Τέλη 90s. Στις γειτονιές της Ελλάδας, στο περιθώριο των μεγάλων μουσικών σκηνών, των σκυλάδικων και των «ποιοτικών» έντεχνων, διαφόρων ειδών underground μουσικές φάσεις ανθούσαν. Τα εναλλακτικά πιτσιρίκια της εποχής, εκείνα που σε αντίθεση με τους περισσότερους συμμαθητές τους δεν την έβρισκαν να πηγαίνουν σε κλαμπάκια και να κουνιούνται με Βανδή και Βίσση, είχαν μπόλικες επιλογές. Αρκεί να είχαν και διάθεση εξερεύνησης – δεν υπήρχε διαδίκτυο άλλωστε και τα underground ρεύματα της εποχής έπρεπε να ανακαλυφθούν με μεράκι.
Στην ειδική σκηνή του Hip Hop, ενός εκ των πιο ζωντανών υποκουλτούρων που ανθούσαν στο περιθώριο των κυρίαρχων μουσικών, τα πράγματα ήταν μοιρασμένα. Από την μια, υπήρχε η φάση του Low Bap, η φάση με άλλα λόγια των Active Member και των συγκροτημάτων που οι τελευταίοι προωθούσαν. Από την άλλη, το υπόλοιπο Hip Hop των FFC, των ZN και μπόλικων ακόμα.
Ήταν μια ωραία εποχή για τη συγκεκριμένη σκηνή, μια πολύ παραγωγική εποχή (παρεμπιπτόντως μια αντίστοιχη άνθιση βιώνει και σήμερα το Hip Hop, σχεδόν μια 20ετία αργότερα). Όμως το κλίμα χαλούσε από ανούσιες κόντρες -που πολλές φορές οδηγούσαν και σε ηλίθια ξυλίκια- και επίπλαστα στρατόπεδα, από ψευδαισθήσεις πως πράγματι υπήρχε κάτι να χωριστεί. Μέχρι που έσκασε σαν κομήτης μια μπάντα που για λίγο διέκοψε τις κόντρες. Διότι εντελώς αυθόρμητα, άπαντες έπαψαν και γύρισαν και τους κοίταξαν…
Τα παιδιά που ασχολούνται σήμερα με το Hip Hop, στο άκουσμα του ονόματος των Terror X Crew αυτόματα σκέφτονται τις πολιτικές και διχαστικές συζητήσεις που προέκυψαν από τη δουλειά τους μετά το 2000. Όταν έσκασαν όμως το 1997 με το ιστορικό πλέον «Η πόλις εάλω», δεν υπήρχε άνθρωπος που να μπορούσε να αμφισβητήσει το πόσο πρωτοποριακός και εθιστικός ήταν ο ήχος τους, πόσο γνήσιο και ατόφιο το Hip Hop τους. Όμως παρά το αρχικό σοκ με τον δίσκο ντεμπούτο τους, το αληθινό «χαστούκι» ήρθε δυο χρόνια αργότερα…
«Είναι η γεύση του μένους κρατάει ακόμα
παίρνεις λίγη και σου μένει μια για πάντα στο στόμα.
Είναι η γεύση του μένους εισβάλει στη ντίσκο
δοκιμάζεις και σου καίει για πάντα τον ουρανίσκο.
Είναι η γεύση του μένους κρατάει ακόμα
Είναι η γεύση του μένους, είναι η γεύση του μένους, είναι η γεύση είναι…», επαναλάμβανε διαρκώς η Hip Hop πιτσιρικαρία προσπαθώντας να τραγουδήσει αυτόν τον δυναμίτη υπό μορφή τραγουδιού που αποτελούσε το ομώνυμο κομμάτι του δεύτερου δίσκου των TXC. Ή, για την ακρίβεια, προσπαθούσε να το τραγουδήσει. Διότι δεν ήταν και τόσο εύκολο…
Το flow του Αρτέμη και του Ευθύμη δεν μπορούσε να το ανταγωνιστεί κανείς, οι τύποι ράπαραν τόσο γρήγορα που ήταν αδύνατο να τους μιμηθείς χωρίς να σε πιάσει η ανάσα σου. Κάποιοι… ειδήμονες εκείνης της περιόδου έλεγαν -με τον απαραίτητο στόμφο φυσικά- πως στην «Γεύση του Μένους» ακουγόντουσαν κατά μέσο όρο 97 λέξεις ανά οκτώ δευτερόλεπτα: τόσο σπιντάτος ήταν ο ρυθμός που επέβαλλαν στα εφηβικά αυτιά μας οι Terror X Crew.
Κυριολεκτικά, δεν ξέρεις τι σημαίνει πανικός αν δεν έχεις βρεθεί σε Hip Hop πάρτυ (ή σε κάτι-σαν-rave πάρτυ, καθώς η «Γεύση του Μένους» συγγένευε λιγάκι με το Rave) και εν μέσω πανικού και τρελού χτυπήματος να προσπαθούν άπαντες να τραγουδήσουν τους στίχους της εν λόγω κομματάρας.
Εμείς που το έχουμε ζήσει, μας πιάνει καμιά φορά και το βάζουμε εκ νέου προσπαθώντας να πετύχουμε το ακατόρθωτο: να ραπάρουμε στους ρυθμούς του όπως ο Αρτέμης και ο Ευθύμης…