Ο βαρόνος της Βαρκελώνης: Ο γκάνγκστερ που προσελήφθη για να καθαρίζει τις «βρωμιές» των παικτών της Μπάρτσα

Ο Ντάνι Ελ Ρόχο άλλαξε ζωή αλλά το παρελθόν του θα τον κυνηγά για πάντα…

Αν σου ζητούσαν να τον περιγράψεις με δυο λέξεις, θα τον αποκαλούσες «μαφία» και… «εκατομμυριούχο».

Θα χρησιμοποιούσες, δηλαδή, σχεδόν ασυναίσθητα τις δυο λέξεις που συνόδευσαν τον διαβόητο Ντάνι Ελ Ρόχο τα περισσότερα χρόνια της ζωής του.

Ο «El Millonario» -όπως πολλοί μέχρι σήμερα τον αποκαλούν- δεν είναι μια απλή περίπτωση ανθρώπου της νύχτας που άλλαξε ζωή. Πρόκειται για έναν δαιμόνιο ληστή που κατέληξε να γίνει εξπέρ στο είδος μόνο και μόνο για να καλύψει την μανιώδη ανάγκη του να γεύεται συνεχώς τη μεγάλη του αγάπη: Την κοκαΐνη.

Όλα ξεκίνησαν πριν καν ο Ντάνι κλείσει τα 14 του χρόνια. Οι μικροκλοπές στις γειτονιές της Βαρκελώνης είχαν γίνει καθημερινότητα για εκείνον, με τα σούπερ μάρκετ, τα φαρμακεία και τα μπαρ της περιοχής του να τον τρέμουν. Η «καριέρα» του είχε αρχίσει νωρίς, κανείς, όμως, δεν περίμενε να απογειωθεί με τον πιο «βρώμικο» τρόπο.

Οι ληστείες τοπικών μαγαζιών έπαψαν να τον ικανοποιούν αφού τα κέρδη δεν μπορούσαν πια να του εξασφαλίσουν την ποσότητα των ναρκωτικών ουσιών που επιθυμούσε. Τι έμενε; Σίγουρα όχι μια δουλειά ενός μέσου Καταλανού. Πώς να περάσει με ένα ταπεινό μισθό; Ο Ντάνι ήταν για «μεγάλη» ζωή και το γνώριζε.

Έτσι μία ήταν η λύση: Οι τράπεζες!

Σε ολόκληρη την εγκληματική του καριέρα διάρκειας 2,5 περίπου δεκαετιών, ο Ελ Ρόχο παραδέχεται πως λήστεψε πάνω από 500 (!) τράπεζες στο σύνολό τους, με τη λεία του να ξεπερνά τα 65 εκατομμύρια δολάρια.

Ζούσε τη ζωή που πάντα ήθελε. Μέχρι τα 35 του –όταν συνελήφθη για τελευταία φορά- είχε ζήσει και αποκτήσει τα πάντα: Ναρκωτικά, ελεύθερο σεξ, πολλά εκατομμύρια και υλικά αγαθά που τον καθιστούσαν ένα σκληρό «αυτοδημιούργητο» αρσενικό που θα έκανε τα πάντα για να αποκτήσει όσα (ακόμα) επιθυμούσε.

«Από τα 15 μου χρόνια κόλλησα στα ναρκωτικά. Έτσι ξεκίνησαν όλα. Στα 16 μου, ύστερα από έναν μεγάλο τσακωμό ο πατέρας μου σηκώθηκε και έφυγε. Εγώ από αντίδραση πήρα τη μηχανή και πήγα σε ένα μίνι μάρκετ. Ο χαρακτηριστικός ήχος του ταμείου έμεινε να ηχεί στα αυτιά μου. Ήταν η πρώτη μου ληστεία», θα δήλωνε μερικά χρόνια αργότερα στο αμερικανικό περιοδικό για τους Λατίνους «Hombre». Στα μάτια του ήταν κι αυτό ένας τρόπος να χτυπήσει το σύστημα που τόσο απεχθανόταν.

Ο μεγάλος του εθισμός ήταν αναμφίβολα η κόκα. Η αδυναμία του, όμως, ήταν οι πόρνες. Συνήθιζε να κάνει σεξ με δεκάδες γυναίκες, χωρίς καν να προφυλάξει τον εαυτό του. Τις χρησιμοποιούσε, όπως άλλωστε έκαναν κι εκείνες.

Η σαρκική επαφή μαζί τους ήταν η μεγαλύτερή του απόλαυση μετά τα απαραίτητα γραμμάρια άσπρης σκόνης η οποία κατείχε εξέχουσα θέση στις τσέπες και τα συρτάρια του. Η φτώχεια είχε δώσει τη θέση της στη χλιδή με τα ακριβά ρούχα, τα υπερπολυτελή αυτοκίνητα και τα Rolex να μη λείπουν ποτέ από το χέρι του.

Παρόλα αυτά, δήλωνε ηθικό στοιχείο. Είπε «όχι» στο εμπόριο ναρκωτικών και στο trafficking, ενώ ουδέποτε έβγαλε όπλο σε τραπεζικό υπάλληλο ή πελάτες, παρά το γεγονός πως στις ληστείες του ήταν πάντα αποτελεσματικός. «Μόνο σε αστυνομικούς ή διευθυντές κι αυτό για άμυνα», όπως λέει. Τα 120 κιλά του και τα 195 cm που μετρούσε σε ύψος, ήταν καλοί του σύμμαχοι στην εγκληματική του δράση.

«Έχω ληστέψει τέσσερις τράπεζες σε μια μέρα. Κάποια στιγμή κατάφερα να κλέψω από μία τράπεζα 158 εκατομμύρια πεσέτες. Όλα μπήκαν στις φλέβες μου», έχει παραδεχτεί. Μιλάμε για ένα εξωπραγματικό ποσό που σε σημερινά χρήματα ανέρχεται στο ένα εκατομμύριο ευρώ…

Στα 19 του χρόνια των υποδέχτηκαν για πρώτη φορά οι φυλακές. Στα 37 του, τις αποχαιρέτησε για πάντα, έχοντας περάσει συνολικά 14 χρόνια από την πολυτάραχη ζωή του πίσω από τα κάγκελα. Το 1999 ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του. Αποφυλακίζεται και ξεκινά μια ζωή σαν νόμιμος πολίτης. Μια ζωή ακόμα και χωρίς ναρκωτικά. Δεν του είχαν μείνει, βλέπετε, πολλές επιλογές…

«Μου είχαν απομείνει μόνο δύο νευρώνες στον εγκέφαλο να λειτουργούν κανονικά. Αυτοί ήταν που -ευτυχώς- μου είπαν πως δεν μπορώ να συνεχίσω να πίνω 20 γραμμάρια κόκα τη μέρα. Έκοψα τελείως», είπε για την σχεδόν εξαναγκαστική απεξάρτησή του.

Ωστόσο, είχε ακόμα ένα πρόβλημα να αντιμετωπίσει. Ο έκλυτος βίος του όλα αυτά τα χρόνια που θύμιζε τη ζωή ροκ σταρ των ‘80s, τον έφερε αντιμέτωπο με τη σκληρή πραγματικότητα του AIDS. Έμαθε πως είναι φορέας κατά τη διάρκεια της τελευταίας του θητείας στις φυλακές, γεγονός για το οποίο έχει γράψει σε ένα από τα βιβλία που φέρουν την υπογραφή του:

«Στην τελευταία μου θητεία έμαθα πως είμαι φορέας. Κάναμε εξετάσεις 800 άτομα. Οι 797 βγήκαμε θετικοί».

Πού απέδωσε την ασθένειά του; «Τα είδωλά μας ήταν οι ροκ σταρς, τα τραγούδια τω οποίων μιλούσαν για ελεύθερο σεξ και ναρκωτικά. Τα κάναμε όλα και μάλιστα πολύ. Σεξ χωρίς προφύλαξη και ναρκωτικά με ό,τι εργαλείο βρίσκαμε μπροστά μας. Κρίμα που κανένα από αυτά τα τραγούδια δεν μας μίλησε για τις συνέπειες…».

Ο Ελ Ρόχο δημιουργεί τη δική του οικογένεια. Κάπως έτσι ο «Γίγαντας» – ένα ακόμα παρατσούκλι του- βάζει τέλος στις ληστείες, τα ναρκωτικά και τη νύχτα. Αυτό το τελευταίο όχι ακριβώς.

Οι νέες του επαγγελματικές δραστηριότητες ήταν πολύ διαφορετικές. Έχοντας δοκιμάσει την τύχη του στις κατασκευές πισινών, κατέληξε bodyguard, καθαρά λόγω επιβλητικής εμφάνισης, σωματικής διάπλασης και… εμπειρίας. Είπαμε, ένας νόμιμος πολίτης…

2006. Το πρώην «κακό παιδί» δέχεται πρόταση από την ομάδα της Μπαρτσελόνα για να αναλάβει να «μαζεύει» τους μεθυσμένους ποδοσφαιριστές από τα νυχτερινά μαγαζιά πριν προλάβουν να σπεύσουν οι δημοσιογράφοι ή να τους φωτογραφίσει το κοινό σε άθλια κατάσταση. Μιλάμε σαφώς για ένα πιο εύκολο πόστο από εκείνα του παρελθόντος του Ντάνι.

«Η Μπαρτσελόνα με προσέλαβε για να μαζεύω τους μεθυσμένους αστέρες της από τα διάφορα clubs έτσι ώστε να μην γίνονται αντιληπτοί από τα media. Μια φορά βρήκα έναν παίκτη να δέχεται στοματικό σεξ ταυτόχρονα από 2 αδερφές στην αίθουσα VIP ενός νυχτερινού κέντρου. Μου είπε ότι τον έχουν φωτογραφήσει και ότι έπρεπε να βρω και τις φωτογραφίες από τα κινητά τηλέφωνα εκείνων που τις τράβηξαν και να βεβαιωθώ πως θα διαγραφούν», θυμάται.

Ωστόσο, το επάγγελμα για το οποίο έμεινε στο μυαλό των φίλων της Μπάρτσα ήταν άλλο. Γρήγορα αναβαθμίστηκε και κατέληξε προσωπικός σωματοφύλακας του «φρέσκου» τότε Αργεντινού επιθετικού Λιονέλ Μέσι. Η συνεργασία τους διήρκησε δύο ολόκληρα χρόνια.

«Είχα αναλάβει να είμαι κάτι σαν σωματοφύλακας του Μέσι. Έπρεπε να σιγουρευτώ πως τα μυαλά του αστεριού της ομάδας που τότε άρχιζε να κάνει τεράστια εντύπωση παγκοσμίως δεν θα πάρουν αέρα και να φροντίσω να έχει μία φυσιολογική ζωή. Δεν υπάρχει πάντως κάποια ζουμερή ιστορία εδώ. Ό,τι βλέπετε αυτό ήταν. Ένα ήσυχο και ευγενικό παιδί. Μόνο προπόνηση και παιχνίδι. Όταν έτρωγε, καθόταν πάντα δίπλα μου, ώστε να του εξιστορώ τη ζωή μου. Εκείνος δεν είχε πολλά να πει, αφού ακόμα δεν έκανε τίποτα άλλο, εκτός από το να προπονείται και να παίζει. Όταν μου τον ανέθεσαν, του απαγόρευαν ακόμα και να βγαίνει με κορίτσια».

Σήμερα, στα 55 του χρόνια, όλα έχουν αλλάξει ξανά. Δεν εργάζεται πια στην Μπαρτσελόνα, μα έχει στο ενεργητικό του αρκετές ταινίες (Loquillo leyenda urbana, La huída, Secuestro, Anacleto: Agente secreto) και πολλά βιβλία.

Η συμβίωσή του με τον ιό HIV μοιάζει να τον έχει ευαισθητοποιήσει ιδιαιτέρως, με τον ίδιο να δίνει το «παρών» σε πολλά συνέδρια ενημέρωσης για το AIDS, αποτελώντας το τρανό παράδειγμα πως υπάρχει τρόπος να μην αποκλειστούν κοινωνικά οι οροθετικοί άνθρωποι.

Είναι ενεργός στα social media, έχει το δικό του προσωπικό κανάλι στο YouTube και δε διστάζει να μοιραστεί τις σκέψεις και τους προβληματισμούς του με το κοινό που τον ακολουθεί πιστά.



Πλέον, έχουμε διαφορετικούς λόγους να αναφέρουμε το όνομά του.

Το βιβλίο του «Confesiones de un gánster de Barcelona» (Εξομολογήσεις ενός γκάνγκστερ της Βαρκελώνης», επανεκδόθηκε τρεις φορές, κερδίζοντας μάλιστα και βραβείο.

Έχουμε πολλά να μάθουμε, είναι η αλήθεια. Όσα ο Ντάνι Ελ Ρόχο έχει ζήσει στα 55 του, σε άλλους δεν φτάνουν τρεις ζωές για να πάρουν μια μικρή γεύση…