«Στρατόπεδα των Λιβαδιών»: Το ένοχο μυστικό των Συμμάχων στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο

Η Δίκη της Νυρεμβέργης δεν ήταν τίποτε άλλο παρά στάχτη στα μάτια της κατεχόμενης Γερμανίας, αφού ήδη εκατοντάδες χιλιάδες αιχμάλωτοι είχαν καταδικαστεί σε θάνατο

Στο άκουσμα της φράσης «στρατόπεδο συγκέντρωσης», αυτό που έρχεται συνειρμικά στο μυαλό είναι οι ναζιστικές θηριωδίες στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Το Άουσβιτς, το Νταχάου, το Μπέλζεκ και οι υπόλοιπες φυλακές μαζικής εξόντωσης της ανίερης χιτλερικής παρέας που αιματοκύλησε την οικουμένη, έχουν ταυτιστεί στη συνείδηση μας με τη χειρότερη μορφή ομαδικών εκτελέσεων, ως απότοκα της «Τελικής Λύσης» που επέβαλε το Γ’ Ράιχ στην κατεχόμενη Ευρώπη.

Τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας από τον Άξονα – οι ιαπωνικές θηριωδίες, όπως αυτή, δεν έχουν εξαιρεθεί από την ιστορική καταγραφή – είναι καταγεγραμμένα, καταδικασμένα από τη διεθνή κοινότητα και με απονεμημένη τη θεία Δίκη για πολλούς εκ των υπαιτίων τους.

Ο μόνος λόγος ωστόσο που οι ηττημένοι του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου έχουν την αποκλειστικότητα της «πατρότητας» τέτοιου είδους εγκλημάτων είναι ακριβώς διότι υπήρξαν ηττημένοι. Η Ιστορία γράφεται, ως γνωστόν, από τους νικητές και στα κιτάπια αυτής δεν χώραγε, για ευνόητους λόγους, ένα από τα μεγαλύτερα σκοτεινά μυστικά της αμερικανικής επίδειξης ισχύος στην κατεχόμενη Γερμανία.

Μετά τη συνθηκολόγηση του Γ’ Ράιχ το 1945, εκπονήθηκε και εφαρμόστηκε από τους Συμμάχους ένα πρόγραμμα για την κράτηση, πιθανόν και τη μαζική δολοφονία των Γερμανών αιχμαλώτων πολέμου.

Πρόκειται για το Rheinwiesenlager, ή αλλιώς τα «στρατόπεδα των λιβαδιών του Ρήνου» – ένας σχηματισμός 19 κέντρων κράτησης που κατασκευάστηκε από τον αμερικανικό στρατό στην κατακτημένη Γερμανία. «Προσωρινές Περιφράξεις Αιχμαλώτων Πολέμου» ήταν το επίσημο όνομά τους και στέγασαν περίπου 3 εκατομμύρια στρατιωτών της Βέρμαχτ από τον Απρίλιο του 1945 κι έπειτα.

Όταν πια ήταν βέβαιο ότι ο πόλεμος είχε κριθεί εις βάρος των δυνάμεων του Άξονα, όλο και περισσότεροι Γερμανοί στρατιώτες επιθυμούσαν να καταλήξουν αιχμάλωτοι των δυτικών Συμμάχων και δη των Αμερικάνων, λόγω της καλής φήμης που είχαν αποκτήσει ως κατακτητές από τον πόλεμο στον Ειρηνικό.

Οι παραδόσεις γερμανικών στρατευμάτων ήταν μαζικές, με την ευλογία Στρατηγών που δεν ασπάζονταν, τη μανία αυτοθυσίας του Φύρερ, και μάλιστα οι μετακινήσεις από το ανατολικό μέτωπο στο δυτικό ήταν πολυπληθείς προκειμένου να μην πέσουν θύματα της εκδικητικής τάσης των Σοβιετικών.

Η παράδοση σε αμερικανικά χέρια είχε καταστεί αυτοσκοπός. Κι έτσι ο αμερικανικός στρατός κλήθηκε να ανταποκριθεί σε αριθμητικές ανάγκες κράτησης που δεν ήταν έτοιμος να διαχειριστεί. Λόγω του επιτακτικού χαρακτήρα της κατάστασης, έκλεισε πρόχειρα μεγάλα κομμάτια χωραφιών με συρματοπλέγματα και έριξε μέσα όπως-όπως τους Γερμανούς, μέχρι να αποφασιστεί η μοίρα τους.

Μια μοίρα που ήταν τελείως διαφορετική απ’ όσο νόμιζαν τα «θηράματα» ότι τους επεφύλασσαν οι κυνηγοί.

Αυτό που δεν ήξερε βέβαια κανένας Γερμανός στρατιώτης ήταν ότι ο επικεφαλής των Συμμαχικών Δυνάμεων Ντούαιτ Αϊζενχάουερ, σε συνεννόηση τόσο με τον προϊστάμενό του, τον Αμερικανό πρόεδρο Φράνκλιν Ρούσβελτ, όσο και με τον Βρετανό πρωθυπουργό Ουίνστον Τσόρτσιλ, είχαν προαποφασίσει, ήδη από το 1943, να χρησιμοποιήσουν τη διαφαινόμενη γερμανική συνθηκολόγηση με τέτοιο τρόπο ώστε να ενταφιάσουν κάθε ικανότητα της χώρας να διεξαγάγει πόλεμο στο μέλλον.

Ο Αμερικανός Στρατάρχης συνέλαβε μάλιστα την ιδέα να χαρακτηριστούν νομικά οι κρατούμενοι «αφοπλισμένες εχθρικές δυνάμεις» και όχι «αιχμάλωτοι πολέμου» για να μην εμπίπτει η κράτησή τους στις διατάξεις τόσο των Συνθηκών της Χάγης, όσο και των Συμβάσεων της Γενεύης, των βάσεων δηλαδή του Διεθνούς Δικαίου για την ανθρωπιστική διαχείριση των ανυπεράσπιστων και των θυμάτων του πολέμου.

Ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ

Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μην υπάρχει ο παραμικρός έλεγχος των συνθηκών κράτησης του. Ανυπεράσπιστοι από τις διεθνείς συμβάσεις, άνηκαν επιπλέον σε μια χώρα που απλά έπαψε να υπάρχει (και αργότερα διαμελίστηκε) και στοιβάστηκαν χωρίς ταυτότητες στα εντελώς ακατάλληλα στρατόπεδα κράτησης, που δεν διέθεταν εντός τους ούτε στρατώνες.

Το Διεθνές Πολεμικό Δίκαιο και το Πρωτόκολλο της Γενεύης, που τέθηκε σε ισχύ το 1931, απαγόρευαν κάθε εξευτελισμό ή τιμωρία των αιχμαλώτων πολέμου, επιβάλλοντας ταυτοχρόνως όρους για τις συνθήκες διαβίωσής τους: επαρκής τροφή και στέγαση, ίδια μάλιστα με αυτή που είχαν οι δεσμοφύλακές τους. Σε περίπτωση μάλιστα που δεν μπορούσαν να διαθέτουν θέρμανση τα καταλύματα των αιχμαλώτων, τότε θα έπρεπε να μένει κλειστή και η θέρμανση στους στρατώνες των φυλάκων.

Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν εφαρμόστηκε στα «Rheinwiesenlager», τα οποία εξελίχθηκαν σε κολαστήρια για τους Γερμανούς αιχμαλώτους. Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν απάνθρωπες και οι θάνατοι μαζικοί από την πείνα, την αφυδάτωση, τις επιδημίες και την έκθεση στα καιρικά στοιχεία.

Χάρη στο νομικό πρωτοφανή χαρακτηρισμό «αφοπλισμένες εχθρικές δυνάμεις», οι Αμερικανοί είχαν καταπατήσει κάθε έννοια πολιτισμού και δικαίου, απαλλαγμένοι ακόμα και από την υποχρέωση χορήγησης τροφής.

Ο τύφος και η χολέρα θέριζαν τους στρατιώτες, όπως και πολλές ακόμα αρρώστιες που πήραν τη μορφή πανδημίας στα στρατόπεδα του Ρήνου.

Τόσο η Διεθνής Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού (ICRC) όσο και απλοί Γερμανοί πολίτες έστελναν ό,τι μπορούσαν στους ταπεινωμένους και αιχμαλώτους, συναντώντας ωστόσο την άρνηση των ιθυνόντων για οποιαδήποτε ανθρωπιστική βοήθεια. Ο Ερυθρός Σταυρός είχε καταγγείλει το γεγονός ότι δεν άφηναν τα μέλη του να μπουν στα στρατόπεδα, παίρνοντας τη διαβεβαίωση από τις δυνάμεις κατοχής ότι όλα πήγαιναν καλά στο εσωτερικό των σιδερόφραχτων χωραφιών.

Χωρίς μητρώα και με την επίσημη Ιστορία να κρατά το «στόμα» της ερμητικά κλειστό, ο αριθμός των θανάτων στα στρατόπεδα του Ρήνου παραμένει αντικείμενο διαμάχης. Κατόπιν «εορτής», οι Αμερικανοί έδωσαν στοιχεία για 3.000-10.000 νεκρούς, ωστόσο υπάρχουν αναφορές-κόλαφος, όπως η έρευνα-σταθμός «Other Losses» (1989) του Καναδού ιστορικού Τζέιμς Μπακ, που εκτοξεύει το νούμερο σε «σχεδόν βέβαια πάνω από 900.000 και αρκετά πιθανό πάνω από 1.000.000»!

Και βέβαια ο Κανάδας ήταν μία από τις χώρες που στο Β’ Παγκόσμιο τέθηκαν απέναντι στον Άξονα.

Στο βιβλίο του ο Μπακ ισχυρίζεται ότι για να εκτελέσει το σχέδιο του ο Αϊζενχάουερ κράτησε τους φυλακισμένους σε στρατόπεδα πολύ περισσότερο από ότι ήταν απαραίτητο. Υποστηρίζει ότι έως το τέλος του 1945 μόνο το 40% είχε απελευθερωθεί, ενώ οι ανθρωπινές ζωές που χάθηκαν αντιστοιχούσαν περίπου στο 30% του συνόλου των αιχμαλώτων.

Οι περισσότεροι θάνατοι προκλήθηκαν από δυσεντερία, πνευμονία ή σηψαιμία, ως αποτέλεσμα των ανθυγιεινών συνθηκών και της έλλειψης ιατρικής βοήθειας. Ο Μπακ επικαλείται επίσης μια έκθεση του γερμανικού Ερυθρού Σταυρού του 1950, που ανέφερε ότι 1,5 εκατομμύριο πρώην Γερμανοί στρατιώτες εξακολουθούσαν να είναι επίσημα αναφερόμενοι ως αγνοούμενοι, με την τύχη τους να είναι άγνωστη.

Ακόμα και ο παγκοσμίου φήμης ιστορικός Στίβεν Άμπροουζ, γνωστός για τις φιλικές σχέσεις του με τον Αϊζενχάουερ, ο οποίος προσελήφθη κατόπιν από την οικογένεια του εκλιπόντος προέδρου για να ερευνήσει τους ισχυρισμούς του Μπακ, παραδέχθηκε τα εξής σε άρθρο του στους «New York Times» το 1991.

«Υπήρξε εκτεταμένη κακομεταχείριση των Γερμανών αιχμαλώτων πολέμου την άνοιξη και το καλοκαίρι του 1945. Οι άντρες ξυλοκοπούνταν, τους αρνούνταν το νερό, τους ανάγκαζαν να ζουν σε ανοιχτά στρατόπεδα χωρίς στέγη, τους έδιναν ανεπαρκείς μερίδες φαγητού και πλημμελή ιατρική φροντίδα. Το ταχυδρομείο τους παρακρατούνταν. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι κρατούμενοι έφτιαχναν μια ‘‘σούπα’’ από νερό και χορτάρι για να ξεγελάσουν την πείνα τους. Πολλοί άνθρωποι όντως πέθαναν άσκοπα και αδικαιολόγητα…»

Η διοίκηση του αμερικανικού στρατού ισχυρίστηκε απλώς ότι δεν ήταν δυνατόν να φροντίσει επαρκώς τα εκατομμύρια των αιχμαλώτων μέσα στις τραγικές συνθήκες ανέχειας της εποχής ή να κρατήσει στοιχεία για τον αριθμό τους.

Αργότερα ωστόσο αποκαλύφθηκε ότι ο συμμαχικός στρατός, όχι μόνο κρατούσε αρχεία, αλλά ότι και ότι αυτά έφταναν στα 8 εκατ. ντοκουμέντα! Τι απέγιναν; Οι ιθύνοντες φρόντισαν να καταστραφούν όταν έκλεισαν τα στρατόπεδα της ντροπής, προκειμένου να συγκαλυφθεί το έγκλημα.

Η απόκλιση των αντίρροπων πηγών είναι τεράστια. Ακόμα και αν ο Καναδός συγγραφέας υπερβάλλει στα νούμερα – που δεν έχει κανένα λόγο να το κάνει – είναι σαφές ότι οι φρικτές πρακτικές αυτών που δίκασαν οι Σύμμαχοι στη Νυρεμβέργη είχαν ήδη γοητεύσει το Στρατόπεδο των νικητών…