Στις 22 Νοεμβρίου του 1963 η Αμερική και η παγκόσμια κοινότητα γίνονταν μάρτυρες της πιο σοκαριστικής στιγμής στην Ιστορία του δυτικού πολιτισμού σε επίπεδο πολιτικών προσώπων. Ο Τζον Κένεντι θα δολοφονούνταν και οι ΗΠΑ θα γέμιζαν από φόβο. Εκείνη η μέρα λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός της απήχησης του JFK στο αμερικανικό γίγνεσθαι. 6 χρόνια μετά το επώνυμο της οικογένειας θα μπλεκόταν σε μια υπόθεση που θα του προκαλούσε ένα τεράστιο πλήγμα. Ο ένοχος γι΄αυτό θα ήταν ο Έντουαρντ Κένεντι, κατά κόσμον Τεντ, ο οποίος εποφθαλμιούσε τη θέση του Προέδρου των ΗΠΑ. Το μοιραίο συμβάν στο Chappaquiddick θα έσβηνε τις μεγάλες πιθανότητες του.
Σε μια δεκαετία που το όνομα Κένεντι σήμαινε αξιοπιστία και αποτελούσε ένα ευαγγέλιο για τον αμερικανικό λαό, ο Τεντ θα φρόντιζε να το κηλιδώσει σε ανεπανόρθωτο βαθμό. Ήταν το βράδυ που οδηγούσε μαζί με την Μέρι Κοπέτσνι προς το Edgartown για να πάρει το φέρι και να πάει στο ξενοδοχείο της. Στην λίμνη Poucha το αυτοκίνητο εκτροχιάστηκε, βυθίστηκε και στο τέλος ο Τεντ ήταν ζωντανός, ενώ η Μέρι βρισκόταν νεκρή για 9 ώρες μέχρι να βρουν το πτώμα της το επόμενο πρωί.
Αυτό που έμεινε στην ιστορία ως Chappaquiddick Incident αποτέλεσε το κύκνειο άσμα του ονόματος Κένεντι στην πολιτική. Τα όσα έγιναν τότε είναι ακόμα θολά και σε αυτά τα 50 χρόνια πολλές θεωρίες έχουν κυκλοφορήσει. Όλες κατέληγαν στην ατιμωρησία προς τον Τεντ, έναν γόνο των Κένεντι.
Αυτό το πέπλο μυστηρίου επιχειρεί να ξεδιαλύνει κάπως η νέα ταινία που κυκλοφορεί στις ΗΠΑ, με σαφή σκοπό να απευθυνθεί στη συλλογική μνήμη της αμερικανικής κοινωνίας. Πατώντας πάνω στο στάτους του σήμερα, με όλα τα κινήματα #MeToo και #Time’sUp, με την έννοια της διαφάνειας να είναι η ύψιστη αξία τούτη τη στιγμή, ο σκηνοθέτης Τζον Κέραν και οι σεναριογράφοι Τέιλορ Άλεν και Άντριου Λόγκαν θέλουν να προσφέρουν την ευκαιρία για αλήθεια. Να δείξουν ότι η αλήθεια δεν έχει συντηρητική ή φιλελεύθερη καταγωγή. Δεν είναι ίδιον Ρεπουμπλικάνων ή Δημοκρατικών.
Πολύ περισσότερο φέρνει και πάλι στο προσκήνιο τα σημεία που διαχωρίζονται δύο τεράστιες αξίες. Η δικαιοσύνη και η ηθική. Πώς τεκμηριώνεται η μία και πώς η άλλη. Η πρώτη είναι άκρως λογική και κοιτάζει μόνο ατράνταχτα δεδομένα. Όχι εικοτολογία και φήμες. Η δεύτερη είναι πιο συναισθηματική και αφήνεται πιο εύκολα στο θυμικό.
Το γεγονός όμως ότι χρειάστηκε να περάσουν 49 χρόνια από το συμβάν δείχνει πολλά. Ιδίως αν σκεφτούμε τα όσα λένε οι δημιουργοί για τις πιέσεις που ασκήθηκαν από συμμάχους του Κένεντι, ώστε να μην γίνει η ταινία. Έχοντας πλέον περάσει 10 χρόνια από τον θάνατο του Τεντ, ίσως η Ιστορία μπορεί να ειπωθεί ξανά με λιγότερες ενοχές και φόβο.
Το χρονικό του Chappaquiddick
Το καλοκαίρι του 1969 ο Τεντ Κένεντι και το επιτελείο του βρίσκονταν εκεί στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας για το προεδρικό χρίσμα. Η Μέρι Τζο Κοπέτσνι ήταν 28 χρονών και σημαντικό γρανάζι στην ομάδα του. Το βράδυ της 18ης Ιουλίου, δύο βράδια μετά την προσελήνωση του Apollo 11, ο Τεντ και η Μέρι έφευγαν μαζί από μια δεξίωση στο νησί Chappaquiddick, την οποία διοργάνωσαν αυτός και ο ξάδερφος του Τζο Γκάργκαν για να τιμήσουν 6 γυναίκες που είχαν εργαστεί στην καμπάνια του Μπομπ Κένεντι.
Ο Τεντ και η Μέρι έφυγαν από κει νωρίτερα για να πάνε στα ξενοδοχεία τους.Δεν έμεναν στο ίδιο, αλλά πήγαιναν προς την ίδια κατεύθυνση. Τουλάχιστον αυτό είχε υποστηρίξει αργότερα ο Τεντ. Εννοείται πως η κοινή τους αποχώρηση είχε ενδυναμώσει μια σπέκουλα γύρω από τη σχέση τους, η οποία δεν έμενε στα απολύτως επαγγελματικά.
Σύμφωνα με τον Τεντ, εκείνο το βράδυ στο Chappaquiddick μόλις είχε έρθει το φαγητό και όλοι οι συνδαιτυμόνες είχαν κάτσει στο τραπέζι. Η Μέρι όμως δεν αισθανόταν καλά. Τότε εκείνος προσφέρθηκε να την πάει στο ξενοδοχείο, διακόπτοντας αυτό που συνέβαινε συνήθως. Να τον μεταφέρει δηλαδή πάντα ο σοφέρ του, ο κύριος Κρίμινς. Αυτή η κίνηση είναι που ανακίνησε τις ερωτικές προθέσεις του προς την Μέρι. Προθέσεις που είτε προϋπήρχαν της βραδιάς κι από τους δύο είτε ο Τεντ ήθελε να βρει την ευκαιρία να τις εκφράσει.
Κάπου στην γέφυρα Dike είναι που ο Τεντ έχασε τον έλεγχο του οχήματος. Πρώτα πήρε λάθος στροφή γιατί νόμιζε ότι ήταν από κει η σωστή κατεύθυνση και μετά βρέθηκε σε ένα δρόμο δίχως φώτα και σήματα. Το αμάξι ντελαπάρισε και βρέθηκε να βυθίζεται στη λίμνη Poucha πριν καν καταλάβουν οι δυο τους τι συνέβαινε.
Με το όχημα αναποδογυρισμένο στον βυθό της λίμνης, ο Τεντ προσπαθούσε να ανοίξει την πόρτα και να βγει στην επιφάνεια. Για την Μέρι κανείς δεν έμαθε αν το επιχείρησε ή αν έχασε τις αισθήσεις της. Χωρίς να υπάρχει μνήμη για το πως τα κατάφερε, ο 37χρονος πολιτικός μπόρεσε να αναδυθεί και να πατήσει στεριά.
Από αυτό το σημείο κι έπειτα υπάρχουν διφορούμενες περιγραφές. Ο Κένεντι λέει ότι βούτηξε ξανά και ξανά για να την βρει και να την βοηθήσει. Άλλοι λένε ότι δεν προσπάθησε καν κάτι τέτοιο. Αφού προσέγγισε τον ξάδερφο του Τζόζεφ Γκάργκαν και τον φίλο του Πολ Μάρκαμ, ξαναγύρισαν και οι 3 στον τόπο του μοιραίου και προσπάθησαν από κοινού. Εις μάτην και πάλι.
Μετά από τέτοιο σοκ κανείς δεν θα μπορούσε να λειτουργήσει λογικά. Σίγουρα. Αλλά το πιο πιθανό είναι ότι όλοι θα ζητούσαν βοήθεια από κάποιον. Είτε θα φώναζαν μπας και τους ακούσει κάποιος περαστικός είτε θα αναζητούσαν τηλέφωνο για να καλέσουν βοήθεια. Ο Τεντ δεν έκανε τίποτε απ΄αυτά και γύρισε μαζί με τους άλλους δύο στο ξενοδοχείο του.
«Περπάτησα πέρα δώθε και πέρασαν πολλές ώρες μέχρι να καταλάβω τι είχε συμβεί. Τότε κάλεσα αμέσως την αστυνομία»
Πέρασαν 9 ολόκληρες ώρες για να ενημερωθεί η πυροσβεστική και να την ανασύρει νεκρή ο αρχηγός Τζον Φάραρ. Ένας πολύ έμπειρος άνθρωπος που υποστήριξε ότι η Κοπέτσνι δεν πέθανε κατευθείαν, αλλά ήταν ζωντανή για μερικές ώρες μετά το δυστύχημα και μάλιστα επιχείρησε να απεγκλωβιστεί.
«Ήταν μετά από 3 ή 4 ώρες που πέθανε από ασφυξία. Θα μπορούσα να την είχα βγάλει από το νερό 25 λεπτά μετά το δυστύχημα αν μου είχαν τηλεφωνήσει. Κάτι που δεν έγινε» θα δήλωνε αργότερα ο Φάραρ.
Κάτι τέτοιο σαφώς δεν ήταν δυνατό να επιβεβαιωθεί οπότε το Ανώτατο Δικαστήριο της Μασαχουσέτης δεν το συμπεριέλαβε στο σκεπτικό της απόφασης και πήρε ως δεδομένο ότι η Κοπέτσνι πέθανε σχεδόν άμεσα. Γι΄αυτό κιόλας ο ιατροδικαστής δεν έκανε αυτοψία στο άψυχο σώμα της, αλλά το παρέδωσε στην οικογένεια. Και μετά από χρόνια που ζητήθηκε να ανοίξει και πάλι ο φάκελος, η οικογένεια αρνήθηκε. Όλα αυτά ήταν φυσικό να γεννήσουν πολλές θεωρίες συνωμοσίας.
Πρώτη απ΄όλες είναι η προφανής. Ο Τεντ Κένεντι ήταν υπό την επήρεια αλκοόλ και έχασε τον έλεγχο. Η δεύτερη ότι προέταξε το πολιτικό του μέλλον και ζήτησε από τον Γκάργκαν να πάρει την ευθύνη. Η τρίτη ότι οι δυο τους δεν ήταν μόνοι στο όχημα. Τίποτα δεν επιβεβαιώθηκε μέχρι και σήμερα.
Τόσες ώρες μετά η αστυνομία δε θα μπορούσε να βρει κάτι το μεμπτό στο αίμα του Κένεντι και να του προσάψει βαριές κατηγορίες. Το αποτέλεσμα σε όλο αυτό ήταν ο Τεντ να τιμωρηθεί με δύο μήνες φυλάκιση με αναστολή με την κατηγορία ότι εγκατέλειψε τόπο δυστυχήματος και άργησε να ενημερώσει. Μια τέτοια ποινή μπορεί να ήταν λογική βάσει των αποδείξεων, αλλά δεν αρκούσε βάσει της αίσθησης που είχε η κοινή γνώμη. Όλοι θεώρησαν ότι ο μικρότερος Κένεντι την σκαπούλαρε για το Chappaquiddick Incident.
Την σκαπούλαρε μόνο σε ποινικό επίπεδο. Γιατί πολιτικά έχασε πολλά και προκάλεσε ισχυρό πλήγμα στο βαρύ όνομα του. Το 1969 όλοι πίστευαν ότι θα γινόταν Πρόεδρος της χώρας. Ότι ένας άλλος Κένεντι θα ερχόταν να κάνει ξανά τα πράγματα καλύτερα για τις ΗΠΑ. Όσα έγιναν στο Chappaquiddick περιόρισαν τον Τεντ σε θέση απλού Γερουσιαστή μέχρι το 2009, όταν και πέθανε από καρκίνο στον εγκέφαλο.
Στην βιογραφία του που κυκλοφόρησε, ο ίδιος έλεγε «Πήρα τρομερά λάθος αποφάσεις. Αυτό που έγινε ήταν αδικαιολόγητο. Κι αν βλέπω τα όσα πέρασα ως βαρύ φορτίο, δεν συγκρίνεται με τίποτα με τον πόνο της οικογένειας της Μέρι. Δεν της άξιζε να συνδεθεί η μνήμη της μαζί μου με αυτόν τον τρόπο. Της άξιζε κάτι καλύτερο».
Κάτι που όντως ισχύει. Μέχρι πριν λίγα χρόνια η κοινή γνώμη την θεωρούσε απλώς την ξανθιά κοπέλα που ξελόγιασε τον Τεντ. Δεν της αναγνώριζε ότι ήταν ο ιθύνων νους της εκστρατείας και ένα λαμπρό μυαλό στον τομέα της.
Αυτή την ηθική αξίωση θέλει να φέρει η ταινία Chappaquiddick, με πρωταγωνιστές την Kate Mara και τον Jason Clarke. Να αφαιρέσουν οποιοδήποτε υπόλειμμα συμπάθειας προς τον Κένεντι και να δώσουν στην Κοπέτσνι – έστω και καθυστερημένα – την υστεροφημία που της πρέπει.