παρά τη βεβαιότητα πως αυτό που ζούσαν δεν ήταν τίποτα παραπάνω από ένα θεατρικό, σύντομα ένιωσαν στο πετσί τους τις παρενέργειες ενός τόσο τοξικού περιβάλλοντος.

Ο εξευτελισμός ήταν το βασικό μέλημα και γι’ αυτό οι συνθήκες του πειράματος σε κάποιες περιπτώσεις (όπως οι ρόμπες χωρίς εσώρουχα ή οι αλυσίδες στα πόδια) ήταν ακραίες ή ακόμη και ασυνήθιστες, ακόμη και για μια φυλακή. Φαίνεται πως το όλο concept λειτούργησε εντονότερα από όσο θα πίστευε κανείς. Μετά την πρώτη μέρα που όλα κύλησαν σχεδόν ομαλά, οι κρατούμενοι που αντιδρούσαν με χαζοχαμόγελα στις εντολές των δεσμοφυλάκων, ένιωσαν την απόλυτη φόρτιση και πίεση της νέας κατάστασης που είχαν να αντιμετωπίσουν.

Οι δεσμοφύλακες

Χωρίς να το γνωρίζουν, εκείνοι που θα έπαιζαν το ρόλο των δεσμοφυλάκων ήταν τα πραγματικά πειραματόζωα. Ουσιαστικά –κι έχοντας ελάχιστες κατευθυντήριες γραμμές από τους επιστήμονες- έφτιαξαν μόνοι τους κανόνες της φυλακής τους. Όρισαν τρεις βάρδιες των τριών ατόμων ανά 8ωρο κι άρχισαν να λειτουργούν στο πλαίσιο των γκρίζων ζωνών των αρμοδιοτήτων τους. Δεν άργησαν να καταχραστούν την εξουσία που απόρρεε από ψεύτικες στολές και σήματα, αλλά απολύτως αληθινά κλομπ και γυαλιά Rayban, όπως ταιριάζει σε πραγματικά όργανα της τάξης.

Οι μόνες οδηγίες που τους δόθηκαν ήταν πως θα μπορούσαν να κάνουν οτιδήποτε εκτός από το να ασκήσουν σωματική βία στους κρατούμενους. Πολύ γρήγορα αντιλήφθηκαν πως η ψυχολογική καταπίεση έφερνε πολύ καλύτερα αποτελέσματα «σωφρονισμού», αλλά παράλληλα τους δημιουργούσε και την ικανοποίηση που βρίσκει μόνο ένας σαδιστής ο οποίος κακοποιεί συστηματικά συνανθρώπους του.

Η κατρακύλα

Μετά από μόλις μια μέρα οι κρατούμενοι στο κελί 1 αρνήθηκαν να συνεργαστούν και να βγουν στο προαύλιο. Ίσως να ξεκίνησαν την μικρή αναταραχή για πλάκα, όμως οι δεσμοφύλακες δεν το είδαν έτσι. Νιώθοντας πως απειλείται η εξουσία τους, ψέκασαν μεπυροσβεστήρες τους «στασιαστές» και κάλεσαν ενισχύσεις τους υπόλοιπους –εκτός βάρδιας- «συναδέλφους» τους. Με τη συμπλήρωση 36 ωρών «τρελάθηκε» ο κρατούμενος 8612, ο οποίος ξέσπασε την οργή του στους φύλακες. Πλέον η κατάσταση άρχισε να ξεφεύγει επικίνδυνα, χωρίς κανένας να αντιληφθεί την καταβαράθρωση που είχαν υποστεί οι αξίες και οι αρχές τους.

Ούτε οι ίδιοι οι επιστήμονες διέκριναν αν η βία προκαλούσε την ανυπακοή ή το αντίθετο. Η ξεκάθαρη διαπίστωση όμως ήταν ότι η συνύπαρξη αυτών των δύο δημιουργούσε εκρηκτικές καταστάσεις, που έφερναν ακόμη περισσότερη βία και ακόμη μεγαλύτερη ανυπακοή.

Μέσα σε ελάχιστες μέρες συνέβησαν περίπου όλα όσα θα περίμενε να συναντήσει κάποιος σε φυλακές υψίστης ασφαλείας. Κι ας επρόκειτο για ένα αθώο πείραμα με φοιτητές που πιθανότατα να είχαν συναντηθεί σε κάποιο αμφιθέατρο. Για κανονικούς νεαρούς, αυριανούς επιστήμονες, μορφωμένους και με πανεπιστημιακή εκπαίδευση. Καταγράφηκε απεργία πείνας από τον κρατούμενο 416, ο οποίος μάλιστα παραπονέθηκε για κακομεταχείριση από τους ίδιους τους συγκρατούμενούς του. Κατέληξε στο δωμάτιο της απομόνωσης

Τα αντίποινα στους υπόλοιπους δοκίμασαν την εφευρετικότητα των δεσμοφυλάκων που άρχισαν να απαγορεύουν την τουαλέτα, τον προαυλισμό, τα στρώματα ύπνου. Σε τουλάχιστον μία περίπτωση τρόφιμος υποχρεώθηκε να κοιμηθεί γυμνός στο πάτωμα.

Η εικονική πραγματικότητα

Ήταν πλέον ολοφάνερο πως στο χώρο του πειράματος είχε στηθεί μια εικονική πραγματικότητα την οποία ουδείς αμφισβητούσε. Όλοι έπαιζαν τον ρόλο τους σαν να τους τον είχε υπαγορεύσει κάποιος ή σαν ήταν όντως κακοποιός ή όργανο της τάξης. Μια ταύτιση χωρίς λογική, με τους επιστήμονες να μένουν απλοί παρατηρητές και ακόμη και τους γονείς των «τροφίμων» να συναινούν! Η προσημείωση των συνθηκών κράτησης ήταν τέτοια που είχε προβλεφθεί ημέρα επισκεπτηρίου. Οι κρατούμενοι πλύθηκαν, ξυρίστηκαν, περιποιήθηκαν και στη συνέχεια μίλησαν με τους δικούς τους ανθρώπους.

Περιέργως οι οικογένειες δεν διατύπωσαν ιδιαίτερες ενστάσεις για τις συνθήκες και την πορεία του πειράματος. Όλα έμοιαζαν να κυλούν σε αρμονία με το πλαίσιο που οριοθετούσε τη συμπεριφορά όλων. Σαν να ήταν μια κανονική φυλακή, ένας γονιός έφτασε στο σημείο να βάλει δικηγόρο να διαπραγματευτεί την αποφυλάκιση ενός κρατουμένου με εγγύηση. Παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως όλο αυτό ήταν απλά θέατρο. Στις επόμενες ελάχιστες μέρες η κλιμάκωση ήταν αδιανόητη. Εξέγερση των κρατουμένων, σκληρά αντίποινα με καψώνια από τους φύλακες, μέχρι και αποφυλάκιση ενός για λόγους υγείας!

Το τελευταίο γεγονός οδήγησε σε νέο κύκλο παράνοιας. Άγνωστο πώς, υπήρξε η φήμη πως θα επέστρεφε το επόμενο βράδυ με φίλους του προκειμένου να βοηθήσει τους υπόλοιπους να αποδράσουν… Ήταν φανερό πια πως η κατάσταση είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο, κάτι που ενισχύεται από το ότι ο ίδιος ο Ζιμπάρντο επισκέφθηκε το αστυνομικό τμήμα της περιοχής αιτούμενος να μεταφερθούν στα κρατητήρια οι φοιτητές του για να μην αποδράσουν. Φυσικά το αίτημά του απορρίφθηκε.

Το άβολο συμπέρασμα και οι ενστάσεις της επιστημονικής κοινότητας

Από τους δεκάδες εσωτερικούς και εξωτερικούς παρατηρητές του πειράματος μόνο ένας αντιλήφθηκε ότι είχε καταστρατηγηθεί κάθε έννοια ηθικής και πως ίσως κάτι ακόμη χειρότερο θα μπορούσε να συμβεί εάν συνεχιζόταν. Η Κριστίνα Μάσλαχ, τότε υποψήφια διδάκτωρ και αργότερα σύζυγος του Ζιμπάρντο, ήταν η μόνη που διέκρινε ξεκάθαρα τους κινδύνους. Υπό τις πιέσεις και τις παραινέσεις της το πείραμα τερματίστηκε την 6η μέρα και τα αποτελέσματά του συζητούνται ακόμη και σήμερα.

Η επιστημονική κοινότητα υποδέχθηκε με σκεπτικισμό τα ευρήματα της ομάδας του πανεπιστημίου του Στάνφορντ. Ορισμένοι υποστήριξαν ότι το δείγμα των 24 ατόμων δεν ήταν σταθμισμένο σωστά ούτε αρκετά μεγάλο για να οδηγήσει σε ασφαλή συμπεράσματα. Άλλοι πρόσθεσαν στον γενικότερο προβληματισμό το γεγονός ότι ο φορέας του πειράματος δεν είχε τηρήσει αντικειμενική στάση, κλίνοντας υπέρ των σωφρονιστικών υπαλλήλων. Επιπλέον κατηγορήθηκε πως ουσιαστικά τους οδήγησε στο να επιδείξουν σαδιστική συμπεριφορά. «Κάναμε αυτό που περίμεναν από εμάς», δικαιολογήθηκε αργότερα ένας από αυτούς. Αρκετοί ψυχολόγοι συμφώνησαν. Γι’ αυτούς δεν ήταν οι συνθήκες της φυλακής εκείνες που έκαναν τους ανθρώπους να βγάλουν στην επιφάνεια τις χειρότερες εκδοχές του εαυτού τους, αλλά το πείσμα του καθηγητή να διαμορφώσει τέτοιες προϋποθέσεις που θα οδηγούσαν με μαθηματική ακρίβεια στο αποτέλεσμα που εκ προοιμίου φανταζόταν.

Κατακλείδα

Το πείραμα τερματίστηκε στις 20 Αυγούστου 1971, μετά από ένα πολύωρο ομαδικό group therapy, που ήταν το λιγότερο που θα μπορούσαν να έχουν οι συμμετέχοντες σε αυτό. Την επόμενη μέρα εκεί κοντά, στις φυλακές Σαν Κουέντιν, σημειώθηκε απόπειρα ομαδικής απόδρασης η οποία πνίγηκε στο αίμα. Πριν περάσει ένας μήνας στην Άττικα η Αμερική γνώρισε τη μεγαλύτερη εξέγερση κρατουμένων στην ιστορία της. Όταν αυτή έληξε με την παρέμβαση της Εθνικής Φρουράς, οι ΗΠΑ μέτρησαν 43 νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες. Το ερώτημα που έθεσε άκομψα και ενδεχομένως αντιεπιστημονικά η ερευνητική ομάδα του Στάνφορντ έψαχνε και ψάχνει ακόμα την απάντησή του. Σε ποιο βαθμό οι ίδιες οι κοινωνίες με τους νόμους και τους κανόνες τους ευθύνονται για συμπεριφορές που υποβιβάζουν τον άνθρωπο στο επίπεδο των μακρινών προγόνων του;

Μήπως αυτή είναι μια βολική λύση για να αποποιούμαστε τις ευθύνες μας ή όντως έχουμε φτιάξει έναν κόσμο τόσο απαίσιο που μας ωθεί στο να αποκαλύπτουμε, όταν δοθεί η ευκαιρία, ό,τι χειρότερο κρύβουμε μέσα μας;

Με πληροφορίες και φωτογραφίες από www.prisonexp.org