Η συνείδηση της διαχείρισης αποβλήτων, μέσα από το πρίσμα και της οικολογικής μέριμνας, είναι μια σχεδόν άγνωστη έννοια στην Ελλάδα.
Το απαρχαιωμένο σύστημα των χωματερών «εξασφαλίζει» σε ετήσια βάση μεγάλα πρόστιμα στη χώρα λόγω της αποτυχίας εναρμονισμού με τους κανόνες της Ε.Ε., ενώ ο μη διαχωρισμός των αποβλήτων διαιωνίζει τη ρυπογόνο μεθοδολογία μας και την αποτροπή άντλησης πόρων μέσω της ανακύκλωσης τους.
Για πρώτη φορά φαίνεται ότι συγκροτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο από το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να προσεγγίσουμε, έστω και με χαρακτηριστική καθυστέρηση, τα προηγμένα συστήματα των κεντρικών και βόρειων ευρωπαϊκών χωρών στο επίπεδο αυτό. Βάση αυτού αποτελεί η εφαρμογή του συστήματος «πληρώνω ό,τι πετάω» ή «κερδίζω όσο διαχωρίζω», το οποίο θα αποτελέσει τον πυρήνα του νομοσχεδίου που θα κατατεθεί στη Βουλή στις αρχές του 2021, όπως δήλωσε ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Κωστής Χατζηδάκης.
Στόχος αυτού είναι να μειωθεί δραστικά το ποσοστό ταφής και να αυξηθεί κατακόρυφα η ανακύκλωση των απορριμμάτων. Προβλέπει τη θέσπιση του πλαισίου με το οποίο οι Δήμοι θα μπορούν να διαμορφώνουν τα δημοτικά τους τέλη ανάλογα με πόσα απόβλητα παράγει ο κάθε δημότης, αλλά και ανάλογα με πόσα από αυτά ανακυκλώνει – και όχι βάσει των τετραγωνικών του ακινήτου του, όπως ίσχυε μέχρι σήμερα.
Στόχος μας είναι «αυτοί που παράγουν λιγότερα σκουπίδια και ανακυκλώνουν, να επιβραβεύονται και να πληρώνουν λιγότερο», έχει δηλώσει ο κ. Χατζηδάκης, εξηγώντας ότι με κάποιο τρόπο θα ζυγίζονται τα απορρίμματα, προκειμένου οι πολίτες να ενθαρρύνονται να κάνουν οικονομική διαχείριση ή να αποθαρρύνονται να λειτουργούν χωρίς όριο.
Ας δούμε με ποιον τρόπο λειτουργεί το «πληρώνω ό,τι πετάω» στη Γερμανία και την Ελβετία, όπου τα σπίτια δεν πληρώνουν δημοτικά τέλη μέσω του λογαριασμού ρεύματος.
Κάθε σπίτι, είτε μονοκατοικία είτε πολυκατοικία, έχει τρεις κάδους αποκλειστικής χρήσης που τους νοικιάζει απευθείας από το Δήμο και το κόστος προσαρμόζεται ανάλογα με το μέγεθος και τη συχνότητα αποκομιδής που θα επιλέξει η κάθε κατοικία.
Το σύστημα περιλαμβάνει τρεις κάδους διαφορετικών χρωμάτων, έναν για τα κοινά απορρίμματα, έναν για το χαρτί και έναν για τα υπολείμματα τροφών και τα πράσινα.
Ο πρώτος είναι για τα υλικά που δεν μπορούν να ανακυκλωθούν, όπως πάνες, λερωμένα χαρτιά, μαγειρεμένα φαγητά κ.α. Συνήθως τα απόβλητα αυτά οδηγούνται για καύση (ενεργειακή αξιοποίηση). Στη Γερμανία, ένας τέτοιος κάδος 120lt με αποκομιδή κάθε 15 ημέρες, κοστίζει στην κάθε κατοικία 140€ ετησίως.
Ο δεύτερος κάδος είναι αποκλειστικά για χαρτί, όπως εφημερίδες και περιοδικά, χάρτινες σακούλες κ.α. Μία κατοικία τον νοικιάζει 15€ ετησίως για αποκομιδή κάθε 15 ημέρες. Δηλαδή 125€ φθηνότερα από τον πρώτο.
Ο τρίτος κάδος είναι για τα υπολείμματα τροφίμων και τα πράσινα απόβλητα κήπου. Τα απόβλητα αυτά οδηγούνται για κομποστοποίηση ή αναερόβια ζύμωση. Μία κατοικία τον νοικιάζει 90€ ετησίως για αποκομιδή κάθε 15 ημέρες.
Για τις μεταλλικές, γυάλινες και πλαστικές συσκευασίες δεν υπάρχουν αποκλειστικοί οικιακοί κάδοι, αλλά αντιθέτως χρησιμοποιούνται σε ειδικά σημεία στις γειτονιές, χωρίς φυσικά κόστος αποκομιδής για τους πολίτες.
Τα ογκώδη υλικά, όπως συσκευές, χαλιά και ρούχα οδηγούνται σε ένα πράσινο σημείο που διαθέτει ο δήμος, πάλι άνευ κόστους για τον πολίτη.
Με αυτό τον τρόπο, όσο περισσότερο μειώνεις τα απορρίμματά σου και αυξάνεις την ανακύκλωσή σου, τόσο λιγότερα πληρώνεις στο Δήμο, ενώ επιτελείς βέβαια παράλληλα και οικολογικό έργο. Δεν ακούγεται τόσο… περίπλοκο, ώστε στην Ελλάδα να μην έχουν γίνει καν στοιχειώδη βήματα προς την κατεύθυνση αυτή, 40 χρόνια μετά την είσοδο της χώρας στην ΕΟΚ.