Είναι αμέτρητοι αυτοί που έχουν μιλήσει για τον Στέλιο Καζαντζίδη. Είτε για να εξυμνήσουν την ανεπανάληπτη φωνή του, είτε για να περιγράψουν τη μοναδική και διαχρονική σύνδεσή του με το κοινό, είτε (από την άλλη) για ν’ αναφερθούν στις ιδιοτροπίες του ως χαρακτήρα. Κάποιοι λοιπόν το έχουν καταφέρει καλά, κάποιοι όχι, αλλά το σίγουρο είναι ένα: Κανείς δεν έχει αποτυπώσει το μεγαλείο του θρυλικού βάρδου με πιο εύστοχο και γλαφυρό τρόπο από του Άκη Πάνου…
Η συνεργασία του επίσης αξεπέραστου συνθέτη με τον Καζαντζίδη είναι πιθανώς η ποιοτικότερη στην ιστορία του ελληνικού τραγουδιού: Βγαλμένοι, θαρρείς, από το ίδιο καλούπι, γαλουχημένοι με τεράστιες δυσκολίες και διαθέτοντας το θείο δώρο του να μπορούν να εκφράσουν (ο ένας με τους στίχους του και ο άλλος με τη φωνή του) τις πίκρες και τους καημούς του λαού, «κούμπωσαν» ιδανικά. Και προσέφεραν λίγα, αλλά αξέχαστα κομμάτια: Tα εμβληματικά «Η ζωή μου όλη» και «Το θολωμένο μου μυαλό», (όπως και τα «Άντε να περάσει η μέρα», «Οι μισοί καλοί», «Μίσος» και «Τα όνειρα που χτίζονται»).
Τι κι αν αρχικά λοιπόν (όπως έχει ομολογήσει ο ίδιος) δεν είχε πάρει με καλό μάτι τον Καζαντζίδη; Τι κι αν χρειάστηκε (στο περιστατικό που εξιστορείται και στην ταινία «Υπάρχω») να συγκλονιστεί με την απήχησή του στον κόσμο την πρώτη φορά που τον άκουσε από κοντά: Τότε που ένας θαμώνας κάρφωσε ποτήρι στο μέτωπό του, την ώρα που ο Στέλιος ερμήνευε το «Σπάσιμο θέλει το κεφάλι μου». Από εκείνο κιόλας το βράδυ ο Πάνου τον κατονόμασε ως τον κορυφαίο ερμηνευτή όλων των εποχών:
Με το μνημειώδες ερώτημα «αν βγει αυτός ο άνθρωπος και τραγουδάει μέχρι το Σύνταγμα, με όλους τους ανθρώπους που θα μαζέψει πίσω του δεν κάνει επανάσταση;»
Εξάλλου η τεράστια και βαθιά εκτίμηση ήταν αμοιβαία. Ο Καζαντζίδης έλεγε πως «ο Άκης Πάνου είναι ο κορυφαίος λαϊκός συνθέτης και στιχουργός. Οι άλλοι ακολουθούν από πολύ μακριά». Και ο Πάνου (όταν καλούταν ν’ απαντήσει γιατί ήθελε όλα τα τραγούδια του να τα δίνει στον Στέλιο) εξηγούσε χαρακτηριστικά: «Τον Καζαντζίδη θέλω, ποιος άλλος να τα πει, ο… Λούλης»;
Αν και η δική τους σχέση λοιπόν επίσης δοκιμάστηκε στην πορεία (με αποτέλεσμα να μην τραγουδήσει ο Καζαντζίδης τον «Τρελό», που τόσο πολύ θεωρούσε ότι του ταιριάζει), ο Πάνου δεν άλλαξε ποτέ τη γνώμη του. Αυτή που είχε εκφράσει τόσο παραστατικά στην εκπομπή «Ρεπόρτερς» και τον Γιώργο Λιάνη την εποχή που ο Στέλιος είχε αποσυρθεί: «Όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σε ένα καζάνι, μισό Καζαντζίδη δεν βγάζουνε»!
Εξάλλου, ο Πάνου όχι απλά τον στήριξε στη διαμάχη του με τις δισκογραφικές εταιρείες, αλλά δεν δίστασε να τα βάλει και με όλον τον καλλιτεχνικό κόσμο για χάρη του. Επειδή θεωρούσε ότι δεν του έδειχνε τον απαραίτητο σεβασμό και δεν αναγνώριζε τα προνόμια που είχε κερδίσει από τον δικό του αγώνα. Ενδεικτικό είναι το απόσπασμα από το βιβλίο της Όλγας Μπακομάρου «ΩΣΕΙ ΠΑΡΟΝΤΕΣ»:
– Ο τρόπος που εκφραστήκατε στην τηλεόραση, “όλους τους τραγουδιστές να τους βάλουμε σε ένα καζάνι, μισόν Καζαντζίδη δε βγάζουνε”, ενόχλησε. Δεν ήταν απλώς μία άποψη για τον Καζαντζίδη, αλλά και μία υποτίμηση για όλους τους άλλους.
– Θα μπορούσα να το πω με άλλον τρόπο, αλλά το είπα έτσι, μια κι έξω, για να διαρρήξω τις σχέσεις μου μαζί τους, γιατί δεν θέλω να ‘χω σχέσεις με δαύτους.
Τραγουδιστάκια είναι αυτά, ακούτε τί σας λέω. Επειδή γίνανε μεγάλες φίρμες; Κατασκευασμένοι τραγουδιστές τού 16κάναλου, του ρεμίξ και του έκο είναι. Ετοιμόρροπους τους βλέπω, αν θέλει η εταιρεία αύριο το πρωί τούς δίνει μια κλωτσιά και τους κατεδαφίζει.
Ας πάνε να τραγουδήσουνε χωρίς μικρόφωνο όπως ο Καζαντζίδης, που την ώρα που τελειώνει ένα στίχο, του περισσεύει αέρας να πάρει και στο σπίτι του…
– Ότι υπάρχει ένας τραγουδιστής σαν τον Καζαντζίδη σημαίνει μήπως ότι δεν μπορούν να βγουν οι άλλοι, “μικρότεροι” έστω, τραγουδιστές ή ότι πρέπει να εξαφανιστούν οι υπάρχοντες;
– Δεν είπα εγώ τέτοιο πράγμα. Ν’ αναγνωρίσουν όμως ότι του χρωστάνε του Καζαντζίδη. Κι όχι να λένε ότι έχει αποσυρθεί για να συντηρήσει το θρύλο του. Γιατί δεν κάνουνε κι αυτοί το ίδιο;
Ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι ο κατ’ εξοχήν άντρας τραγουδιστής, ο μοναδικός που η φωνή του σε όλη την τονική της έκταση δεν χάνει πουθενά την αντρική της χροιά.
Από κει και πέρα, να πάρω την άρθρωση του, να πάρω τα φυσικά του προσόντα, τον όγκο της φωνής του, που την ώρα που ανοίγει το στόμα του μπουκώνει τα μηχανήματα;
Αν δείτε τον Καζαντζίδη στο στούντιο να τραγουδάει, είναι ένας άνθρωπος που έχει απογειωθεί, στην κυριολεξία, έχει μπει μέσα στο τραγούδι και είναι ο μόνος που μπορεί να δώσει συν ένα τραγούδι.
Αν ο Στέλιος Καζαντζίδης είχε καταλάβει τί μπορεί ν’ αποδώσει κι ήταν άλλο παιδί και την κοπάναγε από την Ελλάδα και χωνόταν στην όπερα, θα ψάχνανε να βρούνε κατηγορία φωνής για να τον εντάξουνε…»
Ακόμα πιο χαρακτηριστική ωστόσο της αναγνώρισης και του θαυμασμού για τον Καζαντζίδη είναι μια αναφορά που έχει κάνει ο Πάνου σε βιβλίο που έγραψε ο ίδιος («Ο κόσμος ο δικός μου» το 1980). Αποδεικνύοντας και πάλι ότι κανένας δεν μπορούσε να περιγράψει καλύτερα από εκείνον το φαινόμενο «Στέλιος» με την εξής ατάκα:
«Το καλό τραγούδι φτιάχνει και κρατάει ζωντανούς τούς τραγουδιστές. Απόδειξη η πτώση “μεγάλων ονομάτων” όταν έμειναν χωρίς καλά τραγούδια. Αυτό, με εξαίρεση τα τέσσερα ερμηνευτικά φαινόμενα, που είναι τρία. Τα εξής δύο: Ο Καζαντζίδης»…