Τα 6 ελληνικά ροκ τραγούδια που «λιώναμε» στο κασετόφωνο μικροί (Vids)

Όσοι βρίσκεστε σε ηλικία που δεν σας μιλάνε ακόμα συνέχεια στον πληθυντικό, αλλά κανείς δεν πρόκειται να σας περάσει και για μαθητή του γυμνασίου, απλά ξέρετε…

Η αλληλουχία των πραγμάτων ήταν περίπου αυτή: το πρωινό της Κυριακής τιναζόμασταν από το κρεβάτι σα να είχαμε πιάσει με τα γυμνά μας χέρια ηλεκτροφόρο χέλι που εργάζεται στη ΔΕΗ και πηγαίναμε στηνόμασταν στην τηλεόραση προκειμένου να δούμε Dragonball Z και όλα τα υπόλοιπα αγαπημένα παιδικά των 90s.

Στη συνέχεια, βρισκόμασταν με τους κολλητούς μας- με τους οποίους είχαμε περάσει μαζί τόσα πολλά στα 14 χρόνια της ζωής μας- και παίζαμε τάπες μέχρι λιποθυμίας. Και στο τέλος…

Στο τέλος, όταν σουρούπωνε, τα τρακτερωτά μποτάκια που όλοι μας φορούσαμε σχεδόν επέτασσαν ν’ αποδείξουμε πόσο ροκ πιτσιρίκια ήμασταν.

Γι’ αυτό, αρπάζαμε ένα μολύβι, παίρναμε και την κασέτα με τα «Ελληνικά- Διάφορα», γυρίζαμε την ταινία μέχρι να τεντώσει και μετά πατούσαμε το “play” στο κασετόφωνο.

Έπειτα, ακούγαμε ξανά και ξανά και ξανά μέχρι να τρέξει αίμα από τ’ αυτιά ολόκληρης της γειτονιάς τα εξής 6 τραγούδια…

1) Μ’ αρέσει να μη λέω πολλά, Υπόγεια Ρεύματα

Το ακούγαμε: Από το 1994 και για καμιά 3ετία μετά το είχαμε στο repeat, μέχρι που οι στίχοι στο κασετόφωνο άρχιζαν να θυμίζουν ομιλία του Ρόκυ μετά από τον αγώνα με τον Ντράγκο κι αφότου έχει φάει 600 μπουνιές.

Επίδραση: Είχε τρυπώσει τόσο πολύ στο πετσί μας αυτό το «Μ’ αρέσει να μη λέω πολλά» που στο τέλος είχαμε γίνει όλοι μουγγοθόδωροι. Νομίζαμε, επίσης, πως αυτό το στυλ (το οποίο αργότερα υιοθέτησε και ο Γεωργούλης στο «Είσαι το ταίρι μου») έπιανε στις γκόμενες. Έμφαση στο νομίζαμε.

Σήμερα: Το πετυχαίνουμε καμιά φορά στο ραδιόφωνο όταν οδηγούμε και θυμόμαστε εκείνη τη συναυλία που είχαν δώσει τα υπόγεια ρεύματα στο θέατρο Γης- τότε που όλος ο μουσικός κόσμος περιστρεφόταν γύρω τους.

2) Λιωμένο Παγωτό, Ξύλινα Σπαθιά

Το ακούγαμε: Σε βαθμό παράνοιας το καλοκαίρι του 1994. Και του 1995. Και του 1996. Κι εκεί, ίσως, μέχρι τη χαραυγή των 00s, όταν «ξεμπερδεύαμε» με το σχολείο και μετά…

Επίδραση: Η ΕΒΓΑ, η Algida και η Κρι- Κρι είδαν τις πωλήσεις τους να εκτοξεύονται, καθώς όλοι οι πιτσιρικάδες θέλαμε να έχουμε ένα λιωμένο παγωτό που κολλούσε στο χέρι.

Κι έπειτα κι ένα δεύτερο κι ένα τρίτο κι ένα νιοστό. Αφού δεν παίρναμε γραμμάριο ούτε με αίτηση για να παίξουμε το ΠΡΙΝ σε διαφήμιση αδυνατίσματος- γιατί να σταματήσουμε να τρώμε;

Σήμερα: Το ακούμε τυχαία με τον κολλητό μας όταν παίζουμε τάβλι στο σπίτι του και ασυναίσθητα αρχίζουμε να κουνάμε το κεφάλι μας πάνω- κάτω, ενώ ταυτόχρονα γρατζουνάμε μια φανταστική, άυλη κιθάρα που κρατάμε στα χέρια μας.

3) Ταξιδιάρα ψυχή, Τρύπες

Το ακούγαμε: Μολονότι κυκλοφόρησε το μακρινό 1985, η ηχητική του μπογιά κράτησε για περισσότερο από μια δεκαετία, με αποτέλεσμα θυμούνται πεντακάθαρα οι σημερινοί 30άρηδες πως κάποτε είχαν «βαφτεί» μ’ αυτό.

Επίδραση: Κλείναμε τα μάτια και παρά το γεγονός πως το μεγαλύτερο ταξίδι που είχαμε κάνει ποτέ στη μέχρι τότε ζωή μας ήταν Θεσσαλονίκη- Κιλκίς, εμείς σκεφτόμασταν το Λονδίνο. Και το Άμστερνταμ. Και το Βερολίνο. Είχαμε ξεχάσει πού ακριβώς θέλαμε να πάμε…

Σήμερα: Το βάζουμε στο κινητό μας να παίζει από το youtube όσο περπατάμε στο δρόμο και σκεφτόμαστε τα πραγματικά ταξίδια που έχουμε κάνει στο Λονδίνο ή στο Άμστερνταμ ή στο Βερολίνο. Κάποτε- μη μας βλέπετε έτσι τώρα- έχουμε υπάρξει κι εμείς ταξιδιάρες ψυχές.

4) Φοβάμαι, Μπλε

Το ακούγαμε: Από το 1996 που πρωτοκυκλοφόρησε και για μια τριετία, περίπου, το «Φοβάμαι» έπαιζε άφοβα σε ραδιόφωνα και τηλεόραση, κάνοντάς το μέρος της εφηβικής μας καθημερινότητας σε βαθμό παράνοιας.

Επίδραση: Μιμούμασταν εκείνες τις πασίγνωστες σκηνές από τις διάφορες ταινίες που κάποιος ή κάποια κάθεται μπροστά από ένα παράθυρο και με τη βροχή έξω να πέφτει σκέφτεται τον έρωτά του.

Οι πιο «ψαγμένοι» καψούρηδες πιτσιρικάδες των 90s και των αρχών των 00s σε κάθε «Φοβάμαι» των Μπλε γίνονταν κόκκινοι από την επιθυμία να δούνε τον άλλον.

Σήμερα: Το ακούμε σπάνια, όμως όταν τύχει και παίξει σε κάποιον σταθμό μας γεννάται πάντα η επιθυμία να κολλήσουμε το μάγουλό μας στο τζάμι όπως τότε. Φοβάμαι πως ναι, πράγματι αυτό συμβαίνει…

5) Σαν να μην πέρασε μια μέρα, Γιώργος Δημητριάδης και οι μικροί ήρωες

Το ακούγαμε: Σε βαθμό που θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί και κακούργημα το 1997 που «έσκασε» για πρώτη φορά και για τουλάχιστον έναν ολόκληρο χρόνο μετά. Στην πορεία χάθηκε το ίδιο εντυπωσιακά με το πώς είχε εμφανιστεί στο προσκήνιο.

Επίδραση: Καμία, μα καμία κατασκήνωση δεν ξεκινούσε να στηθεί τα καλοκαίρια στα τέλη των 90s αν δεν είχε εξασφαλιστεί πως υπάρχουν τουλάχιστον 5-6 κασέτες ή CD μ’ επιλογές που να περιέχουν αυτό το τραγούδι. Με το που ακουγόταν το «Σ’ ένιωσα μέσα μου παντού…» η εφηβική παράνοια θύμιζε αυτή που πιάνει τις ρουβίτσες όταν βλέπουν τον Σάκη. Και, μεταξύ μας, απολύτως δικαιολογημένα.

Σήμερα: Καμιά φορά, όταν μας πιάνει νοσταλγική διάθεση έτσι πως ξαπλώνουμε στο κρεβάτι, το βάζουμε στο iPod μας και κάνουμε ένα νοητό ταξίδι στο χρόνο, σ’ εκείνο το καλοκαίρι, στον πρώτο μας έρωτα. Και είναι σχεδόν όπως και τότε:

«Σαν να μην πέρασε μια μέρα».

6) Ελλάς, Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Το ακούγαμε: Μέχρι ν’ αρχίσει το κασετόφωνο να «μασάει» την κασέτα, σ’ ένδειξη διαμαρτυρίας που είχαμε λιώσει, κυριολεκτικά, το «Χορεύω» (τον εξωφρενικά καλό δίσκο του 1989 που περιελάμβανε το «Ελλάς»).

Επίδραση: Με τα 80s να έχουν αφήσει επάνω μας το στίγμα τους και την περίφημη χαίτη- που παρέπεμπε ευθέως σε αποτυχημένο λιοντάρι- να κοσμεί το πίσω μέρος του λαιμού μας, αποφασίσαμε ν’ αφήσουμε ακόμα περισσότερο μαλλί προκειμένου να μπορούμε να κουνάμε headbanging κάθε φορά που τα ηχεία δονούνταν από το «Κι εγώ ξένος μετανάστης σου… ΕΛΛΑΣ!»

Σήμερα: Ο Παπακωνσταντίνου βαδίζει αισίως για τα 70, όμως στις συναυλίες του συνεχίζει να βγάζει ενέργεια εφήβου. Εμείς, λοιπόν, είμαστε από κάτω και λίγο πριν το μεγάλο φινάλε, ξέρουμε πως η ηλεκτρική κιθάρα θα «φτύσει» τις πρώτες νότες, το πρωτάθλημα θ’ αρχίσει, η εξέδρα θα πλημμυρίσει και αναμένεται να γίνει χαμός σε κάθε γκολ.

Φωνάζουμε «Βασίλη ζούμε για να σ’ ακούμε», αυτός βάζει το χέρι στην καρδιά και, αίφνης, είναι και πάλι 1989.

Και δε μας ενδιαφέρει καθόλου τι θα γίνει φίλε μου με μας.