Τον Μάιο του 2002 η ψυχολόγος των φυλακών Κορυδαλλού, Όλγα Ατζαμόγλου φεύγει από τις φυλακές Κορυδαλλού συνοδευόμενη από έναν γιατρό ο οποίος σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ήταν υπεύθυνος για το πρόγραμμα απεξάρτησης.
Η πύλη κλείνει πίσω τους και μόνο κατά τη βραδινή καταμέτρηση γίνεται αντιληπτό πως λείπει ένας κρατούμενος. Και μάλιστα όχι κάποιος τυχαίος, αλλά ο επαγγελματίας δολοφόνος Πίτερ Σέντομ που εξέτισε ποινή ισόβιας κάθειρξης. Τα πρώτα στοιχεία δείχνουν ότι η -τότε- 45χρονη επιστήμονας (σε διάσταση με τον σύζυγό της και μητέρα δύο παιδιών) συνεργάστηκε μαζί του θαμπωμένη από τη γοητεία του.
Άλλοι θα υποστηρίξουν ότι η γυναίκα απειλήθηκε από τον κακοποιό. Όποια κι αν ήταν η αλήθεια, την πήραν στους τάφους τους οι πρωταγωνιστές καθώς βρέθηκαν νεκροί αργότερα.
Ποιος ήταν ο Πίτερ Σέντομ
Ο Πίτερ Σέντομ βρέθηκε στην Ελλάδα στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και δεν άργησε να αποκατασταθεί… επαγγελματικά. Συνέδεσε το όνομά του με την διαβόητη οικογένεια Γρηγοράκου, εκτελώντας (μεταφορικά και κυριολεκτικά) για λογαριασμό της, ενώ ενεπλάκη και σε διακίνηση ναρκωτικών.
Στην πορεία, όμως, στράφηκε εναντίον των πρώην συνεργατών του δίνοντας στοιχεία και λεπτομέρειες για τη δράση τους. Κατηγορήθηκε –μεταξύ άλλων- για τη δολοφονία της Στεφανίας Σαρδή (κατ’ εντολή των «εργοδοτών» του) και κατά τη διάρκεια της δίκης αιφνιδιάζει τους πάντες αφού ομολογεί την ενοχή του.
Καταδικάζεται σε ισόβια, αλλά δείχνει πολύ ικανοποιημένος από αυτή την εξέλιξη. Όπως προκύπτει, αυτή η κάθειρξη του εξασφαλίζει τη μη έκδοσή του στις ΗΠΑ (εκκρεμούσε σε βάρος του διεθνές ένταλμα σύλληψης) όπου κατηγορείται για 7 δολοφονίες και κινδυνεύει με τη θανατική ποινή. Μεταφέρεται στις φυλακές Κορυδαλλού και από εκείνο το σημείο και μετά σχεδιάζει την απόδρασή του, συνεχίζοντας παράλληλα την παραβατική συμπεριφορά του πίσω από τα κάγκελα.
Η σχέση του με την ψυχολόγο των φυλακών
Ο 30άρης κακοποιός δεν αργεί να αναπτύξει μια ιδιαίτερη σχέση με την ψυχολόγο των φυλακών, Όλγα Ατζαμόγλου. Οι δυο τους βρίσκονται συχνά μαζί στο γραφείο της και οι «κακές γλώσσες» δεν αργούν να μιλήσουν για ερωτισμό, αν όχι ερωτική σχέση. Σε κάθε περίπτωση, η συγκεκριμένη κατάσταση του δίνει την ευκαιρία να αξιολογήσει καλύτερα περισσότερες διαθέσιμες επιλογές για το μόνο πράγμα που έχει στο μυαλό του: Την απόδραση.
Η Ατζαμόγλου εκείνη την περίοδο είναι κοντά στα 45 και έχει δύο παιδιά από γάμο που όμως βρισκόταν προς το τέλος του. Ήταν σε διάσταση με τον σύζυγό της και μοιάζει αρκετά πιθανό σενάριο το να ήρθε πιο κοντά του από όσο ορίζει η επαγγελματική και επιστημονική δεοντολογία.
Το χρονικό της απόδρασης
Τη μέρα της απόδρασης είχε καλέσει αρκετές φορές τους φύλακες της πύλης ζητώντας να ενημερωθεί για το αν είχε φτάσει στον Κορυδαλλό ένας γιατρός που υποτίθεται περίμενε. Σύμφωνα με τα λεγόμενά της, ήταν υπεύθυνος για ένα από τα προγράμματα απεξάρτησης που έτρεχαν εκείνη την περίοδο. Περίπου στις 16:30 το απόγευμα πέρασε από 4 διαφορετικούς ελέγχους μέχρι την έξοδο. Σε όλους έδειξε μόνο εκείνη ταυτότητα, ενώ ο συνοδός της (ο… γιατρός) δεν χρειάστηκε να κάνει το ίδιο. Μοιάζει απίστευτο, μα είναι αληθινό. Οι φύλακες δέχτηκαν χωρίς πολλά-πολλά πως έλεγε την αλήθεια και τους άφησαν να περάσουν.
Μετά την καταμέτρηση των κρατουμένων το βράδυ διαπιστώθηκε πως έλειπε ένας. Ήταν ο Πίτερ Σέντομ και αμέσως οι υποψίες άγγιξαν την ψυχολόγο. Στο γραφείο της βρέθηκαν τα ρούχα του. Ταυτόχρονα η ίδια τον είχε εφοδιάσει με κοστούμι, περούκα και γυαλιά μυωπίας που του έδιναν μια πιο πειστική εμφάνιση.
Ακόμη κι έτσι, η συμπεριφορά των δεσμοφυλάκων ήταν αδικαιολόγητη. Άποψη που συμμεριζόταν και ο υπουργός Δικαιοσύνης, Φίλιππος Πετσάλνικος, ο οποίος καθαίρεσε ή έθεσε σε διαθεσιμότητα όσους θεωρούνταν πως είχαν οποιαδήποτε συμμετοχή λόγω πλημμελούς εκτέλεσης των καθηκόντων τους. Παράλληλα στήθηκε ανθρωποκυνηγητό για τον εντοπισμό του επικίνδυνου κακοποιού και της φερόμενης ως συνεργού του.
Η επιστολή της ψυχολόγου
Οι έρευνες δεν απέδωσαν καρπούς και η υπόθεση αρχίζει να μην απασχολεί την επικαιρότητα μέχρι τη μέρα που η Ατζαμόγλου προσπαθεί να δώσει εξηγήσεις για τις πράξεις της. Με επιστολή της, περίπου ένα χρόνο μετά την απόδραση, απευθύνεται στα δύο παιδιά της. Σε αυτήν υπάρχουν ξεκάθαρες ενδείξεις για ανάπτυξη ερωτικής σχέσης μεταξύ της ίδιας και του βαρυποινίτη. Ωστόσο, αρκετοί στο αστυνομικό σώμα εκτιμούν πως το κείμενο υπαγορεύθηκε από τον Σέντομ και ότι η ψυχολόγος εξαναγκάστηκε με τη βία να το υπογράψει. Μάλιστα, σε κάποιο σημείο του γράμματος αναφέρει πως σύντομα θα ερχόταν το τέλος που θα την δικαίωνε για τις επιλογές της.
Η υπόθεση έμοιαζε πολύ μπλεγμένη και ομιχλώδης, με την κοινή γνώμη να χωρίζεται στα δύο τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στη δική της συμμετοχή και στο κατά πόσο όσα είχαν συμβεί είχαν γίνει υπό καθεστώς απειλών και εκβιασμών ή με την πλήρη συγκατάθεσή της.
Δυο πτώματα αναζητούν «δολοφόνο»
Όποια κι αν ήταν η αλήθεια, οι δυο τους την πήραν μαζί τους. Ενώ στην Ελλάδα βρισκόταν σε εξέλιξη η δίκη των υπαλλήλων που έχασαν τον Σέντομ κατά τη διάρκεια της βάρδιας τους, στην Κολομβία παιζόταν μια από τις τελευταίες πράξεις του δράματος. Σε δωμάτιο ξενοδοχείου βρέθηκε νεκρή η Ελληνίδα ψυχολόγος. Σύμφωνα με το υπόμνημα των Κολομβιανών διπλωματών, είχε καταλύσει με έναν άνδρα αγνώστων στοιχείων και μετά την αποχώρησή του ανακαλύφθηκε η σορός της. Φυσικά οι υποψίες έπεσαν πάνω στον Σέντομ που θεωρήθηκε υπεύθυνος για το θάνατό της, όπως άλλωστε συνέβαινε και σε πολλές άλλες περιπτώσεις εντός κι εκτός φυλακών.
Σχεδόν δύο χρόνια μετά, το 2008, το ίδιο θα συμβεί και με τον Αμερικανό κακοποιό. Το μόνο που αλλάζει είναι η χώρα της Λατινικής Αμερικής. Το πτώμα του βρίσκεται σε δωμάτιο ξενοδοχείου στη Βενεζουέλα. Η ιατροδικαστική έκθεση κάνει λόγο για θάνατο που προήλθε από χρήση ναρκωτικών.
Μια συνήθεια που ο Σέντομ είχε αποκτήσει από την πρώιμη εφηβεία του. Πολύ πριν γνωριστεί με την οικογένεια Γρηγοράκου. Πολύ πριν γίνει εκτελεστής και βαποράκι της. Πολύ πριν στραφεί εναντίον της. Και πολύ πριν καταστρέψει τη ζωή της όμορφης ψυχολόγου. Είτε αυτό συνέβη με τη θέλησή της είτε όχι.