Ονομάζονται «συμπάθειες» και τις έχουμε όλοι μας. Είναι, κατά βάση, επιλεγμένες με αμιγώς υποκειμενικά κριτήρια και διαφέρουν από άνθρωπο σε άνθρωπο, καθώς τα γούστα του καθενός διαφέρουν από αυτά του διπλανού του και ούτω καθεξής. Εκτός κι αν…
Εκτός κι αν μιλάμε για τον καθηγητή Πνευμονολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας κ. Κώστα Γουργουλιάνη, ο οποίος είναι εξαιρετικά αγαπητός στους πάντες από τότε που ξεκίνησε η πανδημία- και δικαίως.
Ο κ. Γουργουλιάνης αποτελεί μία από τις πιο ψύχραιμες φωνές εμπειρογνωμόνων της χώρας μας, χωρίς ο λόγος του να διέπεται από αέναη κινδυνολογία, χωρίς, από την άλλη, να ωραιοποιεί καταστάσεις, αλλά χάρη στην αδιαμφισβήτητη κατάρτισή του και την γνώση του αντικειμένου πάντα με ψύχραιμη φωνή παρουσιάζει τα πράγματα όπως ακριβώς είναι και «πέφτει» στην συντριπτική πλειοψηφία των φορών μέσα.
Γι’ αυτό κάθε τοποθέτηση του κ. καθηγητά είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, ιδίως όταν αναφέρεται στο τι θα συμβεί από δω και πέρα στο μέτωπο του κορωνοϊού, αλλά και στις 3 περιοχές που θυμίζουν- από άποψη ρυθμού εμβολιασμών- Δανία.
Ο πρώην πρύτανης του πανεπιστημίου μίλησε στη διαδικτυακή εκπομπή «Θεσσαλία Παντού» και αρχικά τοποθετήθηκε για το πώς πιστεύει πως θα εξελιχθεί η κατάσταση με τον covid στη χώρα μας, παραμένοντας αισιόδοξος:
«Ήδη βιώνουμε την ύφεση του τέταρτου κύματος. Αναμένουμε μέσα στις γιορτές των Χριστουγέννων και ένα ακόμη κύμα που, όμως, θα είναι διαχειρίσιμο και πιο ήπιο. Έτσι ελπίζουμε ότι προς τα τέλη της άνοιξης, θα έχει υποχωρήσει και η πανδημία. Βέβαια ο κορωνοϊός θα συνεχίζει να υπάρχει, άλλωστε υπήρχε και πριν, και μπορεί να επανέλθει με κάποιες μικρές εξάρσεις», είπε χαρακτηριστικά.
Εν συνεχεία μίλησε και για τη Μετάλλαξη Δέλτα, η οποία, όταν πρωτοεμφανίστηκε, σκόρπισε τον… τρόμο: «Οι μεταλλάξεις κάνουν πιο ήπιο και πιο μεταδοτικό τον ιό. Και αυτό φαίνεται με τη μετάλλαξη Δέλτα που είναι μεταδοτική, αλλά οι διασωληνωμένοι δεν ξεπερνούν τους 350 και οι θάνατοι είναι γύρω στους 30, δηλαδή χαμηλότερα από τα προηγούμενα κύματα. Αυτό συμβαίνει αφενός γιατί η μετάλλαξη Δέλτα είναι πιο ήπια, αφετέρου γιατί έχει εμβολιαστεί ο πληθυσμός. Εμείς είχαμε τις εικόνες της μετάλλαξης Δέλτα από την Ινδία, η οποία είναι πυκνοκατοικημένη, έχει ένα πολύ κακό σύστημα υγείας και ο πληθυσμός δεν είχε εμβολιαστεί».
Βεβαίως, επειδή όλ’ αυτά ακούγονται κάτι παραπάνω από αισιόδοξα, φρόντισε να επισημάνει πως «Δεν αρκεί να εμβολιαστεί το 70% του ενήλικου πληθυσμού για να χτιστεί το τείχος ανοσίας, Το πρόβλημα είναι πως δεν ξέρουμε, πόσο είναι το ποσοστό πληθυσμού με φυσική ανοσία. Στη Νορβηγία και τη Δανία, εμβόλια και φυσική νόσηση, έχουν προσφέρει μια ανοσία στον πληθυσμό που αγγίζει το 95%, και γι’ αυτό εξαλείφθηκαν τα υγειονομικά μέτρα. Στην Ελλάδα δεν έχουμε φτάσει σε αυτό το ποσοστό, αλλά στις μελέτες που κάνουμε σε τρεις περιοχές, σε Δομοκό, Μαλεσίνα και Δεσκάτη, φαίνεται ότι το αντίστοιχο ποσοστό είναι στο 80%. Βέβαια χρειάζεται και άλλο».
Δομοκός, Μαλεσίνα και Δεσκάτη, λοιπόν, αποτελούν τα… πρότυπα και για τις υπόλοιπες περιοχές, καθώς τα ποσοστά εμβολιασμού εκεί είναι πάρα πολύ υψηλά, με αποτέλεσμα η πανδημία- όπως συμβαίνει στη Δανία και την Νορβηγία δηλαδή- να υποχωρεί εκεί.
Ωστόσο, αυτό συμβαίνει μόνο κατ’ εξαίρεση και σε τοπικό κυρίως επίπεδο. Όταν αποκτήσουμε μια «καθολικότητα» και, κυρίως, όταν θωρακίσει τον οργανισμό του αυτό το 30% των άνω των 60 που παραμένουν ανεμβολίαστοι, τότε τα πράγματα θα είναι πάρα πολύ καλύτερα, αποφεύγοντας τους αφανείς, για την ώρα, σκοπέλους.
«Δυστυχώς υπάρχει ακόμη ένα ποσοστό ατόμων άνω των 60 ετών, περίπου 30%, που δεν έχει εμβολιαστεί. Πρόκειται για άτομα που κινδυνεύουν να ταλαιπωρηθούν, αν νοσήσουν. Και θα εξακολουθεί να υπάρχει πίεση για το ΕΣΥ», σχολιάζει σχετικά ο κ. Γουργουλιάνης.
Εμβόλιο και μεγάλο ποσοστό φυσικής νόσησης (ιδίως για τους μαθητές και τα παιδιά) οδηγούν σιγά-σιγά στην οριστική έξοδο από το τούνελ, το σκοτάδι του οποίου δίνει σιγά-σιγά τη θέση του στο φως.
Υπομονή λίγους μήνες ακόμα.
Λίγους.
Μήνες.
Ακόμα.
Αξίζει να είμαστε προσεκτικοί τώρα που μπαίνουμε στην τελική ευθεία- δε νομίζετε;