Τον Απρίλιο του 1980, ο Brian Johnson ήταν ένας 33χρονος ροκάς που δούλευε σ’ ένα γκαράζ. Είχε επιχειρήσει να ανοίξει τα φτερά του στο επαγγελματικό τραγούδι αλλά δεν τα είχε καταφέρει. Η μπάντα του, οι Geordie, είχαν βγάλει μέσα στην δεκαετία του ’70 ένα δίσκο, όμως είχε πάει…άπατος. Άλλωστε το hard rock, στο οποίο κινούνταν οι Geordie, ήταν ένας πολύ απαιτητικός και ανταγωνιστικός χώρος στα ’70s. Δύσκολα στεκόσουν.
Υπήρχαν οι Deep Purple, οι Led Zeppelin, οι Black Sabbath: ο σκληρός ήχος των ’70s ζούσε τις πιο ένδοξες εποχές του. Που τα βάλεις με αυτά θηρία; Εδώ ολόκληροι AC/DC, μια μπάντα που είχε καταφέρει να κάνει την δικιά της επιτυχία στα ελάχιστα χρόνια δραστηριοποίησής της και που ειδικά με το «Highway To Hell» είχε φτιάξει μεγάλο όνομα, θα έβλεπαν την καριέρα τους να πέφτει στα τάρταρα…
Ή τέλος πάντων, έτσι έλεγαν οι εκτιμήσεις. Ο ξαφνικός θάνατος του εμβληματικού και χαρακτηριστικού frontman τους, του Bon Scott, ο οποίος έχασε τη ζωή του σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα, θεωρούταν και το ουσιαστικό τέλος της μπάντας. Φυσικά, οι AC/DC δεν είχαν ανακοινώσει τη διάλυσή τους, αντίθετα έψαχναν για νέο τραγουδιστή. Αλλά Ok, σιγά μην κατάφερναν να συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία στο χώρο.
Ναι, ένα χώρο τόσο ανταγωνιστικό που ήταν έτοιμος να «ξεράσει» ολόκληρους AC/DC, η αποτυχία της μπάντας ήταν μάλλον αναμενόμενη. Ο Brian Johnson ένιωθε τυχερός και μόνο που τραγούδισε σ’ ένα συγκρότημα που κατάφερε έστω να βγάλει ένα δίσκο.
Δεν ήταν αχάριστος να περιμένει και καριέρα.
Δούλευε σε εκείνο το γκαράζ όταν χτύπησε το τηλέφωνο και μια γυναικεία φωνή από την άλλη άκρη της γραμμής του γνωστοποιούσε κάτι που δεν πίστευαν τα αυτιά του: οι ΑC/DC ήθελαν να τον δοκιμάσουν…
Ο Johnson δέχθηκε χωρίς καλά-καλά να το σκεφτεί. Βρέθηκε άμεσα στα δοκιμαστικά, τα μέλη των ΑC/DC τον ενέκριναν αμέσως, ο Johnson έγινε ο νέος τραγουδιστής του συγκροτήματος με συνοπτικές διαδικασίες. Το συγκρότημα, άλλωστε, βιαζόταν. Ο νέος τους δίσκος, το «Back in Black», έπρεπε να ηχογραφηθεί και να κυκλοφορήσει άμεσα. Τα τραγούδια ήταν έτοιμα και έλειπε απλά ο τραγουδιστής.
Η διαδικασία έμοιαζε εντελώς άρπα-κόλλα. Ο Johnson δεν ήταν σίγουρος για το αν έπρεπε να χαρεί ή όχι. Από την μια ήταν ο νέος τραγουδιστής ενός φτασμένου συγκροτήματος. Από την άλλη, το συγκρότημα αυτό ξεκινούσε την ελεύθερη πτώση του. Ο ερασιτεχνικός τρόπος με τον οποίο έγινε η πρόσληψή του, άλλωστε, μαρτυρούσε την περίοδο παρακμής στην οποία εισερχόταν η μπάντα. Το «Back in Black» θα ήταν μάλλον η αρχή του τέλους.
Πέρασαν 37 χρόνια από εκείνη την ερασιτεχνική διαδικασία και την «άρπα-κόλλα» ηχογράφηση και κυκλοφορία του «Back in Black» κι όμως παραμένει το πιο εμπορικό άλμπουμ στην ιστορία του hard rock: κανένα άλλο δεν κατάφερε ακόμα να το φτάσει σε πωλήσεις. Αλλά και συνολικά στην μουσική βιομηχανία μονάχα το «Thriller» του Michael Jackson στέκεται ψηλότερά του.
https://www.youtube.com/watch?v=HSyKd5-_yjY
Με πάνω από 50 εκατομμύρια αντίτυπα σε πωλήσεις, όχι απλά το «Back in Black» καθόρισε την μουσική πορεία των AC/DC αλλά και το ίδιο το hard rock. Χωρίς καν να το γνωρίζουν, οι AC/DC κράτησαν ζωντανό ένα είδος που θα κατέρρεε μπροστά στα νέα ροκ ρεύματα που ξεπηδούσαν μέσα στην δεκαετία του ’80.
Εκεί που το New Wave, το Post Punk και το Synth Wave ερχόντουσαν ν’ αντικαταστήσουν για τα καλά το Hard Rock, οι AC/DC κράτησαν ψηλά τη σημαία του τελευταίου μόνο με την δυναμική του «Back to Black».
Ο Slash, ο θρυλικός κιθαρίστας των Guns N Roses, μπάντας φανερά επηρρεασμένης από την μουσική κληρονομιά του «Back in Black», θα δηλώσει κάποια στιγμή πως ο συγκεκριμένος δίσκος διέσωσε ολόκληρο το Ηard Rock. Και θα έχει δίκιο.
Από το «Back in Black» και μετά, οι AC/DC διένυσαν μια τεράστια πορεία. Ο Brian Johnson ταυτίστηκε μαζί τους, ηχογράφησε τον ένα δίσκο μετά τον άλλο, και το συγκρότημα έγινε η κορυφαία hard rock μπάντα του πλανήτη. Στάδια ολόκληρα γέμιζαν για την πάρτη τους, πανζουρλισμός γινόταν όταν πήγαιναν σε μια χώρα. Το «Back in Black» παρέμεινε για πάντα το έβερέστ τους. Η άφταστη κορυφή τους στην οποία δεν ξαναέφτασαν ποτέ.
Αλλά εδώ που τα λέμε, κανείς δεν την έφτασε…