Πολύς λόγος γίνεται και αυτό το καλοκαίρι που η Ελλάδα κυριολεκτικά καίγεται για την επιχειρησιακή δυνατότητα και ετοιμότητα της χώρας σε ότι αφορά την πυρόσβεση. Στο επίκεντρο βρίσκεται, ως συνήθως, ο μικρός αριθμός των αεροσκαφών που επιχειρούν στα μέτωπα των πυρκαγιών, των γνωστών δηλαδή Canadair, που επιστρατεύονται όταν σημάνει συναγερμός.
Η Ελλάδα διαθέτει αυτή τη στιγμή 14 καναντέρ (8-9 CL 215 και 5 CL 415), 19 αεροσκάφη PZL, δύο ελικόπτερα Super Puma και τρία BK της Πυροσβεστικής, καθώς και τρία Σινούκ του Στρατού.
Φέτος επίσης μισθώθηκαν 29 εναέρια μέσα. 10 ελικόπτερα τύπου Ericsson καθώς και 12 ελικόπτερα μεσαίου τύπου, όπως και πέρυσι. Στον στόλο των μισθωμένων αεροσκαφών προστίθενται ακόμα έξι νέα πυροσβεστικά αεροσκάφη. Πρόκειται για 6 ελικοφόρα αμφίβια αεροσκάφη Air- Tractor αμερικανικής κατασκευής πολλαπλών ρόλων.
Παρά το σχετικά ικανοποιητικό σε αριθμητικό επίπεδο στόλου, το πρόβλημα εξακολουθεί να είναι υπαρκτό. Κατ’ αρχάς τα CL-215 δεν μπορούν να επιχειρήσουν σε πολύ υψηλές θερμοκρασίες και συνήθως παραμένουν καθηλωμένα όταν η φωτιά βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Επιπλέον, αν και θεωρούνται πολύ ισχυρά αεροσκάφη, η αχίλλειος πτέρνα τους, που είναι ο κινητήρας, παρουσιάζει συχνά προβλήματα και τα «στέλνει» στο συνεργείο.
Γενικώς όμως οι ζημιές και οι βλάβες είναι μέσα στο καθημερινό πρόγραμμα όλων ανεξαιρέτων των αεροσκαφών (ακόμα και αυτών της πολιτικής αεροπορίας), μετά από έναν πολύ περιορισμένο αριθμό πτήσεων. Κανένα αεροπλάνο δεν μπορεί να πετάει συνεχώς επί ημέρες, το τακτικό πέρασμα από αυτό που αποκαλούμε «πιτς» είναι η δεύτερη φύση του και πολύ συχνά η επιδιόρθωση απαιτεί χρήση ανταλλακτικών.
Ο λόγος που η Ελλάδα δεν έχει προχωρήσει σε αγορά Canadair, («αθάνατα» και εξαιρετικά σκληροτράχηλα αεροσκάφη με τη σωστή συντήρηση, καθώς δεν είναι συμπιεζόμενα όπως τα γνωστά μας επιβατικά) από το 2004 δεν είναι οικονομικός, καθότι πολύ απλά δεν παράγονται εδώ και χρόνια Canadair – ο τύπος δηλαδή του αεροσκάφους που έχει επιλεγεί εδώ και τρεις δεκαετίες από την Πολεμική Αεροπορία καθώς διαθέτει τα πτητικά χαρακτηριστικά που ταιριάζουν στο γεωγραφικό, δασικό, ανάγλυφο της χώρας.
Η Ελλάδα έχει ένα τεράστιο συγκριτικό πλεονέκτημα σε σχέση με άλλες χώρες σε ότι αφορά την αντιμετώπιση των πυρκαγιών: οι υδάτινες περιοχές είναι κοντά στη στεριά και άρα στην εστία της φωτιάς, προσφέροντας τη δυνατότητα σε ένα αμφίβιο αεροσκάφος, που μαζεύει αλμυρό ή γλυκό νερό, να επιχειρεί ξανά και ξανά. Λάθη και παραλείψεις όμως έχουν σβήσει το συγκεκριμένο πλεονέκτημα το οποίο στην πράξη δεν φαίνεται.
Άλλο ένα ερώτημα που βρίσκεται στο στόμα πολλών είναι αν η Ελλάδα θα μπορούσε να παραδειγματιστεί από το… τρικ των υπερδυνάμεων και να ακολουθήσει τον δικό τους τρόπο στην κατάσβεση των πυρκαγιών.
ΗΠΑ και Ρωσία, έχουν επιλέξει διαφορετικά εναέρια μέσα μετατρέποντας μεγάλα μεταγωγικά αεροσκάφη σε σκάφη πυρόσβεσης. Τα αεροπλάνα φορτώνονται σε αεροπορική βάση με νερό ή επιβραδυντικό υλικό και παίζουν καθοριστικό ρόλο στο σβήσιμο των πυρκαγιών. Δυστυχώς μια τέτοια λύση για τη χώρα μας θα ήταν ένα μεγάλο ρίσκο καθώς το δασικό ανάγλυφο της Ελλάδας δεν επιτρέπει σε τέτοιου είδους αεροσκάφη να εισέλθουν γιατί αφενός το ρίσκο ενός δυστυχήματος θα ήταν μεγάλο, αφετέρου ακόμα και αν κατόρθωναν να εισέλθουν η αποτελεσματικότητα τους θα ήταν μικρή καθώς θα αναγκάζονταν να ρίξουν νερό από πολύ μεγάλο ύψος.
Ο στόλος της Ελλάδας σε εναέρια μέσα δεν είναι τόσο μικρός όσο νομίζουμε. Η χώρα όμως δυστυχώς βρίσκεται αιώνες πίσω σε έναν άλλο κρίσιμο τομέα. Την πρόληψη των πυρκαγιών. Και αυτό αποδείχτηκε με τον πλέον τραγικό τρόπο για μια ακόμα φορά αυτές τις μέρες…