Κυκλοφόρησε το 1973. Με δύο διαφορετικές ενορχηστρώσεις και ισάριθμες ερμηνείες από διαφορετικούς τραγουδιστές. Ωστόσο το μήνυμα που ήθελε να περάσει ο Γιάννης Μαρκόπουλος ήταν ένα και κοινό και στις δύο εκτελέσεις του τραγουδιού. Ότι προτιμούσε δηλαδή την ζούγκλα του Ταρζάν, παρά τα όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα.
Το δισκάκι του κομματιού «Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν» είχε γραφτεί σε στούντιο στα τέλη του 1972. Και δεν χρειάζεται να έχει κανείς Master στην ελληνική ιστορία για να κάνει τις απαραίτητες συνδέσεις. Την ίδια εποχή η χούντα των Συνταγματαρχών είχε αρχίσει να δείχνει το πιο σκληρό πρόσωπό της. Λίγους μήνες πριν τα αιματηρά γεγονότα του Πολυτεχνείου και κάτι παραπάνω πριν την προδοσία της Κύπρου.
Τέχνες και λογοκρισία
Από το 1967, όταν και ο στρατός κατέλαβε με τη βία την εξουσία ο πνευματικός κόσμος επιχείρησε να ξεπεράσει τον σκόπελο της λογοκρισίας. Κινηματογράφος, λογοτεχνία και φυσικά μουσική όφειλαν να περνάνε μηνύματα φιλικά προς το καθεστώς. Σε αντίθετη περίπτωση ο δημιουργός έβλεπε το έργο του να μην κυκλοφορεί ποτέ. Στη χειρότερη υποχρεωνόταν σε… επίσκεψη στα υπόγεια της ΕΑΤ/ΕΣΑ ή ακόμη και σε αναγκαστικές «διακοπές» στην εξορία.
Έτσι οι καλλιτέχνες έπρεπε να καταφύγουν σε κάποιο τέχνασμα. Να βρουν έναν «μανδύα» κάτω από τον οποίο θα έκρυβαν το πραγματικό νόημα πίσω από τις λέξεις. Και το καλό της υπόθεσης ήταν ότι από τη μία πολλοί Έλληνες του πνεύματος διέθεταν την απαιτούμενη ευφυΐα και εφευρετικότητα, και, από την άλλη δεν συνέβαινε το ίδιο με τα άτομα τα οποία χρησιμοποιούσαν οι δικτάτορες για να περνούν από κόσκινο τα έργα.
Η περίπτωση του Γιάννη Μαρκόπουλου και ο… Ταρζάν!
Ο συνθέτης και στιχουργός Γιάννης Μαρκόπουλος ανήκε δίχως αμφιβολία στην πρώτη κατηγορία. Έγραψε λοιπόν τα λόγια ενός τραγουδιού που στο πρώτο άκουσμα μοιάζει σχεδόν παιδικό, αλλά η αλήθεια είναι ότι με τα σημερινά δεδομένα φαντάζει ξεκάθαρο.
Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν, θα την περνάω φίνα, θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν, θα φύγω σ’ ένα μήνα.
Κι αν θα με φάνε τ’ άγρια θηρία, θα με γράψουν και στην ιστορία πως με φάγανε τα ζώα κι όχι η μπόρα του αιώνα.
Θα πάω στη ζούγκλα με τον Ταρζάν, τον παιδικό μου φίλο, παρέα με τον ελέφαντα, να μη μου δίνουν ξύλο.
Κι αν θα με φάνε τ’ άγρια θηρία, θα με γράψουν και στην ιστορία πως με φάγανε τα ζώα, κι όχι η μπόρα του αιώνα.
Θ’ αφήσω το γραφείο μου και τα υπάρχοντά μου, θα πάρω το κορίτσι μου να το `χω συντροφιά μου.
Κι αν θα μας φάνε τ’ άγρια θηρία, θα μας γράψουν και στην ιστορία πως μας φάγανε τα ζώα κι όχι η μπόρα του αιώνα.
Θα πάμε στη ζούγκλα με τον Ταρζάν, θα την περνάμε φίνα, θα πάμε στη ζούγκλα με τον Ταρζάν, θα πάμε σ’ ένα μήνα.
Οι δύο διαφορετικές εκδοχές
Τελικά το κομμάτι κυκλοφόρησε το 1973 αφού πέρασε την λογοκρισία. Η μία ήταν αυτή του Θέμη Ανδρεάδη με τη Λιλή Χριστοδούλου στην Columbia και η δεύτερη αυτή του Γιάννη Ντουνιά στην Polydor.
Εκείνη του Θέμη Ανδρεάδη θεωρείται και η πρώτη που βγήκε προς τα έξω. Αλλά η αλήθεια είναι ότι και η άλλη με τον Γιάννη Ντουνιά αγαπήθηκε πολύ από τον κόσμο. Ορισμένοι από αυτούς που το λάτρεψαν γνώριζαν πολύ καλά ότι αναφέρεται στα βασανιστήρια και τις διώξεις της χούντας. Άλλοι, πάλι, δεν το καταλάβαιναν, αλλά έτσι κι αλλιώς τραγουδούσαν τους στίχους!
Μια παράξενη σύμπτωση
Σύμφωνα με ορισμένες μαρτυρίες πάντως, το τραγούδι με κάποιο τρόπο το εκμεταλλεύτηκε και η ίδια η χούντα. Όπως υποστηρίζεται, στα κρατητήρια της ΕΣΑ οι βασανιστές το χρησιμοποιούσαν και αυτοί. Ανάμεσα σε άλλα- για να καλύπτουν τις κραυγές αγωνίας και πόνου των συλληφθέντων…
Μάλιστα η ερευνήτρια Άννα Παπαέτη αναφέρει χαρακτηριστικά: «Η επαναλαμβανόμενη μουσική του “Ταρζάν” και ορισμένων ακόμη τραγουδιών της εποχής, όπως η “Μαρία με τα κίτρινα”, τα “Φιλαράκια τα καλά” και το “Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε”, ο εξαναγκασμός των βασανισθέντων να στέκονται όρθιοι για ώρες και να τραγουδάνε, η συνακόλουθη στέρηση ύπνου, καταδεικνύουν ένα σχεδιασμένο σύστημα ψυχολογικού βασανισμού που εφαρμοζόταν σε συνδυασμό με τις εκτεταμένες σωματικές βλάβες».